Θέμα
Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.
Περίληψη:
Εφόσον το εφετείο απέρριψε την αγωγή στο σύνολο της, δίκασε και το αίτημα της για την αναγνώριση ως ανυπόστατης της καταγγελίας. Οι λόγοι αναίρεσης, 1)από τους αρ. 11 και 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ είναι απαράδεκτοι, διότι το δικαστήριο δεν εξέδωσε αποδεικτικό πόρισμα και 2) από τον αρ.8,κατά το πρώτο μέρος του είναι απαράδεκτος, διότι ο σχετικός ισχυρισμός δεν αποτελεί πράγμα και κατά το δεύτερο, αβάσιμος, διότι το εφετείο κατέληξε στη κρίση του, ερευνώντας, αυτεπάγγελτα, τη νομιμότητα της αγωγής, εκτιμώντας δε το περιεχόμενο της, την απέρριψε ως μη νόμιμη.
Αριθμός 472/2014
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο, Δημήτριο Κόμη και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 4 Φεβρουαρίου 2014, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Γ. Χ. του Τ., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σωτήριο Κατσαμπάνη.
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "Ελληνικές Αλυκές ΑΕ", που εδρεύει στο ..., έχει γραφεία κεντρικής διοίκησης στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Μήλλα με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 5-2-2009 και 22-9-2009 αγωγές του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2666/2010 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 4514/2012 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 7-6-2013 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε την από 23-1-2014 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αρ. 9 ΚΠολΔ, ιδρύεται αν το δικαστήριο επιδίκασε κάτι που δεν ζητήθηκε ή περισσότερα από όσα ζητήθηκαν ή άφησε αίτηση αδίκαστη, δεν συγκροτείται όμως ο λόγος αυτός, αν το δικαστήριο, μετά από έρευνα της ουσίας της υπόθεσης, δέχθηκε μερικώς το αγωγικό αίτημα ή απέρριψε την αγωγή στο σύνολο της. Στην προκειμένη περίπτωση, με την, από 5.2.2009, αγωγή του ο ενάγων και ήδη αναιρεσείων ισχυρίσθηκε, ότι απασχολήθηκε στην εναγο΅ένη και ήδη αναιρεσίβλητη ανώνυ΅η εταιρία "ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΛΥΚΕΣ Α.Ε.", ΅ε σύμβαση ιδιωτικού δικαίου εξαρτημένης εργασίας, ως υπάλληλος, συνεχώς από 28.9.1994 μέχρι 13.11.2008. Ότι η τελευταία κατήγγειλε την εργασιακή σύμβαση, την 13.11.2008, οπότε του "επεδόθη" το σχετικό έγγραφο. Ότι η καταγγελία είναι άκυρη, για ορισμένους λόγους, που εξέθετε. Ότι, από την αιτία αυτή έχει, έναντι της εναγομένης, αξίωση για αναγνώριση της "ακυρότητας" της καταγγελίας, που έγινε την 13.11.2008, αξίωση για χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης και αξιώσεις, κυρίως, για μισθούς υπερημερίας, άλλως, για αποζημίωση καταγγελίας. Εξάλλου, με την, από 22.9.2009, αγωγή, ισχυρίσθηκε, ότι απασχολήθηκε στην εναγομένη εταιρία, με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου εξαρτημένης εργασίας, ως υπάλληλος, συνεχώς από 28.9.1994 μέχρι 13.11.2008. Ότι η τελευταία κατήγγειλε τη σύμβαση, την 13.11.2008, οπότε τoυ επεδόθη το σχετικό έγγραφο. Ότι η καταγγελία είναι ανυπόστατη, αφού έγινε στο όνομα της εναγομένης, ως νομικού προσώπου, από όργανό της (Δ. Κ., Διευθύνοντα Σύμβουλο), το οποίο δεν είχε, προς τούτο, εξουσία, ενώ, μετά την ανυπόστατη καταγγελία προσέφερε τις υπηρεσίες του στην εναγομένη, η οποία τις απέκρουσε. Ότι, από τη μη αποδοχή των προσφερομένων υπηρεσιών του, με την ανυπόστατη καταγγελία, προσβλήθηκε στην προσωπικότητα του, παρανόμως και υπαιτίως, αφού "η με τέτοιο τρόπο απομάκρυνσή του από την εργασία, δημιούργησε, οπωσδήποτε, στους τρίτους εντυπώσεις, μειωτικές, ως προς την επαγγελματική του αξία και υπόληψη, από τις οποίες υπέστη ηθική βλάβη". Ότι από τις αιτίες αυτές έχει αξίωση για αναγνώριση, ως ανυπόστατης, της καταγγελίας, που έγινε την 13.11.2008, καθώς και αξιώσεις για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, συνεπεία παράνομης και υπαίτιας προσβολής της προσωπικότητας του και για ΅ισθούς υπερη΅ερίας. Επεδίωκε, ακολούθως, ΅ετά και τον παραδεκτό περιορισ΅ό των καταψηφιστικών αιτη΅άτων της αγωγής : Α) Να αναγνωρισθεί ότι 1)η καταγγελία, που έγινε την 13.11.2008, είναι ανυπόστατη, και 2)η εναγο΅ένη υποχρεούται να του καταβάλει, για ΅ισθούς/αποδοχές υπερη΅ερίας, που αφορούν στο χρονικό διάστη΅α από 13.1.2009 ΅έχρι 13.1.2010, το ποσό των 61.377,73 ευρώ Β)Να υποχρεωθεί η εναγο΅ένη α)να του καταβάλει, για ΅ισθούς/αποδοχές υπερη΅ερίας, που αφορούν στο χρονικό διάστη΅α από 13.11.2008 ΅έχρι 12.1.2009, το ποσό των 10.460,61 ευρώ και για χρη΅ατική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το ποσό των 30.000 ευρώ, και β)) να τον απασχολεί, ΅ε την απειλή χρη΅ατικής ποινής 300 ευρώ για κάθε η΅έρα ΅η συ΅΅όρφωσης της, ΅ε την απόφαση, που θα εκδοθεί. Στο δικόγραφο της από 22.9.2009, αγωγής ο ενάγων εξέθετε, ακό΅η, ότι η εναγο΅ένη, την "17.11.2008", δια της "Α. Π.", υπαλλήλου της, "τον ειδοποίησε να αδειάσει επιτέλους το γραφείο του διότι είχε ήδη απολυθεί και ότι δεν επρόκειτο να εργάζεται πλέον εκεί και χρειαζόντουσαν το γραφείο γιατί θα προσλά΅βαναν κόσ΅ο". Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την 2666/2010 απόφαση του, διέταξε την αναβολή της συζήτησης της, από 5.2.2009, αγωγής έως την αμετάκλητη περάτωση της ποινικής διαδικασίας που ανοίχθηκε με την υποβολή μηνυτήριας αναφοράς σε βάρος του ενάγοντος και απέρριψε την, από 22.9.2009, αγωγή ως απαράδεκτη. Το εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφαση του, μετά από την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης, δέχθηκε ότι, η, από 22.9.2009, αγωγή, με το παραπάνω περιεχό΅ενο δεν είναι νό΅ι΅η, διότι 1) και αν ακό΅η θεωρηθεί, σύ΅φωνα ΅ε τα εκτιθέ΅ενα στο δικόγραφο της, ανυπόστατη η καταγγελία, της 13.11.2008, ως γενό΅ενη, στο όνο΅α της εναγο΅ένης, από όργανό της (Δ. Κ., Διευθύνοντα Σύ΅βουλο), το οποίο δεν είχε σχετική εξουσία, ο ενάγων εξέθετε, επίσης, ότι η εναγο΅ένη, την 17.11.2008 "τον ειδοποίησε να αδειάσει επιτέλους το γραφείο του διότι είχε ήδη απολυθεί και ότι δεν επρόκειτο να εργάζεται πλέον εκεί και χρειαζόντουσαν το γραφείο γιατί θα προσλά΅βαναν κόσ΅ο", ΅ε τη ΅εταγενέστερη δε αυτή δήλωσή της, την 17.11.2008, ενέκρινε την αρχική καταγγελία, της 13.11.2008 και η έγκριση αυτή υπέχει θέση νέας καταγγελίας, την οποία (νέα) καταγγελία (της 17-11-2008) ο ενάγων δεν προσβάλλει και 2) υπό τα εκτιθέμενα ως άνω πραγματικά περιστατικά, η επίμαχη καταγγελία, της 13-11-2008, της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος δεν συνιστά παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας του. Με τις παραδοχές αυτές απέρριψε την από 22-9-2009 αγωγή, ως μη νόμιμη. Με τον πρώτο, από τον αρ. 9 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγο της αναίρεσης προβάλλεται από τον αναιρεσείοντα η πλημμέλεια, ότι τι εφετείο άφησε αδίκαστη την αγωγή του, ως προς το αίτημα της αναγνώρισης, ως ανυπόστατης, της από 13-11-2008 καταγγελίας της σύμβασης εργασίας. Όμως, όπως προκύπτει από το παραπάνω περιεχόμενο της απόφασης του, το εφετείο απέρριψε την αγωγή στο σύνολο της και συνεπώς δίκασε και το αίτημα αυτό και το απέρριψε. Επομένως, ο παραπάνω λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος. Περαιτέρω, εφόσον το εφετείο απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη, οι δεύτερος και τέταρτος, λόγοι αναίρεσης, με τους οποίους προβάλλονται πλημμέλειες, αντίστοιχα, από τους αρ.11 και 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ είναι απαράδεκτοι, διότι οι λόγοι αυτοί ιδρύονται μόνο και εφόσον το δικαστήριο εξέδωσε αποδεικτικό πόρισμα.
Από το άρθρο 559 αρ. 8 ΚΠολΔ ιδρύεται λόγος αναίρεσης και όταν το δικαστήριο, παρά το νόμο, δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν από τον αναιρεσείοντα ή έλαβε υπόψη του πράγματα που δεν προτάθηκαν από την αναιρεσίβλητη και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Πράγματα υπό την έννοια της άνω διάταξης είναι οι ασκούντες ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης αυτοτελείς ισχυρισμοί των διαδίκων που, υπό την προϋπόθεση της νόμιμης πρότασής τους, θεμελιώνουν ιστορικώς το αίτημα της αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης (Ολ. ΑΠ 25/2003). Δεν ιδρύεται ο λόγος αυτός αν από την απόφαση του δικαστηρίου προκύπτει, ότι τούτο έλαβε υπόψη του τον ισχυρισμό και τον απέρριψε, για τυπικό ή ουσιαστικό λόγο ή δεν έλαβε υπόψη του τον μη προταθέντα ισχυρισμό.
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον τρίτο, από την παραπάνω διάταξη, λόγο αναίρεσης, ο αναιρεσείων προβάλλει, ότι το εφετείο δεν έλαβε υπόψη του τον παραδεκτά προταθέντα, ουσιώδη ισχυρισμό του, ότι η δήλωση της εναγομένης, της 17ης-11-2008, απέβλεπε αποκλειστικά στην απόκρουση των προσφερθεισών υπηρεσιών του και έλαβε υπόψη του, δίχως να προταθεί από την εναγομένη, ότι η παραπάνω δήλωση της αποτελούσε νέα καταγγελία. Ο λόγος αυτός, είναι α)κατά το πρώτο μέρος του απαράδεκτος, διότι ο σχετικός ισχυρισμός δεν αποτελεί πράγμα, αλλά επιχείρημα διαδίκου, και β) κατά το δεύτερο μέρος του, αβάσιμος, διότι το εφετείο κατέληξε στη κρίση του, ερευνώντας, αυτεπάγγελτα, όπως είχε υποχρέωση, τη νομιμότητα της αγωγής, εκτιμώντας δε το περιεχόμενο της, την απέρριψε ως μη νόμιμη, με βάση και μόνο αυτό και όχι λαμβάνοντας υπόψη τον επικαλούμενο από τον αναιρεσείοντα ισχυρισμό της εναγομένης. Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης, να καταδικαστεί δε ο αναιρεσείων, ως ηττώμενος, στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, σύμφωνα με τα άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ, όπως, ειδικότερα, ορίζονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 7-6-2013, αίτηση του αναιρεσείοντος για την αναίρεση της 4514/2012 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε, στην Αθήνα, στις 18 Φεβρουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του, στις 4 Μαρτίου 2014.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ