Θέμα
Αγωγή αναγνωριστική, Χρησικτησία.
Περίληψη:
Τρόπος κτήσης κυριότητας: παράγωγος ή πρωτότυπος (χρησικτησία). Λόγοι αναίρεσης από τον αρ. 19, 20, 1§2 και 11γ' του άρθρου 559 ΚΠολΔ.
Αριθμός 763/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Α. Ρ. του Ι., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ελευθέριο Τσολάκο.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Γ. Ρ. του Α., κατοίκου ..., και 2) Γ. Ρ. του Α., συζύγου Ι. Κ., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Τασσόπουλο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 28/5/2002 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σύρου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 51ΤΜ/2003 μη οριστική και 47ΤΜ/2006 οριστική του ιδίου Δικαστηρίου και 184/2010 του Εφετείου Αιγαίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 21/10/2011 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 20/2/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκων του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 369, 1033, 1192, 1194 και 1198 του Α.Κ., αποκτά κάποιος κυριότητα ακινήτου με παράγωγο τρόπο, ύστερα από συμφωνία με τον κύριο του ακινήτου ότι μετατίθεται σε αυτόν η κυριότητα για κάποια νόμιμη αιτία, εφόσον η σχετική συμφωνία γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο και υποβληθεί σε μεταγραφή, ενώ όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 974, 1041 και 1045 του Α.Κ., με τον πρωτότυπο τρόπο της τακτικής ή έκτακτης χρησικτησίας αποκτά την κυριότητα ακινήτου εκείνος που έχει στη νομή του το ακίνητο με καλή πίστη και με νόμιμο τίτλο για μια δεκαετία, (τακτική χρησικτησία) ή ανεξάρτητα από καλή πίστη και νόμιμο τίτλο, για μια εικοσαετία (έκτακτη χρησικτησία). Περαιτέρω, κατά την έννοια του αριθ. 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ., ανεπαρκής ή αντιφατική αιτιολογία που έχει ως συνέπεια την αναίρεση για έλλειψη νομίμου βάσεως, υπάρχει όταν από το αιτιολογικό της αποφάσεως δεν προκύπτουν κατά τρόπο σαφή και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία σύμφωνα με το νόμο είναι αναγκαία για τη θεμελίωση του κανόνα δικαίου που εφαρμόσθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση, όχι όμως και όταν υπάρχουν ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και, ειδικότερα, στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές, εφόσον τούτο εκτίθεται σαφώς. Ως "ζητήματα", των οποίων η μη αιτιολόγηση ή η αιτιολόγηση κατά τρόπο ανεπαρκή ή αντιφατικό στερεί από την απόφαση τη νόμιμη βάση της, νοούνται μόνον οι ισχυρισμοί που έχουν αυτοτελή ύπαρξη, δηλαδή εκείνοι που τείνουν στη θεμελίωση ή την κατάλυση δικαιώματος που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο, όχι όμως και τα απλά πραγματικά ή νομικά επιχειρήματα, που δεν συνέχονται με την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, για τα οποία η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας δεν ιδρύει λόγο αναιρέσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση το Εφετείο δέχτηκε τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Δυνάμει του υπ' αρ. .../7.3.1989 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Ερμούπολης Σύρου Μάξιμου Ταλασλή που νόμιμα μεταγράφηκε, ο πατέρας του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου Ι. Ρ. του Α., μεταβίβασε σ' αυτόν, μεταξύ άλλων ένα αγρόκτημα που βρίσκεται στη θέση "..." της Σύρου της περιφέρειας της Κοινότητας Βάρης Σύρου, όπως αυτό φαίνεται στο προσαρτηθέν από 20.1.1989 τοπογραφικό διάγραμμα του Αγρονόμου-Τοπογράφου Μηχανικού Ε. Φ. με τα αλφαβητικά στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΗΘΑ συνολικής έκτασης 4.861 τ.μ , από τα οποία 140 τ.μ αποτελούσαν καλυμμένη επιφάνεια κτισμάτων, και ειδικότερα ισόγειας κατοικίας κτισθείσας το έτος 1985 δυνάμει της προσαρτηθείσας υπ' αρ. .../85 οικοδομικής άδειας του Γραφείου Πολεοδομίας Ν. Κυκλάδων καλυμμένης επιφανείας 39,63 τ.μ , ενώ τα υπόλοιπα αποτελούσαν καλυμμένη επιφάνεια αγροτικής αποθήκης. Το ανωτέρω αγρόκτημα, που βρίσκεται εκτός σχεδίου, αλλά είναι άρτιο και οικοδομήσιμο κατά την υπεύθυνη δήλωση του πιο πάνω συντάξαντος το ανωτέρω τοπογραφικό διάγραμμα τοπογράφου μηχανικού, συνορεύει γύρω του, σύμφωνα μ' αυτό, βόρεια σε πλευρά ΑΒ μήκους 121,60 μ. με κοινοτικό δρόμο πλάτους 6 μέτρων, νότια σε πλευρά ΗΘ μήκους 81 μ., που στο ως άνω συμβόλαιο αναγράφηκε ότι όμορη είναι η ιδιοκτησία Ι. Α. Ρ. , ανατολικά σε πλευρά ΑΘ μήκους 53 μ. με κοινοτικό δρόμο πλάτους 4 μ. και δυτικά σε πλευρά (τεθλασμένη γραμμή στο ανωτέρω τοπογραφικό διάγραμμα) ΒΓΔΕΖΗ συνολικού μήκους 68,60 μ. (ΒΓ = 5μ., ΓΔ =10μ., ΔΕ =15,10 μ., ΕΖ = 14 μ., ΖΗ =24,50 μ. κατά το ίδιο τοπογραφικό διάγραμμα), που στο ως άνω συμβόλαιο αναγράφηκε ότι όμορη είναι η ιδιοκτησία κληρονόμων Α. Ρ. και Α. Ρ.. Περαιτέρω, στον προαναφερθέντα δικαιοπάροχο και πατέρα του ενάγοντος, Ι. Ρ., είχε μεταβιβασθεί λόγω δωρεάς το παρακάτω περιγραφόμενο ακίνητο: Α) από τον πατέρα του Α. Ρ. δυνάμει του υπ' αρ. .../2.7.1949 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Ερμούπολης Γεωργίου Αθανασούλια που νόμιμα μεταγράφηκε, μεταξύ άλλων, όπως επί λέξει αναγράφηκε (σελ.2-3): "... 1ον) Εξ ενός ακινήτου αγροτικού κτήματος του, κειμένου εις θέσιν Αζόλιμνος Κριθάρι της περιφέρειας της Κοινότητας Μάννα της Σύρου όντος περιτοιχισμένου, έχοντος έκτασιν ενός στρέμματος και τριών τετάρτων του στρέμματος (1 3/4 ), εκ της οποίας εκτάσεως τμήμα απαρτιζόμενον εκ δύο σκαλίων έχον έκτασιν ενός στρέμματος καλλιεργείται ως κήπος, το δε υπόλοιπον τμήμα εκ του όλου άνω κτήματος έχον έκτασιν τριών τετάρτων (3/4) του στρέμματος καλλιεργείται ως άμπελος, περιέχοντος δε δύο φρεάτια, εκ των οποίων το μεν ένα φρέαρ φέρει τοποθετημένον επ' αυτού σιδηρούν μάγκανον, το δε έτερον φρέαρ είναι κατακεχωσμένον ως στερούμενον ύδατος προς δε πέντε συκόδεντρα, δύο καλύβας διά σταυλισμόν των ζώων, και οικίαν συνιστάμενην πρότερον εκ τριών διαμερισμάτων και ήδη κατηρειπωθείσαν και μετασχηματισθείσαν εις αχυρώνα, συνορευομένου δε με δύο δημοσίας οδούς και με κτήματα ήδη κληρονόμων Μ. Α. Π., Ν. Γ. Μ., και Γ. Δ. Μ., ..., εκ του όλου άνω περιγραφέντος άνω ακινήτου αγροτικού τμήματος τούτου δωρείται ο ρηθείς πρώτος των συμβαλλομένων δωρητής Α. Ι. Ρ. δια δωρεάς εν ζωή τελείας και ισχυρός προς τον ώδε αντίσυμβαλλόμενον δωρεοδόχον υιόν του Ι. Α. Ρ. διηρημένως τα ακόλουθα τμήματα: α) Εν σκαλίον κήπου κείμενον προς το νοτεινόν μέρος, έχον έκτασιν ημίσεως (1/2) στρέμματος ως έγγιστα, περιέχον δυο συκόδεντρα, την μία εκ των δύο καλυβών των περιεχομένων εντός του όλου άνω κτήματος, και δη την ανατολικήν καλύβην, και τον αχυρώνα, ως και το μερίδιον εν δεύτερον (1/2) επί του όλου και εξ αδιαιρέτου επί του φρέατος μετά σιδηρού μαγκάνου και επί της δεξαμενής των ευρισκομένων εντός του ως άνω δωρουμένου σκαλιού, β) εν τεμάχιον αμπέλου κείμενον προς το ανατολικό μέρος της όλης άνω αμπέλου, και προς το νοτιανατολικόν μέρος του όλου άνω κήπου, έχον έκτασιν ενός τετάρτου (1/4) του στρέμματος και τα δυο δωρούμενα ως άνω, σκαλίον κήπου και σκαλίον αμπέλου συνορεύουσι γύρωθεν με το υπόλοιπον ίδιον ως άνω ακίνητο αγροτικό κτήμα το παραμένον εις την κυριότητα αυτού (του άνω δωρητού), με κτήμα Γ. Δ. Μ. και με δύο δημοσίας οδούς ...". Β) Από τους γονείς του Α. Ρ. και Α. συζ. Α. Ρ. δυνάμει του υπ' αρ. .../11.6.1955 συμβολαίου του ιδίου ως άνω συμβολαιογράφου που νόμιμα μεταγράφηκε, καθένας σε ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, που είχε περιέλθει σ' αυτούς από αγορά δυνάμει του μνημονευόμενου σ' αυτό υπ' αρ. .../13.8.1918 νομίμως μεταγραφέντος συμβολαίου του συμβολαιογράφου Ερμούπολης Σωκράτη Ανδρούτσου, μεταξύ άλλων, όπως επί λέξει αναγράφηκε (σελ.3): "... 1ον) Εν σκαλίον κήπου κείμενον εις θέσιν Αζόλιμνος Κριθάρι της περιφέρειας της Κοινότητας Μάννα της Γύρου και προς το Βορειοανατολικόν μέρος του όλου κήπου, έχον έκτασιν ημίσεως (1/2) στρέμματος, περιέχον φρέαρ που είναι κατακεχωσμένον ως στερούμενον ύδατος, προσέτι δε μιαν καλύβην, συνορευόμενον δε γύρωθεν με έτερον σκαλίον κήπου ανήκον ήδη εις τον εκατέρωθεν συμβαλλόμενον δωρεοδόχον υιόν του Ι. Α. Ρ. και με δημόσιο δρόμο ...". Ακολούθως, δυνάμει της υπ' αρ. .../6.11.1984 πράξεως καθορισμού ορίων του συμβολαιογράφου Ερμούπολης Ιάκωβου Πρίντεζη, που υπογράφηκε μεταξύ αφενός του προαναφερθέντος δικαιοπαρόχου & πατέρα του ενάγοντος (Ι. Α. Ρ.) και αφετέρου των Α. Α. Ρ., Α. Α. Ρ. & Α. Ι. Ρ. (ήδη ενάγοντος), που έγινε, όπως ρητά αναφέρεται στην ως άνω σύμβαση (φύλλο 2ο - σελ.3 προς το τέλος) ,προς άρση κάθε αμφιβολίας περί των ορίων και της εκτάσεως του παρακάτω ακινήτου του ανωτέρω Ι. Α. Ρ., σύμφωνα με τη σχετική δυνατότητα τους, Α) ο μεν συμβαλλόμενος Ι. Α. Ρ. δήλωσε ότι είναι κύριος δυνάμει των πιο πάνω συμβολαίων (υπ' αρ. .../2.7.1949 & .../11.6.1955), επί λέξει στα ακόλουθα αγροτικά ακίνητα: "... 1ον) αγροτικό ακίνητο κτήμα κείμενο εις θέση "Αζόλιμνος Κριθάρι" περιτοιχισμένο, έχον έκτασιν κατά τον άνω τίτλο κτήσεως (.../2.7.1949 ..,) ένα στρέμμα και 3/4 του στρέμματος , εκ της οποίας εκτάσεως τμήμα απαρτιζόμενον εκ δύο σκαλιών έχον έκτασιν ενός στρέμματος καλλιεργείται ως κήπος, το δε υπόλοιπον τμήμα του όλου άνω κτήματος έχον έκτασιν τριών τετάρτων (3/4) του στρέμματος καλλιεργείται ως άμπελος, περιέχοντος δε δύο φρεάτια, εκ των οποίων το μεν ένα φρέαρ φέρει τοποθετημένον επ' αυτού σιδηρούν μάγκανον, το δε έτερον φρέαρ είναι χωμένο ως στερούμενο ύδατος προς δε δύο καλύβας και οικίαν κατερειπωμένην και μετασχηματισθείσαν εις αχυρώνα, συνορευομένου δε με δύο δημοσίας οδούς και με κτήματα ήδη κληρονόμων Μ. Α. Π., Ν. Γ. Μ., και Γ. Δ. Μ. και 2ον) Εν σκαλίον κήπου κείμενον εις ιδίαν θέσιν "..." και προς το βορειοανατολικών μέρος του ποτέ όλου κήπου, έχον έκτασιν ημίσεως (1/2) στρέμματος κατά τον τίτλο κτήσεως (.../11.6.1955....), περιέχον φρέαρ χωμένο ως στερούμενο ύδατος προσέτι δε και μίαν καλύβην, συνορευόμενον δε γύρωθεν κατά τον αυτόν τίτλο κτήσεως με έτερον σκαλίον κήπου ιδιοκτησίας αφενός συμβαλλομένου Ι. Α. Ρ. (προπεριγραφέν ακίνητο) και δημόσιον δρόμον. Ολόκληρον το ακίνητο τούτο κτήμα εμφαίνεται ως ενιαίον ακίνητον εις το από Μαΐου 1984 τοπογραφικό διάγραμμα του Πολιτικού Μηχανικού Σ. Ρ. υπό τα αλφαβητικά στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Α έχει έκτασιν κατά νεωτέρα καταμέτρησιν μέτρα τετραγωνικά τέσσερις χιλιάδες οκτακόσια εξήντα ένα (4.861 μ.τ.) και συνορεύεται εις αυτό γύρωθεν προς Βορειονατολικά επί πλευράς διαγράμματος Ι-Α-Β μήκους μέτρων 121,60 μ. με κοινοτικό δρόμο πλ. 6μ., προς νοτιοδυτικά επί πλευράς ιδίου διαγράμματος Η-Θ μήκους μέτρων 81 μ. με την ιδιοκτησία Α. Ρ., προς νοτιοανατολικά επί Θ-Ι μέτρων 53 μ. με κοινοτικό δρόμο πλ. 4μ. και προς Βορειοδυτικά επί πλευράς τεθλασμένης ιδίου διαγράμματος Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η μήκους μέτρων 68,60 μ. εν μέρει με την ιδιοκτησίαν Α. Α. Ρ. και εν μέρει με την ιδιοκτησίαν Α. Α. Ρ. ...", ενώ Β) οι συμβαλλόμενοι Α. Α. Ρ., Α. Α. Ρ. και Α. Ι. Ρ. δήλωσαν ως ιδιοκτήτες των ομόρων των ως άνω ακινήτων επί λέξει ότι "... γνωρίζουν καλώς και βεβαιούν ότι η έκτασις του προπεριγραφέντος εναιαίου ακινήτου και εις τον αφενός συμβαλλόμενον Ι. Α. Ρ. ανήκοντος κατά κυριότητα, ... δυνάμει των άνω τίτλων, είναι η ανωτέρω αναφερομένη και κατά νεωτέραν καταμέτρησιν ευρεθείσα ... τέσσερις χιλιάδες οκτακόσια εξήντα ένα μέτρα τετραγωνικά (4.861 μ.τ.) μη έχοντες ούτοι ή διατηρούντες ουδεμίαν κατά του προπεριγραφέντος ακινήτου απαίτησιν ανήκοντος ... κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητος ... εις τον Ι. Α. Ρ. δυνάμει των ανωτέρω τίτλων ...". Επακολούθησε η σύνταξη του από Σεπτεμβρίου 2001 τοπογραφικού διαγράμματος του προαναφερθέντος Ε. Φ., Αγρονόμου-Τοπογράφου Μηχανικού, υπό τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΗΘΙΚΛΜΝΞΟΠΡΣΤΥΦΧΑ, όπου αναγράφηκε ότι τα όρια υπέδειξαν οι ιδιοκτήτες και κατά το οποίο η ιδιοκτησία του ενάγοντος συνορεύει: Βόρεια επί τεθλασμένης πλευράς διαγράμματος Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-ΟΠ-Ρ-Σ-Τ-Υ μήκους εκατόν είκοσι ένα και πενήντα εκατοστών (121,50 μ) με Κοινοτικό δρόμο μεταβλητού πλάτους μεγαλύτερου των πέντε (πέντε) μέτρων. Ανατολικά επί πλευράς διαγράμματος Υ-Φ-Χ-Α μήκους μέτρων πενήντα τέσσερα και πενήντα εκατοστά (54,50μ.) με άλλο Κοινοτικό δρόμο μεταβλητού πλάτους. Νότια εν μέρει επί πλευράς διαγράμματος Α-Β-Γ μήκους μέτρων ογδόντα δύο και δέκα εκατοστά (82,10μ.) με ακίνητο ιδιοκτησίας του ενάγοντος και εν μέρει επί πλευράς διαγράμματος Δ-Ε μήκους μέτρων δέκα τέσσερα (14μ.) με ακίνητο ιδιοκτησίας εναγόμενου και εν μέρει επί πλευράς διαγράμματος Ζ-Η ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ μήκους μέτρων επτά και τριάντα εκατοστά (7,30μ.) με ακίνητο ιδιοκτησίας Ν. Ρ.. Δυτικά επί πλευράς διαγράμματος Γ-Δ μήκους μέτρων είκοσι τέσσερα και σαράντα εκατοστά (24,40μ.) με ακίνητο ιδιοκτησίας εναγόμενου. Νοτιοδυτικά σε πλευρά διαγράμματος Ε-Ζ μήκους μέτρων δέκα τέσσερα και εξήντα εκατοστά και με πλευρά διαγράμματος Η-Θ μήκους μέτρων τεσσεράμιση (4,50 μ.) με ακίνητο ιδιοκτησίας Ν. Ρ.. Στο ως άνω τοπογραφικό διάγραμμα η έκταση της ιδιοκτησίας του ενάγοντος αναγράφηκε ότι είναι 5.244 τ.μ, ενώ σ' αυτό η αμφισβητούμενη από τον εναγόμενο από το Σεπτέμβριο του έτους 2001 έκταση των 204 τ. μ εμφαίνεται με τα στοιχεία Γ-Δ-Δ'-Π-Γ και σύμφωνα μ' αυτό συνορεύει γύρω του: Βόρεια σε πλευρά Δ'-Δ μήκους 8,50 μ. και ανατολικά σε πλευρά Δ'-Γ' μήκους 24,30 μ. με υπόλοπο τμήμα του προπεριγραφέντος όλου ακινήτου του ενάγοντος.Νότια σε πλευρά Γ'-Γ μήκους 9,20 μ. με άλλο ακίνητο ιδιοκτησίας ενάγοντος και δυτικά σε πλευρά ΓΔ σε πλευρά μήκους 24,40 μ. με ιδιοκτησία εναγομένου. Από την αντιπαραβολή όλων των παραπάνω συμβολαίων και τοπογραφικών διαγραμμάτων προκύπτει ότι: 1) Οι τίτλοι ιδιοκτησίας του προαναφερθέντος δικαιοπαρόχου & πατέρα του ενάγοντος (υπ' αρ. .../2.7.1949 & .../11.6.1955) δεν συνοδεύονται από τοπογραφικά διαγράμματα, ούτε αναγράφονται σ' αυτούς τα ακριβή όρια (σε πλευρές και προσανατολισμό) γειτνίασης με τους όμορους ιδιοκτήτες, ενώ η έκταση του όλου ακινήτου ,που δεν καθορίζεται σ' αυτούς με σαφήνεια, σε κάθε περίπτωση διαφέρει σημαντικά, χωρίς καθόλου αυτό να αιτιολογείται, από τη μεταβιβασθείσα ακολούθως απ' εκείνον λόγω γονικής παροχής (υπ' αρ. .../7.3.1989 συμβόλαιο) στον ενάγοντα (13/4 στρέμμα + 1/2 στρέμμα= 2 1/4 στρέμματα αρχικά, αντί 4.861 τ.μ. ακολούθως). 2) Τοπογραφικό διάγραμμα προσαρτάται το πρώτον στην υπ' αρ. .../6.11.1984 πράξη καθορισμού ορίων, με την οποία, με νεότερη καταμέτρηση, η έκταση του όλου προπεριγραφέντος ακινήτου συμφωνείται από τους συμβαλλομένους σ' αυτήν σε 4.861 τ.μ. 3) Τα τοπογραφικά διαγράμματα α) από Μαϊου 1984 του Πολιτικού Μηχανικού Σ. Ρ. υπό τα αλφαβητικά στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Α και β) από 20.1.1989 του Αγρονόμου-Τοπογράφου Μηχανικού Ε. Φ. με τα αλφαβητικά στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΗΘΑ ταυτίζονται ως προς τα όρια (μήκος πλευρών και προσανατολισμό) και την έκταση του όλου ως άνω ακινήτου. 4) Το από Σεπτεμβρίου 2001 τοπογραφικό διάγραμμα του προαναφερθέντος Ε. Φ., Αγρονόμου-Τοπογράφου Μηχανικού, υπό τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΗΘΙΚΛΜΝΞΟΠΡΣΤΥΦΧΑ τοπογραφικό διάγραμμα αναβιβάζει τη συνολική έκταση του ανωτέρω ακινήτου σε 5.244 τ.μ, χωρίς όμως να δίνεται καμιά πειστική εξήγηση για την ανακύπτουσα διαφορά ως προς αυτήν, σε σχέση με τα πιο πάνω προγενέστερα τοπογραφικά (5.244-4.861), που μάλιστα έγινε σε σχετικά μικρό μεσολαβήσαν χρονικό διάστημα. Πρέπει να σημειωθεί ότι το συμπέρασμα της από Μαΐου 2004 πραγματογνωμοσύνης της πιο πάνω διορισθείσας πραγματογνώμονος Β. Μ. (σελ. 10), που επί λέξει αναφέρει "... Επειδή στους προγενέστερους τίτλους κτήσης του ακινήτου του 1949 και 1955 δεν υπάρχουν σαφή όρια, οι πλευρές του ακινήτου υποδεικνύονται από τον ιδιοκτήτη Ι. Ρ. και γίνονται αποδεκτές από τους ιδιοκτήτες των όμορων ακινήτων μεταξύ των οποίων και ο δικαιοπάροχος του εναγόμενου Α. Ρ..
Με βάση αυτή την περιγραφή του ακινήτου, το επίδικο τμήμα εμπεριέχεται στην ιδιοκτησία του Ι. Ρ. πατέρα του ενάγοντα ...", δεν είναι πειστικό, ώστε να συντελέσει στο σχηματισμό από το Δικαστήριο αυτό εδραίας σχετικής δικανικής πεποίθησης. Ειδικότερα, δεν παρέχεται σαφής και σύμφωνη με τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 αρ.4 ΚΠολΔ) εξήγηση του λόγου των πιο πάνω εκάστοτε διαφορών των καταμετρήσεων, που ανακύπτουν, ως προς την έκταση του όλου ακινήτου, ούτε εκτίθεται ο σύμφωνος μ' αυτά τρόπος, βάσει του οποίου συμπεραίνεται ότι η επίδικη έκταση εμπεριεχόταν στην ιδιοκτησία του ανωτέρω δικαιοπαρόχου του ενάγοντος. Εξάλλου, πρέπει να παρατηρηθεί ότι από την ως άνω πραγματογνώμονα λαμβάνεται αποκλειστικά υπόψη, όπως συνάγεται, μόνον η συμφωνία (προδήλως περί καθορισμού ορίων) των δικαιοπαρόχων των διαδίκων ως προς τις πλευρές του ακινήτου, χωρίς όμως αυτή (συμφωνία) να μπορεί αυτοτελώς χωρίς να άλλα στοιχεία, να οδηγήσει με ασφάλεια στο πιο πάνω συμπέρασμα της διενεργηθείσας πραγματογνωμοσύνης, εν όψει μάλιστα του ότι το τότε συμφωνηθέν εμβαδόν του όλου ακινήτου (4.861 τ.μ) διαφέρει ουσιωδώς από το καταμετρηθέν μετά από αρκετά έτη με επιμέλεια του ενάγοντος εμβαδόν του (5.244 τ.μ), στο οποίο προδήλως συμπεριλαμβάνεται και το επίδικο τμήμα, στοιχείο που υποδηλώνει κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας (άρθρο 336 αρ.4ΚΠολΔ) τη μετατόπιση εκ μέρους του των συμφωνηθέντων ορίων. Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι τόσο ο ενάγων από το έτος 1989, οπότε του μεταβιβάσθηκε το όλο ακίνητο, όσο και ο προαναφερθείς δικαιοπάροχος & πατέρας του Ι. Ρ., από τότε που περιήλθε εκείνο σ' αυτόν (έτη 1949 και 1955), νεμήθηκαν με διάνοια κυρίου την επίδικη έκταση των 204 τ.μ, ως επί πλέον μέρος της μεταβιβασθείσας σ' αυτούς έκτασης του όλου ακινήτου, καλλιεργώντας τη με νωπά κηπευτικά προϊόντα τόσο σε θερμοκήπια (κολοκύθια, τομάτες, αγγούρια κ.λπ) όσο και στην ύπαιθρο (πατάτες, κρεμμύδια, λάχανα κ.λπ) και απλώνοντας μέσα σ' αυτήν σύκα, αφού προηγουμένως λόγω των παρατεταμένων ανομβριών ξεράθηκαν τα αμπέλια έβγαλαν τις υπάρχουσες κληματόριζες, όπως ο ενάγων αβάσιμα ισχυρίσθηκε, δεδομένου ότι οι σχετικές ένορκες καταθέσεις-βεβαιώσεις των μαρτύρων του, μη ενισχυόμενες από άλλα αποδεικτικά στοιχεία και αναιρούμενες από τις περί του αντιθέτου ένορκες καταθέσεις-βεβαιώσεις των μαρτύρων του εναγομένου, δεν μπορούν να αποτελέσουν βάση για το σχηματισμό ανάλογης, ασφαλούς, σαφούς και πλήρους δικανικής πεποίθησης". Ακολούθως το Εφετείο, δεχόμενο την έφεση των αναιρεσιβλήτων και ως βάσιμη κατ' ουσίαν, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση, που είχε δεχτεί την ένδικη διεκδικητική αγωγή του αναιρεσείοντος και απέρριψε αυτήν ως αβάσιμη κατ' ουσίαν. Με αυτά, που δέχτηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε τις ως άνω διατάξεις ουσιαστικού δικαίου και δεν στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση, αφού ως προς το κρίσιμο ζήτημα ότι ο ενάγων δεν κατέστη κύριος του επίδικου ακινήτου με πρωτότυπο και παράγωγο τρόπο, διέλαβε πλήρεις σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή εφαρμογή των και επομένως οι σχετικοί τρίτος και πέμπτος λόγοι αναίρεσης από τον αριθ.19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Επειδή ο προβλεπόμενος από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. λόγος αναίρεσης για παραμόρφωση εγγράφου συνίσταται στο διαγνωστικό λάθος της απόδοσης από το δικαστήριο της ουσίας σε αποδεικτικό, με την έννοια των άρθρων 339 και 432 Κ.Πολ.Δ., έγγραφο, περιεχομένου καταδήλως διαφορετικού από το αληθινό, εξαιτίας του οποίου καταλήγει σε πόρισμα επιζήμιο για τον αναιρεσείοντα. Δεν περιλαμβάνει όμως και την περίπτωση που το δικαστήριο, από την εκτίμηση και αξιολόγηση του αληθινού περιεχομένου του εγγράφου, έστω και εσφαλμένα, καταλήγει σε συμπέρασμα αντίθετο από εκείνο που θεώρησε ως ορθό ο αναιρεσείων, γιατί τότε πρόκειται για αιτίαση σχετική με την εκτίμηση πραγμάτων, η οποία δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο.
Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθ. 20 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. πλημμέλεια διότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο α)της .../1984 πράξης καθορισμού ορίων του συμ/φου Ιάκωβου Πρίντεζη, β)τον από 20-1-1989 τοπογραφικού διαγράμματος του Τοπ. Μηχ. Ε. Φ. και γ)τον από Σεπτεμβρίου 2001 τοπογραφικού του αυτού ως άνω Μηχανικού, έγγραφα τα οποία επικαλέστηκε και προσκόμισε ο αναιρεσείων με τις προτάσεις του κατά τη συζήτηση της έφεσης μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση προς απόδειξη των αγωγικών του ισχυρισμών. Ο εξεταζόμενος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, αφού η αποδιδομένη με αυτόν πλημμέλεια δεν στηρίζεται σε παράλειψη του δικαστηρίου να αναγνώσει σωστά τα πιο πάνω έγγραφα αλλά σε εκτίμηση του περιεχομένου των, με βάση την οποία τούτο κατέληξε σε αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό, ανεξάρτητα από το ότι το Εφετείο δεν στήριξε το αποδεικτικό του πόρισμα ότι η κυριότητα του επιδίκου ακινήτου δεν αποκτήθηκε από τον αναιρεσείοντα με παράγωγο και πρωτότυπο τρόπο αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στα πιο πάνω έγγραφα, αλλά συνεκτίμησε αυτά μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα.
Επειδή, ως διδάγματα της κοινής πείρας θεωρούνται γενικές αρχές που συνάγονται επαγωγικά από την καθημερινή παρατήρηση της εμπειρικής πραγματικότητας, τη συμμετοχή στις συναλλαγές και τις γενικές τεχνικές ή επιστημονικές γνώσεις οι οποίες έχουν γίνει κοινό κτήμα και χρησιμοποιούνται από το δικαστήριο για την εξειδίκευση των αόριστων νομικών εννοιών και για την έμμεση απόδειξη κρίσιμων γεγονότων ή την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων που προσκομίστηκαν. Κατά τη σαφή έννοια του αριθμού 1 παρ. 2 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, η παραβίαση των διδαγμάτων αυτών ιδρύει λόγο αναιρέσεως μόνο εάν αυτά χρησιμοποιήθηκαν εσφαλμένα από το δικαστήριο κατά την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή σ'αυτούς των αποδείχθέντων πραγματικών περιστατικών. Έτσι αποκλείεται η αναίρεση για εσφαλμένη χρησιμοποίηση τους προς έμμεση απόδειξη ή προς εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων που χρησιμοποιήθηκαν. Στην προκειμένη περίπτωση με το δεύτερο λόγο αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της παραβίασης των διδαγμάτων της κοινής πείρας με το να δεχτεί το Εφετείο ότι το τότε συμφωνηθέν εμβαδόν του όλου ακινήτου των 4.861 τμ. διαφέρει ουσιωδώς από το καταμετρηθέν μετά από αρκετά έτη με επιμέλεια του ενάγοντος των 5.244 τμ. στο οποίο προδήλως συμπεριλαμβάνεται και το επίδικο τμήμα, στοιχείο που υποδηλώνει κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας τη μετατόπιση εκ μέρους του των συμφωνηθέντων ορίων, ενώ τέτοια μετατόπιση ορίων δεν υπήρξε η δε σημειούμενη διαφορά οφειλέτη σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας στην εκάστοτε επακριβή εμβαδομέτρηση. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος αφού τα ανωτέρω αναφερόμενα ως διδάγματα κοινής πείρας δεν έχουν το χαρακτήρα αυτόν, ούτε άλλωστε χρησιμοποιήθηκαν κατά την ερμηνεία κανόνα δικαίου ή την υπαγωγή σ' αυτόν πραγματικών περιστατικών.
Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 11 γ του Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 335 και 338 έως και 340 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του για τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων, που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, χωρίς να επιβάλλεται να γίνεται ειδική αναφορά και χωριστή αξιολόγηση του καθενός απ' αυτά, αρκεί να καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο από όλο το περιεχόμενο της απόφασης, ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία με επίκληση προσκομίστηκαν νόμιμα από τους διαδίκους.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων, με τον τέταρτο από το άρθρο 559 αριθ. 11 γ του Κ.Πολ.Δ, λόγο αναίρεσης, προσάπτει την αιτίαση, ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του και δεν συνεκτίμησε την με αριθμό .../04-03-2010 ένορκη βεβαίωση του συμβ/φου Ερμούπολης Στ. Λίνα, που λήφθηκε μετά προηγουμένη κλήτευση της εκκαλούσας και παρεμβαίνουσας Γ. θυγατρός Α. Ρ., όπως φαίνεται από την με αριθμό 154/01-03-2010 έκθεση επίδοσης του δικ. επιμελητή του Πρωτοδικείου Νάξου ..., ως υπερβαίνουσα τον προβλεπόμενο στο άρθρο 270 του ΚΠολΔ αριθμό ενόρκων βεβαιώσεων, καίτοι αυτή λήφθηκε προς απόκρουση της ασκηθείσας ενώπιό του παρέμβασης. Ο εξεταζόμενος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση η παρέμβαση που ασκήθηκε από την εκκαλούσα Γ. Ρ. απορρίφθηκε ως άνευ αντικειμένου και επομένως η προσκομισθείσα ως άνω ένορκη βεβαίωση προς αντίκρουση της παρέμβασης επί ματαίω προσκομίσθηκε.
Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθ.20 του ΚΠολΔ, έγγραφα που η παραμόρφωση του περιεχομένου τους ιδρύει τον προβλεπόμενο από τη διάταξη αυτή λόγο αναιρέσεως είναι εκείνα που χαρακτηρίζονται ως αποδεικτικά μέσα στα άρθρα 339 και 432 επ. του ίδιου Κώδικα. Ως εκ τούτου, δεν είναι έγγραφα εκείνα που αποτυπώνουν στο περιεχόμενο τους άλλα αποδεικτικά μέσα, όπως είναι οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης τα πρακτικά των δικαστηρίων και οι εκθέσεις του εισηγητού δικαστού, κατά το μέρος που περιέχουν τις καταθέσεις των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, καθώς και οι ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκου ή συμβολαιογράφου και η αγωγή.
Συνεπώς ο έκτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αιτίαση ότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο της ένδικης αγωγής, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.
Αφού απορρίπτεται η αίτηση αναιρέσεως πρέπει τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος αναιρεσείοντος (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 21-10-2011 αίτηση του Α. Ρ. για αναίρεση της 184/2010 απόφασης του Εφετείου Αιγαίου.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Απριλίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 22 Απριλίου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ