Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 517 / 2013    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγωγή αναγνωριστική, Χρησικτησία.




Περίληψη:
Αναγνωριστική αγωγή κυριότητας, τρόπος κτήσης κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία. Λόγοι αναίρεσης από αριθ. 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ.




Αριθμός 517/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Φεβρουαρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας - καθής η κλήση: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ", και έδρα την Αθήνα, που εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Ξερνό.
Του αναιρεσιβλήτου - καλούντος: Ε. - Ι. Α. του Κ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο του Ελισσάβετ Αντωνιάδου.
Των αναιρεσιβλήτων - καθών η κλήση: 1) Σ. Α. χας Κ., το γένος Ι. Κ., 2) Ι. Α. του Κ. και 3) Χ. Α. του Κ., κατοίκων ..., οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 24/5/2004 αγωγή του ήδη αναιρεσίβλητου - καλούντος, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Πολυγύρου Χαλκιδικής. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 8/2005 του ίδιου Δικαστηρίου και 47/2008 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκιδικής. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η αναιρεσείουσα με την από 7/7/2008 αίτησή της και τους από 1/2/2011 πρόσθετους λόγους, επί των οποίων εκδόθηκε η 510/2011 απόφαση του Αρείου Πάγου που κήρυξε τη συζήτηση απαράδεκτη. Την υπόθεση επαναφέρει προς συζήτηση ο καλών με την από 3/11/2011 κλήση του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 25/2/2011 έκθεση του κωλυομένου να μετάσχει στη σύνθεση Κωνσταντίνου Τσόλα, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθούν η αίτηση αναίρεση και οι πρόσθετοι λόγοι.
Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και των πρόσθετων λόγων, η πληρεξουσία του παραστάντος αναιρεσίβλητου την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή από τις 4808Β, 48010Β, 48012Β, 48014Β/14-2-2012 και 4853Β, 4851Β/21-3-2012 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Χαλκιδικής ..., τις οποίες επικαλείται και προσκομίζει ο επισπεύδων τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης πρώτος αναιρεσίβλητος Ε.-Ι. Α., με την από 3-11-2011 κλήση του, μετά την κήρυξη απαράδεκτης της συζήτησης της με την 510/2011 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της αίτησης αναίρεσης και της από 3-11-2011 κλήσης με πράξη ορισμού δικασίμου για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας (6.2.2013) επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στους 2η, 3η και 4ο των αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι όμως δεν εμφανίσθηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο με δήλωση κατά το άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ κατά τη συζήτηση της υπόθεσης κατά την οποία αυτή εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο. Επομένως πρέπει η συζήτηση της υπόθεσης να προχωρήσει παρά την απουσία τους. 1.- Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 74, 556 και 558 ΚΠολΔ. προκύπτει ότι νομιμοποιείται παθητικά ως αναιρεσίβλητος ο αντίδικος του αναιρεσείοντος, εκείνος δηλαδή έναντι του οποίου ο αναιρεσείων νικήθηκε, όχι δε και ο ομόδικος του, ο οποίος νικήθηκε επίσης και ο οποίος ως εκ τούτου, έχοντας το ίδιο έννομο συμφέρον να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, μόνο ως ομόδικος του αναιρεσείοντος (με την άσκηση αναίρεσης από κοινού ή αυτοτελώς) δύναται να μετάσχει στην κατ' αναίρεση δίκη, εκτός αν λόγω της φύσης της δίκης ήταν δυνατή η δημιουργία αντιδικίας και μεταξύ των ομοδίκων, όπως στη δίκη διανομής (ΟλΑΠ 63/1981).
Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, την οποία ασκεί η εναγόμενη στην αναγνωριστική κυριότητας ακινήτου αγωγή του αναιρεσιβλήτου, κατά των συνεναγομένων της (στην ίδια αγωγή) Σ. χήρας Κ. Α., Ι. Κ. Α. και Χ. Κ. Α. είναι κατά το μέρος που στρέφεται κατ' αυτών απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 577 παρ.2 ΚΠολΔ.
2.-. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 1020 ΚΠολΔ η αγωγή διεκδίκησης του πράγματος που πλειστηριάστηκε πρέπει να ασκηθεί μέσα σε αποκλειστική προθεσμία για τα κινητά ενός έτους από τότε που παραδόθηκαν στον υπερθεματιστή, και για τα ακίνητα πέντε ετών από τότε που μεταγράφηκε η περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης. Με τη διάταξη αυτή ορίζεται ειδική βραχυπρόθεσμη αποκλειστική προθεσμία άσκησης της διεκδικητικής αγωγής του πράγματος που πλειστηριάστηκε από τρίτους. Είναι προφανές ότι η ως άνω διάταξη έχει εφαρμογή στην περίπτωση που ο τρίτος διεκδικεί το πράγμα που εκπλειστηριάστηκε επί του οποίου αξιώνει δικαίωμα κυριότητας που είχε αποκτηθεί πριν από την εκπλειστηρίασή του και δεν αφορά την διεκδικητική αγωγή του τρίτου, ο οποίος απέκτησε την κυριότητα αυτού με νόμιμο τρόπο μετά την εγκατάσταση του υπερθεματιστή και τη μεταγραφή της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης.
Στην προκειμένη περίπτωση το, δίκασαν ως Εφετείο, Πολυμελές Πρωτοδικείο Χαλκιδικής αναφέρει στην προσβαλλόμενη απόφαση του, ότι με την από 24-5-2004 (με αριθ. εκθ. κατ.46/2004) ένδικη αγωγή του ο ενάγων και ήδη πρώτος αναιρεσίβλητος εξέθετε, ότι είναι κύριος του περιγραφομένου αγροτεμαχίου-ελαιώνα, που βρίσκεται στη θέση "Σαρρή-Τούμπα" της κτηματικής περιοχής του δημοτικού διαμερίσματος Πολυγύρου του Δήμου Πολυγύρου Χαλκιδικής, εμβαδού 10.912 τ.μ., που αποτελεί τμήμα μεγαλύτερου ακινήτου, έκτασης 40 περίπου στρεμμάτων. Ότι αρχικώς, δυνάμει της υπ' αριθμ. .../9-10-1974 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Πολυγύρου Χρήστου Κοσμέτη, που μεταγράφηκε νόμιμα, περιήλθε σ' αυτόν ποσοστό συγκυριότητας εξ αδιαιρέτου επί του όλου ακινήτου των 40 στρεμμάτων, από κληρονομιά του πατέρα του Κ. Α., που απεβίωσε χωρίς να αφήσει διαθήκη στις 5-8-1970, εν συνεχεία, όμως, κατέστη αποκλειστικός κύριος του ως άνω τμήματος, (των 10.912 τ.μ.), με πρωτότυπο τρόπο, και ειδικότερα, με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, ασκώντας πράξεις νομής επ' αυτού για χρόνο μείζονα της εικοσαετίας. Ειδικότερα, αναφέρει ότι δυνάμει του υπ' αριθμ. .../8-5-1982 προσυμφώνου διανομής ακινήτων της συμβολαιογράφου Πολυγύρου Στέλλας Κερδεμελίδου- Αθανασιάδου, οι συγκληρονόμοι του ως άνω ακινήτου κατήρτισαν σύμβαση διανομής του όλου ακινήτου, στα πλαίσια της οποίας αυτός (ενάγων) έλαβε το ανωτέρω διαιρετό τμήμα των 10.912 τ.μ., ότι έκτοτε (8-5-1982) εγκαταστάθηκε στη νομή του, ασκώντας επ' αυτού τις αναφερόμενες, λεπτομερώς, στην αγωγή πράξεις νομής, χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από κανέναν, και ότι η εναγομένη τράπεζα, η οποία απέκτησε δικαίωμα συγκυριότητας και επί του επιδίκου τμήματος, κατά ποσοστό % εξ αδιαιρέτου, δυνάμει περίληψης κατακυρωτικής εκθέσεως, που μεταγράφηκε νόμιμα στις 2 Απριλίου 1984 και εγκαταστάθηκε στο ακίνητο, στις 31-7-1984, αν και γνώριζε ότι αυτός (ενάγων) ασκούσε επί του ανωτέρω διαιρετού τμήματος πράξεις νομής ουδέποτε εναντιώθηκε, αποδεχόμενη με τη συμπεριφορά της τις πράξεις αποκλειστικής νομής, διάνοια κυρίου, στο επίδικο για χρόνο μεγαλύτερο της εικοσαετίας, μέχρι την άσκηση της αγωγής. Με βάση αυτά τα περιστατικά, και, εκθέτοντας, ότι η εναγόμενη τράπεζα ήδη αμφισβητεί το δικαίωμα της κυριότητας του, επί του τμήματος των 10 στρεμμάτων, το οποίο αποκτήθηκε με έκτακτη χρησικτησία, ζήτησε να αναγνωριστεί κύριος του επίδικου αυτού ακινήτου. Περαιτέρω το Πολυμελές Πρωτοδικείο δέχθηκε, επί λέξει, "ότι η ως άνω αγωγή δεν υπόκειται στην αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 1020 ΚΠολΔ, διότι ο ενάγων ζητεί την αναγνώριση του δικαιώματος κυριότητας του επί του ανωτέρω διαιρετού τμήματος των 10.912 τ.μ., επικαλούμενος πρωτότυπο τρόπο κτήσης κυριότητας από την 31-7-1984 και όχι για προγενέστερο χρόνοι. Έτσι που έκρινε το Πολυμελές Πρωτοδικείο, (το οποίο στη συνέχεια δέχθηκε την αγωγή ως νόμω και ουσία βάσιμη), δεν παραβίασε, με την (εσφαλμένη) μη εφαρμογή της την προδιαληφθείσα ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1020 ΚΠολΔ και, συνακόλουθα, δεν υπέπεσε, με το να μη απορρίψει την ένδικη αγωγή ως απαράδεκτη για τον ανωτέρω λόγο, στην αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 14 του ίδιου Κώδικα. Τούτο γιατί η άσκηση της ένδικης αγωγής δεν εμπίπτει, όπως προαναφέρθηκε στην προεκτεθείσα νομική σκέψη, στην ειδική βραχυπρόθεσμη αποκλειστική προθεσμία του εν λόγω άρθρου 1020 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι υπό τα ως άνω εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής περιστατικά, (τα οποία δέχεται η προσβαλλόμενη απόφαση), ο ενάγων απέκτησε δικαίωμα κυριότητας επί του επιδίκου ακινήτου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας που συμπληρώθηκε (και) μετά την εγκατάσταση της εναγομένης- αναιρεσείουσας στο ακίνητο που εκπλειστηριάστηκε.
Συνεπώς, είναι αβάσιμος ο μοναδικός λόγος του κυρίου δικογράφου αναίρεσης, από τον αριθ.1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ, όπως συμπληρώνεται με τον τρίτο λόγο του δικογράφου των πρόσθετων λόγων αναίρεσης, με τον οποίο η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται τ' αντίθετα. 3.- Επειδή, κατά το άρθρο 1045 Α.Κ εκείνος που έχει στη νομή του για μία εικοσαετία πράγμα κινητό ή ακίνητο γίνεται κύριος με έκτακτη χρησικτησία, κατά δε το άρθρο 974 του ίδιου Κώδικα όποιος απέκτησε τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα(κατοχή) είναι νομέας, αν ασκεί την εξουσία αυτή με διάνοια κυρίου. Άσκηση νομής, προκειμένου για ακίνητο, συνιστούν εμφανείς υλικές ενέργειες επάνω σ'αυτό που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, με τις οποίες εκδηλώνεται η βούληση του νομέα να το εξουσιάζει. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 785-787, 974, 980, 981, 982, 994 και 1113 ΑΚ, συνάγεται ότι ο συγκοινωνός, αν κατέχει ολόκληρο το κοινό πράγμα, θεωρείται ότι κατέχει αυτό και στο όνομα των λοιπών κοινωνών και δεν μπορεί να αντιτάξει κατ' αυτών κτητική (έκτακτη χρησικτησία) παραγραφή, προτού καταστήσει γνωστό σ1 αυτούς ότι αποφάσισε να νέμεται το κοινό πράγμα αποκλειστικώς στο όνομα του ως κύριος και από τη γνωστοποίηση αυτήν παρέλθει η απαιτούμενη για την χρησικτησία εικοσαετία. Όμως, η παραπάνω γνωστοποίηση δεν απαιτείται όταν οι λοιποί συγκύριοι-συγκοινωνοί έχουν λάβει γνώση, με οποιοδήποτε τρόπο, της απόφασης που εκδήλωσε ο κοινωνός ότι κατέχει ολόκληρο το κοινό και ότι εφεξής νέμεται αυτό ως αποκλειστικός κύριος και περάσει από τη γνώση αυτή η προθεσμία της αποσβεστικής ή κτητικής παραγραφής (ΑΠ 398/2009), Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθ.1 εδ.α' ΚΠολΔ, κατά των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά αποφάσεων των ειρηνοδικείων αναίρεση επιτρέπεται και αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο λόγος αυτός αναίρεσης, για ευθεία παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμόστηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, ή αν εφαρμόστηκε, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν φανερή την παραβίαση. Τούτο συμβαίνει όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται.
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινα δεκτά τα ακόλουθα: Ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος είναι κύριος, νομέας και κάτοχος ενός αγροτεμαχίου- ελαιώνα, που βρίσκεται στη θέση "Σαρρή- Τούμπα" της κτηματικής περιοχής του δημοτικού διαμερίσματος Πολυγύρου του Δήμου Πολυγύρου Χαλκιδικής, εμβαδού 10.912 τ.μ., που αποτελεί τμήμα μείζονος ελαιώνα έκτασης 40, περίπου, στρεμμάτων. Το ακίνητο αυτό (των 10.912 τ.μ.) συνορεύει βόρεια και σε πλευρά 64,50 μ., με ιδιοκτησία Π. και σε πλευρά 36,10 μ., με ιδιοκτησία Μ. Χ., ανατολικά σε τεθλασμένη πλευρά 238,1 μ. με αγροτικό δρόμο, νότια σε πλευρά 55,40 μ. με ιδιοκτησία κληρονόμων Γ. Α. και δυτικά σε τεθλασμένη πλευρά 71,7 μ., με ιδιοκτησία κληρονόμων Γ. Α. και σε πλευρά 67,70 μ., με ιδιοκτησία Α. Ζ.. Αρχικώς, και δυνάμει της υπ' αριθμ. .../9-10-1974 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Πολυγύρου Χρήστου Κοσμέτη, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πολυγύρου, στον τόμο ΚΘ και με α. α. 449, περιήλθε στον ενάγοντα ποσοστό συγκυριότητας 1/4 εξ αδιαιρέτου επί του όλου ακινήτου των 40 στρεμμάτων, συνορευόμενο γύρωθεν με κτήματα ανατολικώς Μ. χήρας Ν. Μ. και λάκκο, δυτικώς Γ. Α. και Ν. Ζ., βορείως με δρόμο αγροτικό και νοτίως με λάκκο, από κληρονομιά του πατέρα του Κ. Α., που απεβίωσε, χωρίς να αφήσει διαθήκη στις 5-8-1970. Εν συνεχεία, και δυνάμει του υπ' αριθμ. .../8-5-1982 προσυμφώνου διανομής ακινήτων της συμβολαιογράφου Πολυγύρου Στέλλας Κερδεμελίδου-Αθανασιάδου, ο ενάγων και οι Σ. χήρα Κ. Α., Ι. Α. του Κ., και Χ. Α., ως συγκύριοι, κατά ποσοστό 1/8 εξ αδιαιρέτου ο καθένας, και ο Μ. Α. του Χ., ως συγκύριος, κατά ποσοστό 4/8 εξ αδιαιρέτου, κατήρτισαν προσύμφωνο διανομής και του άνω ακινήτου των 40 στρεμμάτων, στα πλαίσια της οποίας προσυμφωνήθηκε ότι ο ενάγων θα ελάμβανε, κατά αποκλειστική κυριότητα το ανωτέρω διαιρετό τμήμα, ενώ το λοιπό τμήμα των 30 στρεμμάτων, περίπου, θα λάμβανε ο Χ. Α.. Αμέσως, με την κατάρτιση του ανωτέρω προσυμφώνου, ο ενάγων εγκαταστάθηκε στη νομή του ως άνω τμήματος. Έκτοτε, και δη από το χρόνο κατάρτισης του ανωτέρω προσυμφώνου, ήτοι από το έτος 1982, ο ενάγων εγκαταστάθηκε στη νομή του προαναφερόμενου ακινήτου (του διαιρετού τμήματος δηλ των 10.912 τ.μ. ως ανωτέρω περιγράφεται) επί του οποίου ασκούσε συνεχώς και αδιαλείπτως μέχρι την 31-7-1984 και από την 31-7-1984 μέχρι σήμερα, διακατοχικές πράξεις διάνοια κυρίου. Ειδικότερα, με τη με αριθμ. .../30-6-1983 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Χαλκιδικής ..., με επίσπευση της εναγόμενης και ήδη αναιρεσείουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας, και για την ικανοποίηση απαίτησης της, κατασχέθηκαν αναγκαστικά τα 2/4 εξ αδιαιρέτου επί του ως άνω ακινήτου των 40 στρεμμάτων των οφειλετών της, Σ. χήρας Κ. Α. και Χ. Α.. Με την υπ' αριθμ. .../30-3-1984 έκθεση αναγκαστικού πλειστηριασμού της υπαλλήλου του πλειστηριασμού συμβολαιογράφου Πολυγύρου Στέλλας Κερδεμελίδου-Αθανασιάδου κατακυρώθηκε αυτό στην εναγόμενη τραπεζική εταιρία, και με την υπ' αριθμ. .../30-3-1984 περίληψη κατακυρωτικής εκθέσεως της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πολυγύρου στον τόμο ... και με α.α. 340, η εναγόμενη τραπεζική εταιρία κατέστη συγκυρία, κατά ποσοστό 2/4 εξ αδιαιρέτου του όλου αγρού των 40 στρεμμάτων. Ακολούθησε, επιταγή, κάτωθι της ως άνω περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης, προς την Σ. χήρα Κ. Α. και Χ. Α., προς αποβολή από τη νομή κατά 1/4 εξ αδιαιρέτου καθενός από τους καθ' ων ο πλειστηριασμός, ήτοι 2/4 εξ αδιαιρέτου ενός ελαιώνα, έκτασης 20.000 τ.μ. και του όλου ελαιώνα 40.000 τ.μ., αποβολή των ως άνω καθ' ων η εκτέλεση, από τα 2/4 εξ αδιαιρέτου ( 1/4 + 1/4 έκαστον των οφειλετών) έκτασης 20.000 τ.μ., συνολικής έκτασης του ελαιώνα 40.000 τ.μ. όπως, επακριβώς, περιγράφεται στη με αριθμ. .../31-7-1984 έκθεση αποβολής και εγκατάστασης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Χαλκιδικής ..., και εγκατάσταση της εναγόμενης τραπεζικής εταιρίας στο ως άνω ακίνητο. Πλην όμως, η εναγομένη από την ως άνω εγκατάσταση της επί της σύννομης του επιδίκου, ουδέποτε άσκησε πράξεις σύννομης σ7 αυτό. Ο ενάγων, την 31-7-1984, ανακατέλαβε τη νομή του επίδικου τμήματος. Τις αποκλειστικές πράξεις νομής ασκούσε ο ενάγων χωρίς να αναγνωρίζει άλλον συνδικαιούχο της νομής του επιδίκου, για το λόγο ότι οι δικαιοπάροχοι της εναγόμενης τραπεζικής εταιρίας είχαν παραδώσει σ'αυτόν την αποκλειστική νομή του επιδίκου. Ο ενάγων, ανακαταλαμβάνοντας, ευθύς αμέσως, ήτοι από την 31-7-1984, και μέχρι σήμερα, καλλιεργεί τα εντός επιδίκου υπάρχοντα ελαιόδεντρα, τα κλαδεύει, οργώνει, καθαρίζει το ακίνητο από τα χόρτα και συλλέγει τον καρπό, χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από την εναγομένη τραπεζική εταιρία, η οποία και γνώριζε ότι αυτός ασκούσε επί του ανωτέρω διαιρετού τμήματος πράξεις νομής. Κατά τη διάρκεια των ετών αυτών, ουδέποτε η εναγόμενη εναντιώθηκε αν και τελούσε, δια των προστηθέντων οργάνων της, σε γνώση του γεγονότος ότι ο ενάγων ασκούσε επί του ανωτέρω διαιρετού τμήματος τις προαναφερόμενες αποκλειστικές πράξεις νομής. Τις παραπάνω πράξεις αποκλειστικής νομής του γνώριζαν όχι μόνο οι λοιποί συγκύριοι του ακινήτου αλλά και ολόκληρη η τοπική κοινωνία. Ήταν, άλλωστε, κοινώς γνωστό και στην εναγόμενη ότι μεταξύ όλων των συγκυρίων αγροτεμαχίων της επίδικης περιοχής, μετά την πρώτη γενεά, γίνονταν άτυπες διανομές, με άσκηση αποκλειστικής νομής διάνοια κυρίου σε συγκεκριμένα τμήματα, όπως και στην προκείμενη περίπτωση. Ενισχυτικό της γνώσης της αποτελεί το γεγονός ότι εκπλειστηριάστηκαν τα 2/4 εξ αδιαιρέτου του ακινήτου των 40.000 τ. μ. και κατά την περιγραφή της ως άνω έκθεσης βίαιης αποβολής αποβλήθηκαν οι καθ' ων η εκτέλεση και εγκαταστάθηκε η εναγόμενη στα 2/4 εξ αδιαιρέτου ενός ελαιώνα έκτασης 20.000 τ.μ. και του όλου ελαιώνα 40.000 τ.μ. Η εναγόμενη τραπεζική εταιρία ουδέποτε ζήτησε απόδοση λογαριασμού για τους καρπούς που λάμβανε από το επίδικο, αν και γνώριζε, κατά το χρόνο εγκατάστασης της, ότι τον καρπό λαμβάνει, διάνοια αποκλειστικού κυρίου, ο ενάγων. Με τον τρόπο αυτό., ο ενάγων απέκτησε την κυριότητα του ως άνω επίδικου ακινήτου, με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, καθότι ασκούσε πράξεις νομής, αποκλειστικά για τον εαυτό του, για χρόνο μείζονα της εικοσαετίας, και, συγκεκριμένα, αμέσως, μετά τη σύνταξη της έκθεσης εγκατάστασης, στη νομή του επίδικου ακινήτου, 31-7-1984, οπότε είχε γνώση η εναγομένη, μέχρι την 26-1-2005, χρόνο συζήτησης της υπό κρίση αγωγής ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Η εναγόμενη τραπεζική εταιρία ισχυρίζεται ότι ο ίδιος ο ενάγων, με το περιεχόμενο της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκιδικής αγωγής του (αριθμ. έκθ. καταθ. 187Π/1999), η οποία απευθυνόταν και κατά της αυτής εναγομένης και με την οποία ζητούσε την καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως του Χ. Α. και της συγκυρίας εναγόμενης τραπεζικής εταιρίας, προκειμένου οι τελευταίοι να υπογράψουν το οριστικό συμβόλαιο διανομής, σε εκτέλεση του ανωτέρω προσυμφώνου διανομής, συνομολογούσε, τότε, το ανωτέρω δικαίωμα συγκυριότητας της, σε ποσοστό 2/4 εξ αδιαιρέτου επί του αρχικού ακινήτου των 40 στρεμμάτων και, επομένως, και του επιδίκου, που αποτελεί τμήμα αυτού και ως εκ του λόγου αυτού οιεσδήποτε διακατοχικές πράξεις και αν ασκούνταν επί του επίδικου αυτού ακινήτου δεν ασκούνταν από αυτόν (ενάγοντα) διάνοια κυρίου. Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός της εναγόμενης τράπεζας κρίνεται ως αβάσιμος. Καταρχήν, στην αγωγή γίνεται επίκληση ότι συγκύριος του ακινήτου των 40 στρεμμάτων, κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, ήταν και ο Μ. Α. του Χ., αδελφός του Κ. Α.. Ο ενάγων, όμως, μέχρι, την άσκηση της αγωγής εκείνης, δεν είχε συμπληρώσει τον απαιτούμενο χρόνο κτήσης της κυριότητας, με έκτακτη χρησικτησία, αν και ασκούσε, από την 31-7-1984, συνεχώς, και αδιαλείπτως τις ανωτέρω περιγραφόμενες πράξεις νομής επί της επίδικης αυτής έκτασης. Με την προαναφερόμενη αγωγή του, ο ενάγων, ιστορώντας το προαναφερθέν προσύμφωνο διανομής, επεδίωξε την απόκτηση, και μόνον, τίτλου κυριότητας επί του επίδικου ακινήτου, εκλαμβάνοντας ότι υπόχρεη προς εκτέλεση του προσυμφώνου διανομής ήταν η ειδική διάδοχος των συμβαλλομένων στο προσύμφωνο, εναγόμενη τραπεζική εταιρία. Η αναφορά στο δικόγραφο της αγωγής ότι η τελευταία είχε καταστεί συγκυρία, κατά ποσοστό 2/4 εξ αδιαιρέτου, με τη μεταγραφή της ως άνω κατακυρωτικής έκθεσης, δεν ενέχει αναγνώριση της συγκυριότητας της εναγομένης, αλλά ούτε της διενέργειας πράξεων σύννομης από την τελευταία, επί του επιδίκου τμήματος, αλλά έγινε αποκλειστικά, επειδή πίστευε ότι με τον τρόπο αυτό καθίστατο αυτή υπόχρεη προς εκπλήρωση των υποχρεώσεων των Α. χήρας Κ. Α. και Χ. Ε. προς αυτόν, από το ως άνω προσύμφωνο διανομής. Άλλωστε, η σχετική αναφορά, στο δικόγραφο της ανωτέρω αγωγής, ανάγεται μόνο στο χρόνο κτήσης του σχετικού δικαιώματος συγκυριότητας, και, συγκεκριμένα, στο χρόνο μεταγραφής, 2-4-1984, και δεν υποδηλώνει ομολογία περί ύπαρξης του δικαιώματος αυτού στο πρόσωπο της εναγομένης, μετά την 31-7-1984, αλλά ούτε και κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής αυτής (1999), ούτε βέβαια και διαλαμβάνεται τέτοιου είδους μνεία στο σχετικό δικόγραφο, ενώ η αναφορά, στην ως άνω αγωγή καταδίκης βούλησης ότι είναι συγκύριος κατά ποσοστό1/4 εξ αδιαιρέτου, αναφέρεται μόνο στην εξ αδιαιρέτου κληρονομική διαδοχή του ενάγοντος στην κληρονομιά του αποβιώσαντος, την 5-8-1970, κληρονομούμενου Κ. Α. του Χ.. Εξάλλου, η εναγομένη, ουδέποτε μέχρι το χρόνο αυτό, 1999, αλλά ούτε και μετά, είχε προβάλλει την οιαδήποτε αντίρρηση, αν και, εξαρχής, τελούσε σε γνώση του γεγονότος ότι ο ενάγων ασκούσε επί του επιδίκου τις ανωτέρω πράξεις νομής, αποδεχόμενη, σιωπηρώς, την κατάσταση αυτή, ως έχει ήδη εκτεθεί. Με βάση τις παραδοχές αυτές το, δίκασαν ως Εφετείο, Πολυμελές Πρωτοδικείο Χαλκιδικής δέχθηκε και ως κατ' ουσίαν βάσιμη την ένδικη αναγνωριστική κυριότητας αγωγή του αναιρεσιβλήτου, η οποία στηριζόταν σε πρωτότυπο τρόπο (έκτακτη χρησικτησία) κτήσης κυριότητας. Έτσι, όπως ανωτέρω, έκρινε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Χαλκιδικής, δεν παραβίασε τις προδιαληφθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 980, 981, 982, 994, 1113 και 1045 ΑΚ, αφού υπό τα ως άνω (ανελέγκτως) γενόμενα δεκτά ο αναιρεσίβλητος έγινε κύριος του επίδικου ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, δεδομένου ότι το κατείχε με διάνοια κυρίου, αποκλειστικά για λογαριασμό του, εν γνώσει της αναιρεσείουσας, επί τον απαιτούμενο χρόνο της εικοσαετίας.
Συνεπώς, οι πρώτος και δεύτερος, κατά το πρώτο μέρος, λόγοι του δικογράφου των πρόσθετων λόγων αναίρεσης, όπως εκτιμώνται, από τον αριθ.1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ, με τους οποίους η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Χαλκιδικής, που δίκασε ως Εφετείο, την αιτίαση, ότι παραβίασε τις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις είναι αβάσιμοι. Ως προς το δεύτερο μέρος του, ο ως άνω δεύτερος λόγος του δικογράφου των πρόσθετων λόγων αναίρεσης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι οι αιτιάσεις, που με αυτόν αποδίδονται στην πληττόμενη απόφαση, αφορούν την εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα αναφέρονται στην ανάλυση, στάθμιση και αξιολόγηση του πορίσματος που εξήγαγε το δικαστήριο της ουσίας από αυτές, αναφορικώς με το ανωτέρω ουσιώδες ζήτημα της γνώσης της αναιρεσείουσας, ότι ο αναιρεσίβλητος νεμόταν αποκλειστικά για λογαριασμό του το επίδικο ακίνητο επί τον απαιτούμενο χρόνο χρησικτησίας.
Αφού απορρίπτεται η αίτηση αναίρεσης πρέπει η ηττηθείσα αναιρεσείουσα να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του παρισταμένου πρώτου αναιρεσιβλήτου (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 7-7-2008 αίτηση και τους από 1-2-2011 προσθέτους λόγους αυτής της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος ΑΕ, για αναίρεση της 47/2008 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκιδικής, που δίκασε ως Εφετείο.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα του πρώτου αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων (2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Μαρτίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 26 Μαρτίου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή