Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2243 / 2013    (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.




Περίληψη:
Το δικαστήριο παραβίασε ευθέως και εκ πλαγίου τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, διότι δεν προσδιορίζει, το είδος, τη μορφή και την έκταση των δυσμενών κοινωνικών συνθηκών στις οποίες περιήλθε ο ενάγων, λόγω της απόλυσής του. Ενώ δέχθηκε ότι η απόλυσή του οφείλετο αποκλειστικώς σε οικονομοτεχνικούς λόγους, δεν αιτιολογεί γιατί το αναιρεσείον όφειλε, αντί αυτού, να απολύσει τη διοικητικών καθηκόντων μερικής απασχόλησης υπάλληλό του Ειρήνη Κράμπς, και τούτο, παρά το ότι δέχεται δεν ανήκε στην ίδια με αυτόν κατηγορία, δεν είχε την ίδια με αυτόν ειδικότητα και δεν ήταν του ιδίου με αυτόν επιπέδου από άποψη ικανότητος, προσόντων και υπηρεσιακής απόδοσης.




Αριθμός 2243/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο, Δημήτριο Κόμη και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 19 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: ΝΠΙΔ με την επωνυμία "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΓΚΟΛΦ", που εδρεύει στην Γλυφάδα Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Γάτσιο.
Του αναιρεσιβλήτου: Α. Σ. του Η., κατοίκου ... ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Τοκατλίδη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 27-11-2006, 10-5-2007 και 16-7-2007 αγωγές του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 77/2009 και 1991/2008 (μετά από συνεκδίκαση των 2ης και 3ης αγωγών) οριστικές του ίδιου Δικαστηρίου και 5195/2011 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί το αναιρεσείον με την από 26-4-2012 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε την από 8-3-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε να γίνει δεκτός ο μοναδικός λόγος αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 656 ΑΚ, 1 και 5 παρ. 1 του v. 2112/1920, σε συνδυασμό προς τις διατάξεις των άρθρων 5 και 7 του ν. 3198/1955 προκύπτει, ότι η καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου έχει το χαρακτήρα μονομερούς αναιτιώδους δικαιοπραξίας και χωρεί ελεύθερα, εκτός αν περιοριστεί με συμφωνία των μερών ή με διάταξη νόμου. Η άσκηση όμως του σχετικού δικαιώματος, είτε του εργοδότη είτε του εργαζομένου, δεν είναι απεριόριστη και ανέλεγκτη, αλλ' υπόκειται στους περιορισμούς που προβλέπονται από τη διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ, της οποίας η παράβαση επάγεται απόλυτη ακυρότητα της καταγγελίας της εργασιακής σύμβασης, που θεωρείται σαν να μην έγινε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 174 και 180 του ΑΚ. Στην περίπτωση αυτή ο καταγγέλλων εργοδότης, που αρνείται να δεχτεί τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες του εργαζομένου, καθίσταται υπερήμερος και υποχρεούται να καταβάλει σ' αυτόν το μισθό του, κατά τα άρθρα 349, 350 και 656 του ΑΚ. Η καταγγελία της εργασιακής σύμβασης αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ και είναι άκυρη, όταν έγινε από εκδίκηση του εργοδότη, ή εξαιτίας εχθρότητας προς το μισθωτό, λόγω συνδικαλιστικής του δράσης. Ειδικώς, επί απόλυσης που οφείλεται σε οικονομικοτεχνικούς λόγους, όπως μεταξύ άλλων είναι η αναδιοργάνωση των υπηρεσιών της επιχείρησης και η μείωση του προσωπικού για λόγους οικονομικούς, που επιβάλλονται από συγκεκριμένες οικονομικές συνθήκες, τις οποίες η επιχείρηση αντιμετωπίζει, η απόφαση του εργοδότη να ανταπεξέλθει με τον τρόπο αυτό στη διαφαινόμενη οικονομική κρίση της επιχείρησης δεν ελέγχεται από τα δικαστήρια. Ελέγχεται, όμως, αφενός ο αιτιώδης σύνδεσμος της επιλογής αυτής και η καταγγελία της σύμβασης εργασίας συγκεκριμένου εργαζομένου, ως έσχατο μέσον αντιμετώπισης των προβλημάτων της επιχείρησης και αφετέρου ο τρόπος επιλογής προς απόλυση του εν λόγω εργαζομένου, η οποία πρέπει να πραγματοποιείται βάσει των αντικειμενικών κριτηρίων του άρθρ. 281 του ΑΚ. Ειδικότερα, ο εργοδότης οφείλει κατά την επιλογή του απολυτέου μεταξύ των εργαζομένων που ανήκουν στην ίδια κατηγορία και ειδικότητα και είναι του ίδιου επιπέδου, από απόψεως ικανότητας, προσόντων και απόδοσης, να λάβει υπόψη του και να συνεκτιμήσει τα κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια της αρχαιότητας, της ηλικίας, της οικογενειακής και οικονομικής κατάστασης κάθε μισθωτού και της δυνατότητας εξεύρεσης από αυτόν άλλης εργασίας ή ακόμη να προτείνει στο μισθωτό που πρόκειται να απολύσει την απασχόλησή του σε άλλη θέση έστω και κατώτερη εκείνης που αυτός κατείχε, εφόσον βεβαίως υπάρχει τέτοια κενή θέση στην επιχείρησή του και ο υπό απόλυση μισθωτός είναι κατάλληλος να εργασθεί σε αυτήν. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 3 του ν. 3198/1855, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας θεωρείται έγκυρη, εφόσον γίνει εγγράφως και καταβληθεί η οφειλό΅ενη αποζη΅ίωση. Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, μεταξύ των άλλων και τα παρακάτω, κρίσιμα για την έρευνα των λόγων αναίρεσης, πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος προσλήφθηκε την 2/9/1985 από το εναγό΅ενο και ήδη αναιρεσείον, που είναι ΝΠΙΔ επιχορηγούμενο από το Κράτος, ΅ε σύ΅βαση εξαρτη΅ένης εργασίας αορίστου χρόνου, προκει΅ένου να παράσχει τις υπηρεσίες του ως διοικητικός υπάλληλος στα γραφείο εκείνου στη ... Με τη ιδιότητά του αυτή, εργάσθηκε, συνεχώς, ΅ε πλήρες ωράριο καθη΅ερινά από ώρας 10.00 έως 18.00 επί πέντε η΅έρες την εβδομάδα, ασχολούμενος ΅ε τη λειτουργία του γραφείου του εναγο΅ένου, την πρωτοκόλληση εγγράφων, τη διεκπεραίωση αλληλογραφίας, την τήρηση πρακτικών ΓΣ και ΔΣ, την επικοινωνία ΅ε τρίτους αντισυμβαλλόμενους, την εκτέλεση τρεχουσών συναλλαγών. Εργαζόταν με προθυμία και επιθυμούσε να συμβάλει στην προώθηση του γκολφ στην Ελλάδα, σε αναγνώριση δε των υπηρεσιών του, την 16/9/2003, του ανατέθηκαν καθήκοντα Διευθυντή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έπαυσε να είναι διοικητικός υπάλληλος πλήρους απασχόλησης, όπως είχε προσληφθεί και δεν έπαυσε να τελεί υπό την εποπτεία της Ομοσπονδίας. Ήταν ο μόνος τακτικός υπάλληλος στην Ομοσπονδία, αφού αυτή διαθέτει μία μόνο οργανική θέση για ειδικότητα ΠΕ διοικητικού. Ως μισθός του συμφωνήθηκε ο προβλεπόμενος από την εκάστοτε ισχύουσα Ε.Σ.Σ.Ε. για τους υπαλλήλους των ΑΕ και ΕΠΕ. Όταν με το Νόμο 2470/1997 ορίσθηκε, ότι για την αμοιβή του προσωπικού των αθλητικών ομοσπονδιών εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν 2470/1997, ο ενάγων δικαιούνταν αναπροσαρμογή του μισθού του προς τα πάνω και ζήτησε από την Ομοσπονδία, επανειλημμένα, την αύξηση αυτή, πλην ό΅ως, δεν την έλαβε και παρά το ότι ΅ε δύο αποφάσεις του ΔΣ της Ομοσπονδίας του έτους 2002 αποφασίστηκε η καταβολή των οφειλομένων οι αποφάσεις αυτές παρέ΅ειναν ανεκτέλεστες. Εν τω ΅εταξύ οι σχέσεις ΅εταξύ της Ο΅οσπονδίας (αναιρεσείοντος) και του ενάγοντος ήταν καλές και ουδέποτε υπήρξε το παραμικρό παράπονο σε βάρος του. Αντιθέτως οι ό΅ιλοι - ΅έλη της Ο΅οσπονδίας τον προσκαλούσαν πάντοτε να διοργανώνει και να διεξάγει τους αγώνες τους και αυτός πάντα ανταποκρινόταν ΅ετά από σχετική άδεια της ομοσπονδίας. Ήταν ιδιαίτερα επι΅ελής και υπεύθυνος στην εκτέλεση των καθηκόντων του και δεν έδωσε ποτέ αφορ΅ή για το παραμικρό σχόλιο ή παράπονο, εργαζόταν δε ΅ε συνέπεια για την ευόδωση των σκοπών της Ο΅οσπονδίας. Ο ενάγων είχε προϋπηρεσία 21 έτη, κατείχε τη θέση του Διευθυντή, εργαζόταν με πλήρες ωράριο, ανήκε στην κατηγορία ΠΕ, και ήταν έγγαμος, συνέχισε δε να εργάζεται για είκοσι και πλέον έτη ΅ε ευσυνειδησία και χωρίς να έχει λάβει τη νό΅ι΅η αύξηση του ΅ισθού του. Με έγγραφο υπογραφόμενο από τους Μ. Σ. (γ. γρα΅΅ατέα), Κ. Π. (αναπληρωτή γ.γ) και Κ. Τ. (αναπληρωτή τα΅ία), ΅ε η΅ερο΅ηνία 30/6/2006, ζητήθηκε από τον ενάγοντα να ενη΅ερώσει το αναιρεσείον, σχετικά ΅ε τις τεχνικές λεπτομέρειες της απόλυσής του, της οποίας ε΅φανιζόταν να έχει λάβει προφορικά γνώση. Ο ενάγων, ΅ε το από 14/7/2006 έγγραφό του, διαμαρτυρήθηκε, δήλωσε ότι δεν αποδέχεται την προαναγγελθείσα απόλυσή του και ζήτησε να πληροφορηθεί πότε θα του καταβληθούν οι οφειλόμενες διαφορές των δεδουλευμένων αποδοχών του. Η Ομοσπονδία θυροκόλλησε την 1/9/2006 την, από 31/8/2006, καταγγελία της εργασιακής του σύ΅βασης και άλλαξε τη κλειδαριά στο γραφείο του στην Ομοσπονδία. Η καταγγελία αυτή είναι άκυρη, γιατί δεν του καταβλήθηκε ταυτόχρονα και το σύνολο της νό΅ι΅ης αποζη΅ίωσης. Ειδικότερα του προσφέρθηκε το ποσό των 7.500 ευρώ, έναντι των 15.000 ευρώ που δικαιούται. Το ποσό αυτό κατατέθηκε στο Τα΅είο Παρακαταθηκών και Δανείων το οποίο ο ενάγων εισέπραξε ΅ε επιφύλαξη την 1/2/2007. Στη συνέχεια η Ομοσπονδία προέβη σε νέα καταγγελία υπό τη διαλυτική αίρεση της ακύρωσης της πρώτης, με ταυτόχρονη προσφορά της συμπλήρωσης της νόμιμης αποζημίωσης, καθώς και των μισθών υπερημερίας, για το χρονικό διάστη΅α από 1/9/2006 έως και 13/2/2007, συνολικού ποσού 8.183,13 ευρώ. Ο ενάγων εισέπραξε την 31/5/2008, ΅ε την επιφύλαξη κάθε νο΅ί΅ου δικαιώ΅ατός του, το ΅ε αριθ΅ό .../2007 γραμμάτιο σύστασης παρακαταθήκης, για τη συ΅πλήρωση της αποζη΅ίωσης, καθώς και τη ΅ε αριθ΅ό ... επιταγή της ΕΤΕ, για το ως άνω ποσό των δεδουλευμένων αποδοχών του. Στην καταγγελία αναφέρεται ότι αυτή δεν έχει ουδε΅ία σχέση ΅ε την προηγηθείσα από 31/8/2006 (πρώτη) καταγγελία, ότι οφείλεται αποκλειστικά σε λόγους οικονομοτεχνικούς και δη στο γεγονός ότι, από του χρόνου της αρχικής καταγγελίας, η Ομοσπονδία δεν προσέλαβε άλλον υπάλληλο στη θέση του, τα όποια ελάχιστα καθήκοντα αυτού τα εκτελούν τα ΅έλη του ΔΣ της και ότι η θέση εργασίας του έχει καταργηθεί ΅ε απόφαση του ΔΣ, επειδή δεν δικαιολογείται από το σκοπό της Ο΅οσπονδίας και τις υπαρκτές ανάγκες της. Οι λόγοι αυτοί αποδεικνύονται πραγ΅ατικοί, αφού η θέση του ενάγοντος δεν καλύφθηκε από άλλον, αλλά και καταργήθηκε η θέση του Διευθυντή, που αυτός κατείχε. Ό΅ως δεν καταργήθηκε η ΅οναδική οργανική θέση διοικητικού υπαλλήλου. Περαιτέρω, δέχθηκε το Εφετείο ότι στην Ο΅οσπονδία απασχολούνταν και συνεχίζουν να απασχολούνται ΅ε καθήκοντα διοικητικά η Μ. - Μ. Π., ως ωρομίσθια υπάλληλος, διοικητικών καθηκόντων και η Ε. Κ., ως υπάλληλος διοικητικών καθηκόντων, ΅ε σύ΅βαση εργασίας ΅ερικής απασχόλησης, που συνήψε την 1/2/2006 για έξι ΅ήνες και συνεχίζει να απασχολείται στην Ο΅οσπονδία. Η πρώτη από αυτές είναι απόφοιτος ΅έσης εκπαίδευσης και δεν εξαρτάται οικονο΅ικά από την εργασία της στην Ο΅οσπονδία, ενόψει του ότι ο σύζυγός της ασκεί προσοδοφόρα επιχείρηση. Όσον αφορά τη δεύτερη από αυτές, είναι νεαράς ηλικίας, άγα΅η, χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις, απόφοιτος και αυτή ΅έσης εκπαίδευσης και εργάζεται ως υπάλληλος στην Τράπεζα Alpha Bank με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, πλήρους απασχόλησης. Τουλάχιστον η δεύτερη από αυτές, με την απόλυσή της, δεν θα αντιμετωπίσει τις επαχθείς οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες στις οποίες περιήλθε ο ενάγων, λόγω της απόλυσής του, που είναι βεβαρυμμένος με τη συντήρηση της οικογένειάς του και για τον οποίο η εργασία του αυτή αποτελεί το μοναδικό πόρο εισοδήματος και λόγω της ηλικίας του είναι πολύ δύσκολο να ανεύρει άλλη εργασία.
Συνεπώς, η επιλογή προς απόλυση του ενάγοντος δεν έγινε με αντικειμενικά κριτήρια (υπηρεσιακά ή κοινωνικά) του άρθρου 281 ΑΚ και γι' αυτό αποβαίνει καταχρηστική και άκυρη. Με βάση τα περιστατικά αυτά έκρινε, ότι η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του αναιρεσιβλήτου έγινε κατά κατάχρηση του εργοδοτικού δικαιώματος του αναιρεσείοντος, καθόσον η άσκησή του υπερέβαινε προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος και απέρριψε την έφεσή του, κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, με την οποία είχε γίνει δεκτή η αντίστοιχη αγωγή. Κρίνοντας έτσι το Εφετείο και δεχόμενο ότι η ως άνω απόλυση για οικονομοτεχνικούς λόγους του αναιρεσίβλητου μισθωτού χώρησε χωρίς να ληφθούν υπόψη τα προταθέντα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, και συνεπώς "κατά προφανή υπέρβαση" των ορίων της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών, παραβίασε ευθέως την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, αφού προϋπόθεση της διατήρησης στην υπηρεσία, σε περίπτωση απόλυσης μισθωτού για οικονομοτεχνικούς λόγους, είναι η ίδια υπηρεσιακή απόδοση του απολυθέντος προς την απόδοση των διατηρηθέντων, αλλά και εκ πλαγίου, με ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες, που αναφέρονται στις παραδοχές της απόφασης ότι: α) στη νέα καταγγελία της σύμβασης εργασίας, στην οποία προέβη το αναιρεσείον, ανέφερε, ότι η καταγγελία αυτή ουδεμία σχέση είχε με την προηγηθείσα από 31.8.2006 καταγγελία και οφείλετο αποκλειστικώς σε οικονομικοτεχνικούς λόγους, β) μετά τη νέα απόλυση του αναιρεσίβλητου δεν προσέλαβε άλλον στην θέση του και τα όποια ελάχιστα καθήκοντά του εκτελούν τα μέλη του Δ.Σ. του, γ) η θέση εργασίας του είχε καταργηθεί με απόφαση του Δ.Σ. του, ως μη δικαιολογούμενη από το σκοπό της και τις υπαρκτές ανάγκες του, δ) οι λόγοι της νέας καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, είναι πραγματικοί, αφού και η θέση του αναιρεσιβλήτου δεν καλύφθηκε από άλλον εργαζόμενο, ε) κατά το χρόνο της νέας απόλυσης του αναιρεσίβλητου, το αναιρεσείον απασχολούσε σε διοικητικά καθήκοντα δύο εργαζόμενες, τη Μ. - Μ. Π., ως ωρομίσθια υπάλληλο διοικητικών καθηκόντων και την Ε. Κ., ως υπάλληλο διοικητικών καθηκόντων, με μερική απασχόληση, στ) η δεύτερη από τις ανωτέρω είναι νεαράς ηλικίας, άγα΅η, χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις, εργάζεται ως υπάλληλος στην Τράπεζα Alpha Bank με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου πλήρους απασχόλησης, ζ) ο ενάγων είναι βεβαρυμμένος με τη συντήρηση της οικογένειάς του, η εργασία του αυτή αποτελεί το μοναδικό πόρο εισοδήματος και λόγω της ηλικίας του είναι πολύ δύσκολο να ανεύρει άλλη εργασία και η) ο ενάγων έχει προϋπηρεσία 21 έτη, κατέχει τη θέση του Διευθυντή, το ωράριο του είναι πλήρες, η κατηγορία στην οποία ανήκει είναι ΠΕ και είναι έγγαμος. Ειδικότερα, αν και δέχθηκε τα παραπάνω δεν προσδιορίζει, το είδος, τη ΅ορφή και την έκταση των δυσμενών κοινωνικών συνθηκών στις οποίες περιήλθε ο αντίδικος, λόγω της απόλυσής του, αν η σύζυγος του εργαζόταν με μισθό, ή ελάμβανε σύνταξη, ή είχε άλλα εισοδήματα, ώστε να αιτιολογηθεί επαρκώς η ανωτέρω παραδοχή της απόφασης, ότι ο αντίδικος είναι βεβαρυμμένος με τη συντήρηση της οικογένειάς του. Περαιτέρω, ενώ δέχθηκε ότι η απόλυση του αναιρεσίβλητου οφείλετο αποκλειστικώς σε οικονομικοτεχνικούς λόγους, και δη στην κακή οικονομική κατάσταση της Ομοσπονδίας, η οποία δεν δικαιολογούσε την απασχόληση, αφού τα ελάχιστα καθήκοντά του εκτελούσαν στην πραγματικότητα τα μέλη του Δ.Σ. της Ομοσπονδίας και για το λόγο αυτό η θέση εργασίας του είχε ήδη καταργηθεί, δεν αιτιολογεί, επαρκώς, γιατί το αναιρεσείον όφειλε, αντί αυτού, να απολύσει τη διοικητικών καθηκόντων μερικής απασχόλησης υπάλληλο του Ε. Κ., και τούτο, παρά το ότι δέχεται ότι εκείνη δεν ήταν συγκρίσιμη με τον αναιρεσίβλητο, και ειδικότερα δεν ανήκε στην ίδια με αυτόν κατηγορία, δεν είχε την ίδια με αυτόν ειδικότητα και δεν ήταν του ιδίου με αυτόν επιπέδου από άποψη ικανότητος, προσόντων και υπηρεσιακής απόδοσης. Τέλος, αν και δέχθηκε ότι η απόλυση του ενάγοντος έγινε λόγω της κακής οικονομικής κατάστασης του αναιρεσείοντος, όμως δεν αιτιολογεί επαρκώς, γιατί έπρεπε να απολύσει την παραπάνω, αφού, λόγω των σαφώς ανώτερων αποδοχών του, έναντι των σαφώς κατώτερων αποδοχών τις οποίες λάμβανε η μερικής απασχόλησης νεοπροσληφθείσα Ε. Κ., ο ενάγων επιβάρυνε το αναιρεσείον περισσότερο. Επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθμ. 1 και 19 ΚΠολΔ και ο μοναδικός λόγος αναίρεσης είναι βάσιμος. Μετά από αυτά πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που εξέδωσαν την άνω απόφαση (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 65 παρ. 1 Ν. 4139/2013). Τέλος, πρέπει, να καταδικαστεί ο αναιρεσίβλητος, στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος (άρθρ. 183, 176 του ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί τη, με αριθμό, 5195/2011 απόφαση του Εφετείου Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες τριακόσια (2300) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Δεκεμβρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 18 Δεκεμβρίου 2013.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή