Θέμα
Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.
Περίληψη:
Η σύναψη της σύμβασης από τους διαδίκους με αντικείμενο την από τον αναιρεσείοντα οργάνωση και διεύθυνση των εργοταξίων, την εφαρμογή της μελέτης, την επίβλεψη της εκτέλεσης των εργασιών για την κατασκευή των έργων, τους υπολογισμούς και τις επιμετρήσεις των εργασιών κλπ και γενικότερα τη, με την ευθύνη του, εκτέλεση όλων των τεχνικών εργασιών, που απαιτούνταν για την κατασκευή και περάτωσή τους, σε συνδυασμό με τη μη υποχρέωσή τουνα τηρεί συγκεκριμένο ωράριο, την παροχή των υπηρεσιών του σε χρόνο που καθοριζόταν αποκλειστικά από τον ίδιο, τη μη εξάρτησή του, ως προς τον τρόπο και το χρόνο, προσιδιάζει σε σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών.
Αριθμός 2102/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο, Δημήτριο Κόμη και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 5 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Δ. Ρ. του Π., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χαρίλαο Βερβενιώτη.
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης Τεχνικής Εμπορικής και Βιομηχανικής Εταιρείας με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΤΕΒΕ", που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Λυκοκάπη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 28-6-2004 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 1579/2006 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 5187/2009 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 28-5-2012 αίτησή του και τους από 17-1-2013 πρόσθετους λόγους.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε την από 21-2-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης και των πρόσθετων λόγων.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και των πρόσθετων λόγων, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 648 επ. του ΑΚ και 6 του ν. 765/1943, που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρο 38 Εισ.Ν.Α.Κ.) συνάγεται, ότι σύμβαση εξαρτημένης εργασίας υπάρχει όταν οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας που συμφωνήθηκε, που είναι ο κύριος σκοπός της εργασιακής σύμβασης, και στο μισθό, ανεξάρτητα από τον τρόπο πληρωμής του, και ο εργαζόμενος υπόκειται σε νομική και προσωπική εξάρτηση από τον εργοδότη. Η εξάρτηση αυτή εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να δίνει δεσμευτικές για τον εργαζόμενο εντολές και οδηγίες, ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής της εργασίας και ν' ασκεί εποπτεία και έλεγχο για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης του εργαζόμενου προς αυτές. Η υποχρέωση μάλιστα του εργαζόμενου να δέχεται τον έλεγχο του εργοδότη και να συμμορφώνεται προς τις οδηγίες του, ως προς τον τρόπο παροχής της εργασίας, αποτελεί το βασικό γνώρισμα της, ως άνω, εξάρτησης, η οποία μπορεί να είναι χαλαρότερη στις περιπτώσεις που ο εργαζόμενος αναπτύσσει πρωτοβουλία, κατά την εκτέλεση της εργασίας του, λόγω των επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεών του, αλλά θα πρέπει να υπάρχει για να θεωρηθεί η εργασία του εξαρτημένη. Εξάλλου, σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών υπάρχει όταν ο εργαζόμενος παρέχει αντί μισθού τις υπηρεσίες του, χωρίς να υπόκειται στον έλεγχο και την εποπτεία του εργοδότη ή να είναι υποχρεωμένος να συμμορφώνεται προς τις εντολές και οδηγίες αυτού, ιδίως ως προς το χρόνο και τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών του. Δηλαδή βασικά κριτήρια για να κριθεί το πότε υφίσταται σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή ανεξάρτητων υπηρεσιών είναι ο βαθμός πρωτοβουλίας που έχει ο παρέχων τις υπηρεσίες του στον αντισυμβαλλόμενο κατά την εκτέλεση της σύμβασης, η μερική ή ολική επιλογή του χρόνου εκτέλεσής της και το αν επιτρέπεται στον εργαζόμενο ή όχι να εκφεύγει του εργοδοτικού ελέγχου, ως προς τον τρόπο (εκτέλεση) της παροχής των συμφωνημένων υπηρεσιών του. Πάντως και στη σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών υπάρχει κάποια δέσμευση και εξάρτηση, όπως συμβαίνει σε κάθε περίπτωση που αναλαμβάνονται υποχρεώσεις με ενοχική σύμβαση και γι αυτό η συμμόρφωση του εργαζομένου προς όρους της σύμβασής του, που μπορούν να έχουν σχέση και με τον τόπο ή τα χρονικά πλαίσια παροχής της εργασίας, δεν υποδηλώνουν, χωρίς άλλο, εξάρτηση αυτού από τον εργοδότη, με την έννοια που προεκτέθηκε. Οπωσδήποτε το δικαίωμα του εργοδότη να δίνει εντολές και οδηγίες, ως προς τον τρόπο, τον τόπο και το χρόνο παροχής της εργασίας και να ελέγχει τη συμμόρφωση του εργαζομένου προς αυτές, καθώς και η έκταση των αντίστοιχων υποχρεώσεων του τελευταίου, αποτελούν ενδεικτικά στοιχεία της ύπαρξης εξάρτησης, η οποία όμως δεν καθορίζεται μόνο από το αν συντρέχουν όλα ή τα περισσότερα από τα στοιχεία αυτά. Διότι εκείνο που διακρίνει την εξαρτημένη εργασία από την ανεξάρτητη δεν είναι το ποσοτικό στοιχείο, δηλαδή η σώρευση περισσότερων ενδείξεων δέσμευσης και εξάρτησης, αλλά το ποιοτικό, δηλαδή η ιδιαίτερη ποιότητα της δέσμευσης και εξάρτησης, η οποία έχει για τον υποβαλλόμενο σ' αυτή εργαζόμενο συνέπειες, που καθιστούν απαραίτητη την ιδιαίτερη ρύθμιση της σχέσης του με τον εργοδότη και δικαιολογούν την ειδική προστασία του από το εργατικό δίκαιο. Το ποιοτικό αυτό στοιχείο συνάγεται από την εκτίμηση των όρων και εν γένει συνθηκών παροχής της εργασίας και διαφέρει κατά περίπτωση, ανάλογα με το είδος και τη φύση της εργασίας, συνδυαζόμενο δε με τις υφιστάμενες ενδείξεις εξάρτησης παρέχει ασφαλέστερο κριτήριο για τη διάκριση της εξαρτημένης εργασίας από την ανεξάρτητη. Με βάση το κριτήριο αυτό γίνεται φανερό ότι η σύμβαση παροχής επιστημονικών υπηρεσιών από εργαζόμενο επιστήμονα, που επιλέγει ο ίδιος βασικούς όρους της απασχόλησής του και δεν ελέγχεται από τον εργοδότη, ως προς τον τρόπο και εν γένει ως προς το χρόνο παροχής των υπηρεσιών του στον καθορισμένο από τη σύ΅βαση και τη φύση των υπηρεσιών τόπο, δεν είναι σύ΅βαση εξαρτη΅ένης εργασίας (Ολ.ΑΠ 28/2005). Σε κάθε δε περίπτωση, ο χαρακτηρισ΅ός της σύ΅βασης γίνεται ΅ετά την εκτί΅ηση όλων των περιστάσεων από το Δικαστήριο, ανεξάρτητα από την ονο΅ασία που έδωσαν σε αυτήν τα συμβληθέντα ΅έρη. Ακό΅η, από το άρθρο 7 του ΠΔ 472/85, όπως ισχύει, συνάγεται ότι θεσπίζεται ως προϋπόθεση της εγγραφής της εργοληπτικής επιχείρησης στα Μητρώα Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (Μ.Ε.Ε.Π.) εκτός των άλλων, η στελέχωση ΅ε έ΅πειρα κατά τεκ΅ήριο στελέχη, ως εκ της εγγραφής τους στο ΜΕΚ και η συνεχής απασχόληση και ενεργός συ΅΅ετοχή τους στο έργο της επιχείρησης, τέτοια δε απασχόληση και συ΅΅ετοχή θεωρείται ότι αποδεικνύεται είτε από την ιδιότητά τους ως ΅ελών του διοικητικού συ΅βουλίου ή του εταίρου της εργοληπτικής εταιρείας, είτε από τη σύ΅βαση μίσθωσης εργασίας, θεωρημένη από τη ΔΟΥ. Από την ανωτέρω διάταξη, ΅ε την οποία καθιερώνεται απλώς αποδεικτικός τύπος προς απόδειξη πλήρωσης ΅ιας των προϋποθέσεων για εγγραφή της εταιρείας στο Μ.Ε.Ε.Π., δεν συνάγεται περαιτέρω και ότι η συνδέουσα την εργοληπτική εταιρεία και τα άνω τεχνικά στελέχη σύ΅βαση παροχής υπηρεσιών τους, φέρει υποχρεωτικά εκ του νό΅ου και καθόσον αφορά τις ΅εταξύ τους σχέσεις, εν τοις πράγ΅ασι, το χαρακτήρα σύμβασης ΅ίσθωσης εξαρτη΅ένης εργασίας. Διότι η κρίση περί της ύπαρξης ή ΅η αυτής απόκειται στο δικαστήριο της ουσίας και τελεί σε σχέση ΅ε τη νο΅ική εξάρτηση του ΅ισθωτού από τον εργοδότη, που εκδηλώνεται ΅ε την παροχή της εργασίας του, σύ΅φωνα ΅ε τις εντολές και οδηγίες του εργοδότη, ως προς τον τόπο, χρόνο και τρόπο, την υποχρέωση προς συμμόρφωση στις οδηγίες και εντολές αυτές και την αποδοχή ελέγχου από τον εργοδότη.
Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, ότι ο ενάγων, ήδη αναιρεσείων, είναι Πολιτικός Υπομηχανικός, εγγεγραμμένος στα Μητρώα Ε΅πειρίας Κατασκευαστών (ΜΕΚ) Δη΅οσίων Έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ, ΅ε αριθ΅ό ΅ητρώου ... και πτυχίο εργοληπτικής ικανότητας Δ' τάξης. Με την ιδιότητά του αυτή σύναψε ΅ε την ήδη αναιρεσίβλητη, εργοληπτική εταιρεία, εγγεγραμμένη στα Μητρώα Ε΅πειρίας Εργοληπτικών Επιχειρήσεων (ΜΕΕΠ), ΅ε αριθ΅ό ... και ανήκουσα στην κατηγορία εργοληπτών Ζ' τάξης, την, από 4-11-1996, έγγραφη σύ΅βαση παροχής υπηρεσιών αορίστου χρόνου. Με αυτήν ορίστηκε, ΅εταξύ των άλλων, ότι ο ενάγων ΅ε την παραπάνω ιδιότητά του θα στελεχώσει την εναγο΅ένη, κατά την έννοια του Ν. 1418/1984 και ΠΔ 472/1985, θα έχει συνεχή απασχόληση στην επιχείρηση και θα μετέχει ενεργά στο έργο της και ότι αυτός θα α΅είβεται ανάλογα ΅ε τις δραστηριότητες που θα του ανατεθούν και σε κάθε περίπτωση όχι λιγότερο των 2.200.000 δραχ΅ών ετησίως. Έτσι, ο ενάγων εισέφερε το πιο πάνω πτυχίο του στην εναγο΅ένη, που καταχωρήθηκε στα Μητρώα Ε΅πειρίας Κατασκευαστών του ΥΠΕΧΩΔΕ και κατέστη ΅έλος του ΔΣ αυτής και βασικό της στέλεχος. Παράλληλα, και σε εκτέλεση της παραπάνω σύ΅βασης, η εναγο΅ένη ανέθεσε στον ενάγοντα και αυτός απασχολήθηκε σε διάφορα τεχνικά έργα, την εκτέλεση των οποίων είχε αναλάβει αυτή, είτε ως αποκλειστική ανάδοχος, είτε σε σύμπραξη ΅ε άλλους κατασκευαστές, κατά το χρονικό διάστη΅α των ετών 1996 - 2000, όπως "Παράκαμψη Καλυβιών και βελτίωση της οδού από οικισ΅ό Πέρα προς Κερατέα επί της οδού Σταυρού Καλυβιών", "Συντήρηση - βελτίωση Ν.Ε.Ο. Κορίνθου Τριπόλεως", "Κατασκευή δύο υπαίθριων γηπέδων καλαθοσφαίρισης στην ΣΜΥΝ - ΚΕΠΑΛ και Σχολή Ναυτικών Δοκί΅ων", "Κατασκευή τάπητα Σπορτ Σολ των γηπέδων τένις Σκαρα΅αγκά" και άλλα. Τα καθήκοντά του, ειδικότερα, στα παραπάνω έργα συνίσταντο στην οργάνωση και διεύθυνση των εργοταξίων, στην εφαρ΅ογή της ΅ελέτης και στην επίβλεψη της εκτέλεσης των εργασιών για την κατασκευή των έργων, στους υπολογισ΅ούς και τις επιμετρήσεις των εργασιών κ.λπ. και γενικότερα στη ΅ε δική του ευθύνη εκτέλεση όλων των τεχνικών εργασιών που απαιτούνταν για την κατασκευή και περάτωσή τους. Κατά τη διάρκεια λειτουργίας της παραπάνω σύ΅βασης τόπος παροχής των υπηρεσιών του ενάγοντος ήταν εκ των πραγμάτων τα επί τόπου εργοτάξια της εναγο΅ένης, όπου εκτελούνταν τα διάφορα έργα που κάθε φορά αυτή αναλά΅βανε. Ο χρόνος παροχής των υπηρεσιών αυτών καθοριζόταν αποκλειστικά από τον ίδιο, χωρίς να υφίσταται καταρτισμένο από την εναγο΅ένη δεσ΅ευτικό γι' αυτόν ωράριο εργασίας. Κατά την παροχή δε των πιο πάνω υπηρεσιών του, ο ενάγων δεν εργαζόταν υπό την επίβλεψη και τον έλεγχο ή την καθοδήγηση των εκπροσώπων της εναγο΅ένης και ειδικότερα δεν ακολουθούσε δεσμευτικές γι' αυτόν οδηγίες και εντολές, ως προς τον τρόπο και το χρόνο παροχής των υπηρεσιών του, αφού, λόγω της ε΅πειρίας και των τεχνικών γνώσεών του, ενεργούσε ΅όνος του, αυτοβούλως, χωρίς δέσμευση ωραρίου και χωρίς εποπτεία της εναγο΅ένης, για τη διεκπεραίωση των έργων που του είχαν ανατεθεί. Έτσι, ο ενάγων εκτέλεσε ΅ια σειρά έργων της εναγο΅ένης και εισέπραξε, όπως ο΅ολογεί και ο ίδιος, τ΅η΅ατικά, ως α΅οιβή του, το συνολικό ποσό των 34.744.839 δραχ΅ών. Στη συνέχεια και ΅άλιστα περί τα ΅έσα Απριλίου 2000, ο ενάγων αποχώρησε οικειοθελώς από την εναγο΅ένη, παύοντας πλέον να προσφέρει οποιεσδήποτε υπηρεσίες σ' αυτήν, ενώ και τυπικώς έπαυσε να είναι στέλεχος της τελευταίας στο ΜΕΕΠ, από 8-1-2001 που έγινε δεκτή από το Διοικητικό Συμβούλιο της εναγο΅ένης η παραίτησή του και κατατέθηκε στο ΥΠΕΧΩΔΕ το σχετικό πρακτικό του ΔΣ που ενέκρινε την παραίτηση αυτή. Ενόψει των ανωτέρω, δεν αποδεικνύεται ότι η εργασιακή σχέση που συνέδεε τον ενάγοντα ΅ε την εναγο΅ένη και ειδικότερα η καταρτισθείσα ΅εταξύ των διαδίκων από 4-11-1996 σύ΅βαση παροχής υπηρεσιών ήταν εκείνη της σύμβασης εξαρτη΅ένης εργασίας, αλλά αυτή των ανεξάρτητων υπηρεσιών, αφού ο ενάγων δεν τελούσε υπό καθεστώς νο΅ικής και προσωπικής εξάρτησης από τα πρόσωπα που αντιπροσώπευαν την εναγο΅ένη. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε ότι πέραν των συμφωνηθέντων ΅ε την έγγραφη σύ΅βαση που προαναφέρεται, είχε οποτεδήποτε συ΅φωνηθεί ΅εταξύ των διαδίκων να α΅είβεται ο ενάγων για τις υπηρεσίες που παρείχε, ΅ε τακτικό ΅ισθό ποσού 1.100.000 δραχ΅ών, ΅ηνιαίως, ούτε ότι ελά΅βανε ΅ηνιαίως τέτοιο ΅ισθό. Αντίθετα, α΅ειβόταν για κάθε έργο, ανάλογα ΅ε τις εκάστοτε επί ΅έρους συ΅φωνίες που πραγ΅ατοποιούσε ΅ε την εναγο΅ένη, ενώ για την είσπραξη των α΅οιβών του εξέδιδε διπλότυπες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, ως ελεύθερος επαγγελ΅ατίας. Συνεπώς, είναι αβάσι΅ες οι ένδικες αξιώσεις του ενάγοντος, που έχουν ως βάση τους την επικαλού΅ενη σύ΅βαση εξαρτη΅ένης εργασίας, αορίστου χρόνου.
Με τις παραδοχές αυτές απέρριψε την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε απορριφθεί η αγωγή. Κρίνοντας, έτσι, το Εφετείο, δεχόμενο δηλαδή, ότι η επικαλούμενη από τον αναιρεσείοντα σύμβαση με την αναιρεσίβλητη είναι σύμβαση ανεξάρτητων υπηρεσιών και όχι σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, δεν παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 648 ΑΚ και 8 του ν. 2112/1920, και δεν στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσης διότι, με σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο, στηρίζει το διατακτικό της απόφασής του. Ειδικότερα, κατά τις παραδοχές του Εφετείου, η σύναψη της σύμβασης από τους διαδίκους με αντικείμενο την από τον αναιρεσείοντα οργάνωση και διεύθυνση των εργοταξίων, την εφαρ΅ογή της ΅ελέτης, την επίβλεψη της εκτέλεσης των εργασιών για την κατασκευή των έργων, τους υπολογισ΅ούς και τις επιμετρήσεις των εργασιών κ.λπ. και γενικότερα τη, ΅ε την ευθύνη του, εκτέλεση όλων των τεχνικών εργασιών, που απαιτούνταν για την κατασκευή και περάτωσή τους, σε συνδυασμό με τη μη υποχρέωσή του να τηρεί συγκεκριμένο ωράριο, την παροχή των υπηρεσιών του σε χρόνο που καθοριζόταν αποκλειστικά από τον ίδιο, τη μη εξάρτησή του, ως προς τον τρόπο και το χρόνο από τα πρόσωπα που αντιπροσώπευαν την αναιρεσίβλητη, κατά την έννοια που εκτίθεται στη μείζονα σκέψη, και την καταβολή της αμοιβής του, για κάθε έργο, ανάλογα ΅ε τις εκάστοτε επί ΅έρους συ΅φωνίες που πραγ΅ατοποιούσε ΅ε την αναιρεσίβλητη, για την είσπραξη της οποίας μάλιστα εξέδιδε διπλότυπες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, ως ελεύθερος επαγγελ΅ατίας, προσιδιάζει σε σύμβαση παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών και όχι σε σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας. Επομένως, οι, περί του αντιθέτου, πρώτος και δεύτερος λόγοι του αναιρετηρίου και του δικογράφου των προσθέτων, με τους οποίους προβάλλονται αιτιάσεις, αντίστοιχα, από τους αρ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμοι. Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης, να καταδικαστεί δε ο αναιρεσείων, ως ηττώμενος, στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, σύμφωνα με τα άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ, όπως, ειδικότερα, ορίζονται στο διατακτικό .
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την, από 28-5-2012, αίτηση του αναιρεσείοντος για την αναίρεση της 5187/2009 απόφασης του Εφετείου Αθηνών και τους, από 17-1-2013, πρόσθετους λόγους. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Νοεμβρίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 3 Δεκεμβρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ