Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 100 / 2013    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγωγή αναγνωριστική.




Περίληψη:
Αναγνωριστική αγωγή κυριότητας από την ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα και διόρθωση της πρώτης εγγραφής στο Κτηματολόγιο. Η αγωγή απορρίφθηκε. Η έφεση απορρίφθηκε. Λόγοι αναίρεσης 1ος από 1΄ γ, 2ος από 1, 3ος από 1΄ γ.




Αριθμός 100/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Δεκεμβρίου 2012, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Α. Τ. του Ι., συζ. Π. Κ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χρήστο Σταματόπουλο.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ε. Κ. του Ν., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ιωάννη Καρακουλάκη, 2) ’. Π. χήρας Β., το γένος Ι. Φ., η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, και 3) Κ. Π. του Β., κατοίκου ..., ως εξ αδιαθέτου κληρονόμου του αποβιώσαντος Β. Π., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο.
Στο σημείο αυτό ο πληρεξούσιος δικηγόρος Ι. Κ. δήλωσε ότι η δεύτερη αναιρεσίβλητη απεβίωσε την 6η Οκτωβρίου 2012 και δήλωσε ότι η κληρονόμος της τρίτη αναιρεσίβλητη συνεχίζει τη βιαίως διακοπείσα δίκη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20/12/2006 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 6423/2007 του ιδίου Δικαστηρίου και 526/2009 του Εφετείου Πειραιώς. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 5/1/2009 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 5/10/2011 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος των παραστάντων αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 286, 287, 290 και 292 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η δίκη διακόπτεται και με το θάνατο κάποιου διαδίκου. Επέρχεται δε η διακοπή από τη γνωστοποίηση του λόγου αυτού προς τον αντίδικο, η οποία μπορεί να γίνε, με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του πληρεξουσίου δικηγόρου του διαδίκου, στο πρόσωπο του οποίου επήλθε ο λόγος της διακοπής, από τον ίδιο δε, με ρητή ή σιωπηρή δήλωση, μπορεί να γίνει εκουσίως και η επανάληψη αυτής. Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από τα πρακτικά συνεδριάσεως του Δικαστηρίου τούτου εμφανίσθηκε ο Ι. Κ. δικηγόρος και δήλωσε ότι η δεύτερη αναιρεσίβλητη Α. χα Β. Π. απεβίωσε στις 6-10-2012 και κληρονομήθηκε από τη θυγατέρα της Κ. Π. τρίτη αναιρεσίβλητη, η οποία και συνεχίζει τη βίαια διακοπείσα δίκη. Όπως προκύπτει από την επικαλουμένη και προσκομιζομένη 376 τόμος Ε έτους 2012 ληξιαρχική πράξη θανάτου του ληξιάρχου Νικαίας Πειραιώς η δεύτερη αναιρεσίβλητη ’. Π. απεβίωσε στις 5-10-2012. Μοναδική κληρονόμος αυτής είναι η θυγατέρα της Κ. Π., τρίτη αναιρεσίβλητη (βλ. το 237907/2012 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών του Δημάρχου Αθηναίων), η οποία νόμιμα συνεχίζει τη δίκη. Επειδή, από το άρθρο 237 παρ.1 εδ. β' ΚΠολΔ, που έχει εφαρμογή και στην εφετειακή δίκη (524 παρ.1 ΚΠολΔ), προκύπτει, αφενός ότι μαζί με τις κατατιθέμενες στο ακροατήριο προτάσεις προσκομίζονται και όλα τα αποδεικτικά έγγραφα, αφετέρου ότι η προσκομιδή των τελευταίων το πρώτον κατά την τριήμερη προθεσμία της προσθήκης τους (προτάσεων) είναι απαράδεκτη, πλην αν αφορούν σε αντίκρουση προταθέντων από τον αντίδικο το πρώτον με τις προτάσεις του ισχυρισμών. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει, από την προσβαλλόμενη απόφαση, η αναιρεσείουσα τα επικαλούμενα στις προτάσεις της ενώπιον του Εφετείου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, έγγραφα προσκόμισε το πρώτον με την προσθήκη των προτάσεων, που έγινε εντός της τριήμερης προθεσμίας μετά τη συζήτηση της έφεσης τα δε έγγραφα αυτά δεν αφορούσαν την αντίκρουση ισχυρισμών που το πρώτον με τις προτάσεις τους πρόβαλαν οι αναιρεσίβλητοι. Η κρίση αυτή του Εφετείου δεν ελέγχεται αναιρετικά. Επομένως το Εφετείο με το να μη λάβει υπόψη του και εκτιμήσει τα έγγραφα αυτά δεν υπέπεσε στην από το άρθρο 559 αριθ. 11 γ' ΚΠολΔ πλημμέλεια και γι' αυτό ο σχετικός πρώτος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Επειδή κατά το άρθρο 6§1 της από 4.11.1950 Ευρωπαϊκής Συμβάσεως της Ρώμης "για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών", η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974: "παν πρόσωπον έχει δικαίωμα όπως η υπόθεση του δικασθεί δικαίως, δηλαδή δημόσια και εντός λογικής προθεσμίας υπό ανεξαρτήτου και αμερόληπτου δικαστηρίου νομίμως λειτουργούντος το οποίο θα αποφασίσει είτε επί των αμφισβητήσεων επί δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του αστικής φύσεως είτε επί του βάσιμου πάσης εναντίον του κατηγορίας ποινικής φύσεως ...". Με το ανωτέρω άρθρο καθ'ο μέρος θεσπίζεται ότι οι υποθέσεις δικάζονται από αμερόληπτα, ανεξάρτητα και νόμιμα λειτουργούντα δικαστήρια: α) δίκαια, β)δημόσια και γ)εντός λογικής προθεσμίας θεσπίζονται αντίστοιχα ουσιαστικά δικαιώματα των προσώπων στα οποία αφορά η σύμβαση τα οποία δικαιούνται να αξιώσουν να τύχουν της κατά τα ανωτέρω δικαστικής προστασίας. Με τη διάταξη αυτή καθορίζεται ποια δικαιώματα δίδονται για την απονομή της δικαιοσύνης. Πρόκειται συνεπώς για διάταξη ουσιαστικού δικαίου και η παραβίαση της εμπίπτει στο λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 559 αρ. 1 ΚΠολΔ. Δεν στοιχειοθετείται όμως παραβίαση της άνω διατάξεως όταν το πολιτικό δικαστήριο που πληροί τις προϋποθέσεις της παραπάνω αυξημένης τυπικής ισχύος διατάξεως, ήτοι είναι ανεξάρτητο, αμερόληπτο και λειτουργεί νόμιμα με βάση κανόνες δικαίου και με οργανωμένη διαδικασία για τα ζητήματα της αρμοδιότητας του εφαρμόσει εσφαλμένα σε συγκεκριμένη υπόθεση διάταξη ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, αλλά η πλημμέλεια αυτή της αποφάσεως ελέγχεται με τα προβλεπόμενα από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ένδικα μέσα (Ολ.ΑΠ 2/2008). Επομένως, ο δεύτερος λόγος αναίρεσης με τον οποίο ψέγεται η προσβαλλόμενη απόφαση, ότι με το να μη λάβει υπόψη του το Εφετείο τα ως άνω επικληθέντα και αναφερόμενα στον πρώτο λόγο αναίρεσης έγγραφα τα οποία όμως δεν προσκομίστηκαν παραδεκτά κατά τα ανωτέρω, παραβίασε την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 6§1 της ΕΣΔΑ και υπέπεσε στην από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Επειδή, κατά το άρθρο 559αριθ. 11 ΚΠολΔ, επιτρέπεται αναίρεση αν το δικαστήριο της ουσίας δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 346 ΚΠολΔ, τα αποδεικτικά μέσα που έχει προσκομίσει ένας διάδικος λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο και για την απόδειξη των ισχυρισμών του άλλου διαδίκου. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό προς την διάταξη του άρθρου 106 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι ο ως άνω λόγος αναιρέσεως ιδρύεται όταν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του αποδεικτικά μέσα που είχε προσκομίσει ο αντίδικος του αναιρεσείοντος, εφόσον όμως αυτός είχεν επικαλεσθεί νομίμως τα από τον αντίδικο του προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα και αναφέρθηκε στο περιεχόμενο αυτών προς απόδειξη ιδικού του ισχυρισμού ή ανταπόδειξη ισχυρισμού του αντιδίκου του. Εάν ο διάδικος δεν είχε επικαλεσθεί νόμιμα τα από τον αντίδικο του προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα δεν ιδρύεται υπέρ αυτού λόγος αναιρέσεως εκ της παραλείψεως του δικαστηρίου να τα λάβει υπόψη του.
Στην προκειμένη περίπτωση με τον τρίτο λόγο αναίρεσης προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα της αναιρεσείουσας Ε. Π., από την οποία αποδεικνυόταν ότι η αναιρεσείουσα κατέστη κυρία του επιδίκου ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία και περιείχετο στα 6423/2007 πρακτικά του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου τα οποία επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, στο Εφετείο με τις προτάσεις τους οι αναιρεσίβλητοι. Εφ' όσον όμως η αναιρεσείουσα δεν επικαλείται στο αναιρετήριο ότι έγινε νόμιμη επίκληση της ένορκης ως άνω κατάθεσης του μαρτυρά της με τις προτάσεις της στο Εφετείο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ο εξεταζόμενος λόγος αναίρεσης από τον αριθ. 11 γ' του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι αόριστος, σε κάθε δε περίπτωση ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, αφού από την επισκόπηση των προτάσεων της αναιρεσείουσας στο Εφετείο, που κατατέθηκαν στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της έφεσης, δεν προκύπτει ότι έγινε επίκληση της φερομένης ως μη ληφθείσης υπόψη ως άνω ένορκης κατάθεσης στο ακροατήριο του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και ως εκ τούτου το Εφετείο καλώς δεν τη έλαβε υπόψη του. Αφού απορρίπτεται η αίτηση αναιρέσεως πρέπει η αναιρεσείουσα να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 5-1-2009 αίτηση της Α. Τ. για αναίρεση της 526/2009 απόφασης του Εφετείου Πειραιώς.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Ιανουαρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 23 Ιανουαρίου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή