Θέμα
Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, Αρχή ισότητας.
Περίληψη:
Το Εφετείο δεν παραβίασε τις σχετικές διατάξεις κατά το μέρος που δέχτηκε α) ότι η εξαίρεση των αναιρεσειόντων από την επίδικη παροχή δεν είναι αντίθετη προς την αρχή της ίσης μεταχείρισης, αφού δεν πρόκειται για οικειοθελή παροχή, αλλά για την εφαρμογή του άρθρου 4 του έχοντος ισχύ νόμου ΚΚΠ/ΔΕΗ. β) τη μη παραβίαση της αρχής της ισότητας, αφού η εν λόγω διαφοροποίηση στην ένταξη σε μ.κ. ορίζεται από το αντικειμενικό γεγονός του χρόνου εισόδου στην υπηρεσία, ενόψει και του ότι εκείνοι, κατά την υπαγωγή τους στη νέα Κατηγορία Τ5, διατηρούν τα ήδη κατεχόμενα από την προηγούμενη κατηγορία μ.κ., προβλέπεται δε για αυτούς και η δυνατότητα, να εξελιχθούν εντός της νέας Τ5 κατηγορίας σε υψηλότερα μ.κ. από εκείνα που προβλέπονταν στην κατηγορία ΓΎ1.
Αριθμός 2240/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο, Δημήτριο Κόμη και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 5 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Π. Β. του Π., κατοίκου ..., 2) Β. Β. του Ν., κατοίκου ..., 3) Σ. Γ. του Α., κατοίκου ..., 4) Σ. Γ. του Α., κατοίκου ... 5) Κ. Γ. του Τ., κατοίκου ..., 6) Σ. Γ. του Ε., κατοίκου ..., 7) Ν. Δ. του Χ., κατοίκου ..., 8) Κ. Ι. του Α., κατοίκου ..., 9) Χ. Κ. του Δ., κατοίκου ..., 10) Ν. Κ. του Γ., κατοίκου ... 11) κληρονόμων Α. Κ. του Χ., ) Μ. χας Α. Κ., το γένος Δ. Κ., β) Σ. Κ. του Α., γ) Χ. Κ. του Α., κατοίκων ..., 12) Θ. Λ. του Χ., κατοίκου ..., 13) Δ. Λ. του Π., κατοίκου ..., 14) Δ. Μ. του Ν., κατοίκου ..., 15) Γ. Μ. του Α., κατοίκου ..., 16) Η. Μ. του Α., κατοίκου ..., 17) Ι. Μ. του Π., κατοίκου ..., 18) Β. Μ. του Κ., κατοίκου ..., 19) Α. Ο. του Γ., κατοίκου ..., 20) Κ. Ρ. του Σ., κατοίκου ..., 21) Α. Σ. του Χ., κατοίκου ..., 22) Σ. Σ. του Δ., κατοίκου ..., 23) Ε. Τ. του Α., κατοίκου ..., 24) Χ. Χ. του Θ., κατοίκου ..., 25) Κ. Χ. του Θ., κατοίκου ..., 26) Ι. Μ. του Α., κατοίκου ... και 27) Μ. Κ. του Σ., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Λουκά Αποστολίδη.
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ (ΔΕΗ) ΑΕ", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Παπαδημητρίου.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 17-6-2003 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων (πλην των με αριθμό 11 κληρονόμων Α. Κ.) και του ήδη αποβιώσαντος Α. Κ., που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 680/2005 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 6360/2009 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 28-6-2012 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε την από 24-10-2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 94 § 1 (όπως η παρ. αυτή αντικ. με το άρθρο 6 παρ. 7 του ν. 4055/12-3-2012), 96 §§ 1 και 2 (όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθ. 7 § 2 ν. 3994/2011) και 104 ΚΠολΔ προκύπτει ότι (α) στα πολιτικά δικαστήρια και δη στον ’ρειο Πάγο οι διάδικοι έχουν την υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο (β) η πληρεξουσιότητα παρέχεται είτε με συμβολαιογραφική πράξη είτε με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά είτε με ιδιωτικό έγγραφο, εφόσον η υπογραφή εκείνου που παρέχει την πληρεξουσιότητα βεβαιώνεται από δημόσια, δημοτική ή άλλη αρχή, μπορεί δε να αφορά ορισμένες ή όλες τις δίκες εκείνου που την παρέχει (γ) για τις προπαρασκευαστικές πράξεις και τις κλήσεις έως τη συζήτηση στο ακροατήριο θεωρείται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα, ενώ για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και αν αυτή δεν υπάρχει, κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως (δ) εάν ο διάδικος δεν εκπροσωπείται από δικηγόρο, όπου είναι υποχρεωτική η παράστασή του, ή παρίσταται με δικηγόρο και δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη ρητής πληρεξουσιότητας αυτού, η οποία απαιτείται κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και την οποία αυτεπάγγελτα ερευνά το δικαστήριο, ο διάδικος αυτός θεωρείται δικονομικά απών. Από τις ανωτέρω διατάξεις, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 568 παρ. 4 του ΚΠολΔ, συνάγεται, ότι αν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του Αρείου Πάγου δεν εμφανισθεί κάποιος από τους διαδίκους, το Δικαστήριο οφείλει να ερευνήσει, αν ο απολειπόμενος διάδικος κλητεύθηκε νόμιμα ή επισπεύδει ο ίδιος τη συζήτηση. Αν ο επισπεύδων τη συζήτηση διάδικος δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί αλλά δεν μετέχει νομίμως στη συζήτηση, ο ’ρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν ο δικηγόρος που υπογράφει την κλήση για συζήτηση ήταν εφοδιασμένος με πληρεξουσιότητα και σε καταφατική περίπτωση η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Και αν μεν η συζήτηση επισπεύδεται από το διάδικο που εμφανίσθηκε και δεν εμφανίσθηκε ο αντίδικός του, πρέπει να προσκομίζεται με επίκληση αποδεικτικό επίδοσης της σχετικής κλήσης προς συζήτηση, αν δε η συζήτηση επισπεύδεται από τον απολειπόμενο διάδικο, πρέπει να προσκομίζεται με επίκληση η κλήση που επιδόθηκε. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 576 ΚΠολΔ, σε περίπτωση απλής ομοδικίας, αν κάποιος δεν εκπροσωπηθεί από πληρεξούσιο δικηγόρο η υπόθεση χωρίζεται και η συζήτηση της αίτησης αναίρεσης χωρεί νομίμως, ως προς όσους εκπροσωπούνται από πληρεξούσιο δικηγόρο ή έχουν κληθεί νομίμως και κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς τους λοιπούς. Τέλος, αν δεν προκύπτει ποιος από τους διαδίκους επισπεύδει τη συζήτηση, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη (Ολ.ΑΠ 23/1996). Στην προκείμενη περίπτωση φέρεται προς συζήτηση η από 28-6-2012 αίτηση των αναιρεσειόντων, για αναίρεση της 6360/2009 απόφασης του Εφετείου Αθηνών. Κατά τη συζήτησή της παραστάθηκαν διά του δικηγόρου Λουκά Αποστολίδη, όλοι οι αναιρεσείοντες. Όμως, όσον αφορά τους αναιρεσείοντες, 11β (Σ. Κ.) και 11γ (Χ. Κ.) δεν προσκομίστηκαν πληρεξούσια έγγραφα, από τα οποία να προκύπτει η, με τον τρόπο που προαναφέρθηκε, παροχή πληρεξουσιότητας στον παραπάνω δικηγόρο για την εκπροσώπησή των στο δικαστήριο και συνεπώς η παράστασή των δεν είναι νόμιμη και θεωρούνται απόντες. Εξάλλου, από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει νόμιμη επίσπευση της συζήτησης της υπόθεσης και από τους απολειπόμενους αναιρεσείοντες, ούτε αποδεικνύεται, περαιτέρω, ότι αυτοί κλητεύθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα για να παραστούν στην παρούσα δικάσιμο από την αντίδικό τους αναιρεσίβλητη ή τους λοιπούς αναιρεσείοντες, αφού οι παριστάμενοι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε άλλωστε προσκομίζουν, την οικεία έκθεση επίδοσης ή αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης με την πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση στη δικάσιμο αυτή. Πρέπει, επομένως, να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, ως τους αναιρεσείοντες αυτούς. Η διάταξη του άρθρ. 4 παρ. 1 του ισχύοντος Συντάγματος, η οποία ορίζει ότι " Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου" και καθιερώνει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του νόμου, αλλά και την ισότητα του νόμου έναντι αυτών, δεσμεύει και τον κοινό νομοθέτη και τον υποχρεώνει, όταν πρόκειται να ρυθμίσει ουσιωδώς όμοια πράγματα, σχέσεις ή καταστάσεις και κατηγορίες προσώπων να μη μεταχειρίζεται κατά τρόπο ανόμοιο τις περιπτώσεις αυτές, εισάγοντας εξαιρέσεις και κάνοντας διακρίσεις, εκτός αν αυτό επιβάλλουν λόγοι κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, η συνδρομή των οποίων υπόκειται στον έλεγχο των δικαστηρίων (Ολ.ΑΠ 34/1998). Όταν πρόκειται περί παροχής, για να εφαρμοσθεί η συνταγματική αρχή της ισότητας, απαιτείται η παροχή αυτή να δόθηκε σε εκτέλεση νόμου ή συλλογικής σύμβασης εργασίας ή κανονιστικής διάταξης, που εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση του νόμου. Εκτός τούτου, σύμφωνα με τη θεμελιώδη αρχή της ίσης μεταχείρισης, που αναγνωρίζεται από τα άρθρα 22 παρ. 1β του Συντάγματος και 119 της Συνθήκης της ΕΟΚ, πηγάζει δε από το άρθρο 288 ΑΚ, το οποίο έχει εφαρμογή σε κάθε παροχή από ενοχική σύμβαση, όποιος χρησιμοποιεί περισσότερα πρόσωπα με αμοιβή, αδιακρίτως φύλλου, που έχουν τα ίδια μεταξύ τους προσόντα και παρέχουν τις ίδιες και υπό τις αυτές συνθήκες εργασίας υπηρεσίες, προς εξυπηρέτηση της αυτής κατηγορίας αναγκών του, υποχρεούται, ανεξάρτητα από το χρόνο ή τον τρόπο πρόσληψης του καθενός, να μεταχειρίζεται τα πρόσωπα αυτά ομοιόμορφα από άποψη παροχών, προϋπόθεση δε της υποχρέωσης αυτής είναι ο εργοδότης να προβαίνει στη χορήγηση της παροχής σε ορισμένους μόνο εργαζόμενους της ίδιας κατηγορίας οικειοθελώς και όχι από υποχρέωση που επιβάλλεται από το νόμο, συλλογική σύμβαση εργασίας ή διοικητική απόφαση. Εξάλλου, ο Κανονισμός Καταστάσεως Προσωπικού της ΔΕΗ (ΚΚΠ/ΔΕΗ), ο οποίος καταρτίσθηκε με την από 4-10-1973 Ε.Σ.Σ.Ε., κυρώθηκε με το ν.δ. 210/1974 και έχει ισχύ νόμου, ορίζει μεταξύ άλλων και τα εξής: α) ότι "Το τακτικό προσωπικό κατατάσσεται στα μισθολογικά κλιμάκια: Τα Α, Β, Β1, 1β, 1α, 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12" (άρθρο 3 παρ. 1), β) ότι "Το τακτικό προσωπικό κατατάσσεται σε κλάδους που υποδιαιρούνται σε Κατηγορίες που μπορούν επίσης να υποδιαιρεθούν σε βαθμίδες, στις οποίες αντιστοιχούν μισθολογικά κλιμάκια και αριθμός οργανικών θέσεων. Κάθε μισθωτός εντάσσεται σε μισθολογικό κλιμάκιο, βαθμίδα, κατηγορία και κλάδο για πλήρωση οργανικής θέσης" (άρθρο 4 παρ. 1). γ) Ότι οι κλάδοι, κατηγορίες, βαθμίδες, ειδικότητες, προσόντα και οργανικές θέσεις στις οποίες εντάσσεται το προσωπικό της Δ.Ε.Η. καθορίζονται από το άρθρο 4 παρ. 2 - 8 αυτού. δ) Ότι μεταξύ των ως άνω κλάδων είναι και ο Κλάδος Μισθωτών Γενικών Υπηρεσιών (ΓΥ), καθώς και ο Κλάδος Τεχνικών (Τ), άρθρον 4 παρ. 3 αυτού. ε) Ότι μεταξύ των Κατηγοριών, των Κλάδων ΓΥ περιλαμβάνεται και η κατηγορία ΓΥ1 - Οδηγοί Οχημάτων, για τον οποίον προβλέπονται οι βαθμίδες α και β και Μ.Κ. 8 - 12, καθώς και η κατηγορία ΓΥ5 -Εργάτες (γενικά) για την οποία προβλέπονται οι βαθμίδες α και β και μ.κ. 9 - 13. στ) Ότι μεταξύ των Κατηγοριών του Κλάδου Τ περιλαμβάνεται και η Κατηγορία Τ4 - Τεχνικοί (γενικά), για την οποία προβλέπονται βαθμίδες α4-ε και μ.κ 1α - 12 (άρθρον 4 παρ. 4 εδ. 5 αυτού) και ζ) ότι "οι μετατάξεις του προσωπικού της Δ.Ε.Η. από κατηγορία εις κατηγορίαν του αυτού ή ετέρου κλάδου δύνανται και ενεργούνται προς κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών ή δια λόγους υγείας" (άρθρο 23 παρ. 1 αυτού), ότι "ο χρόνος ενάρξεως της μετατάξεως καθορίζεται εις την περί ταύτης απόφασιν του Διοικητού" (άρθρον 23 παρ. 2 αυτού), ότι "η μετάταξις γίνεται εις το εισαγωγικό κλιμάκιο της κατηγορίας, εφόσον ο μετατασσόμενος κέκτηται μισθολογικό κλιμάκιο κατώτερον τούτου, άλλως η μετάταξις γίνεται εις το κατεχόμενον υπό του μισθωτού μισθολογικό κλιμάκιο, οπότε ο διανυθείς εν αυτώ χρόνος προσμετράται δια μισθολογική προαγωγήν εις ανώτερον μισθολογικόν κλιμάκιον εις την νέαν κατηγορία" (άρθρο 23 παρ. 3 αυτού) και ότι "η διαδικασία μετατάξεως καθορίζεται δι' αποφάσεως του Διοικητού (άρθρο 23 παρ. 3 αυτού). Περαιτέρω, το άρθρο 4 του Κ.Κ.Π./ΔΕΗ τροποποιήθηκε με την από 19-6-1998 ΕΣΣΕ, ως εξής: "4. Από 1-7-1998 καταργείται η κατηγορία ΓΥ1 - Οδηγοί Οχημάτων και η Κατηγορία/Ειδικότητα Τ4/ΙΑ Οδηγοί Οχημάτων Έλξεως. Οι μισθωτοί που ανήκουν σε αυτές, οι Οδηγοί Βαρέων Χωματουργικών, Αυτοκινήτων και λοιπών οχημάτων που ανήκουν στην Κατηγορία/Ειδικότητα Τ4/Θ, καθώς και οι Οδηγοί (ΓΥ1 που βάσει του Κεφ. Δ' παρ. 3 της από 25-04-1991 ΕΣΣΕ Προσωπικού ΔΕΗ υπάχθηκαν στην κατηγορία Τ4), υπάγονται, από την προαναφερόμενη ημερομηνία, στη νέα κατηγορία Τ5-Οδηγοί, Μηχανοδηγοί Χειριστές και καθορίζονται: "4.1. Τα τυπικά τους προσόντα και η ΅ισθολογική τους εξέλιξη ως ακολούθως, τροποποιουμένου αντίστοιχα του άρθρου 4 του ΚΚΠ/ΔΕΗ: ’ρθρο 4 ΚΚΠ/ΔΕΗ Β. ΚΛΑΔΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ Παρ. 6 Τ5 - Οδηγοί, Μηχανοδηγοί Χειριστές Βαθ΅ίδες: α4 α3 α2 α1 α β γ δ ε Μισθ. Κλι΅.: 1 α 1 2 3 4 5 6 7 8-9-10-11 Ποσοστό οργαν. Θέσεων (%): Προσόντα: Για ΅ισθολογική εξέλιξη στα ΅.κ. 11 - 3. Πτυχίο αναγνωρισμένης Κατώτερης Τεχνικής Σχολής Μηχανοτεχνίτη ή Απολυτήριο Γυ΅νασίου ή Ενδεικτικό Γ' Τάξης Εξατάξιας Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης ημεδαπής ή ισότι΅ο αλλοδαπής, καθώς και σε επαγγελ΅ατικές άδειες οδήγησης και Μηχανοδηγού Χειριστή. Για ΅ισθολογική εξέλιξη στα ΅ισθολογικά κλι΅άκια 10 - 1α. Πτυχίο ή απολυτήριο αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Τεχνικής ή Γενικής Εκπαίδευσης ημεδαπής ή ισότι΅ο αλλοδαπής, καθώς και οι κατά νό΅ο απαιτούμενες επαγγελ΅ατικές άδειες οδήγησης και Μηχανοδηγού Χειριστή. 4.2... 4.3... 4.4. Οι υπηρετούντες κατά την η΅ερο΅ηνία υπογραφής της παρούσας ΕΣΣΕ ΅ισθωτοί κατηγορίας ΓΥ1 και Τ4, προερχόμενοι από την ΓΥ1 (Κεφ. Δ' παρ. 3 της από 25-04-1991 ΕΣΣΕ Προσωπικού ΔΕΗ), που υπάγονται στη νέα κατηγορία Τ5, από 1.7.1998, θα λαμβάνουν Επίδο΅α Στάθ΅ης Σπουδών, ανάλογο των τυπικών τους προσόντων (Επαγγελ΅ατικό ή Μέσης Εκπαίδευσης) και στους ΅εν της ΓΥ1 Κατηγορίας, που βάσει τυπικών προσόντων δεν δικαιούνται Επίδο΅α Μέσης Εκπαίδευσης, διατηρείται ως πάγιο προσωπικό επίδο΅α το ποσοστό 2% της διαφοράς από το επίδο΅α Μ.Ε., στους δε Τ4 τους προερχόμενους από τη ΓΥ1 επαναχορηγείται εφεξής (από 1-7-1998) ως πάγιο προσωπικό επίδο΅α η, ως άνω, διαφορά 2%". Από τις προαναφερθείσες κανονιστικές διατάξεις της, από 19-6-1998 ΕΣΣΕ Προσωπικού ΔΕΗ, και ιδίως από τις κανονιστικές διατάξεις του όρου 4 αυτής, σε συνδυασμό προς τις κανονιστικές διατάξεις του άρθρου 23 παρ. 4 του Κανονισμού Καταστάσεως Προσωπικού της ΔΕΗ, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως και οι οποίες συμπλέουν προς τις διατάξεις των άρθρων 2 ΑΚ και 24 και 25 Εισ.Ν.ΑΚ και, κυρίως, προς τη συναγόμενη από αυτή γενική αρχή, ότι οι έννομες συνέπειες πραγματικού γεγονότος ρυθμίζονται από το νόμο, που ισχύει κατά το χρόνο κατά τον οποίο λαμβάνει χώρα το γεγονός αυτό, προκύπτουν ότι: 1) Aπό 1-7-1998 καταργούνται οι κατηγορίες ΓΥ1 (οδηγοί oχημάτων) και Τ4/ΙΑ (οδηγοί oχημάτων έλξεως). 2) Oι μισθωτοί που ανήκουν στις παραπάνω καταργηθείσες κατηγορίες προσωπικού καθώς και οι οδηγοί βαρέων χωματουργικών αυτοκινήτων και λοιπών οχημάτων που ανήκουν στην κατηγορία Τ4, καθώς και οι οδηγοί (ΓΥ1), οι οποίοι με βάση το Κεφ. Δ' παρ. 3 της από 25-04-1991 ΕΣΣΕ προσωπικού ΔΕΗ υπήχθησαν στην κατηγορία Τ4, υπάγονται από 1-7-1998 στη νέα κατηγορία Τ5 (οδηγοί, μηχανοδηγοί και χειριστές), η οποία έχει τα αναφερόμενα στην παρ. 4.1 της ως άνω από 19-6-1998 ΕΣΣΕ τυπικά προσόντα και μισθολογική εξέλιξη. 3) Οι παραπάνω μισθωτοί της ΔΕΗ υπάγονται από 1-7-1998 στη νέα κατηγορία Τ5 και δικαιούνται πλέον από την ημερομηνία αυτή τη νέα μισθολογική εξέλιξη. 4) Η υπαγωγή των θα γίνει με το κατεχόμενο κατά το χρόνο αυτό μισθολογικό κλιμάκιο και ο διανυθείς στο μισθολογικό αυτό κλιμάκιο χρόνος υπό το καθεστώς της προηγούμενης κατηγορίας θα συνυπολογισθεί για τη μισθολογική προαγωγή σε ανώτερο κλιμάκιο της νέας κατηγορίας, στην οποία πλέον υπήχθησαν από 1-7-1998 και, 5) Η αρχική ένταξή τους στην προηγούμενη κατηγορία προσωπικού δεν μεταβάλλεται, γιατί συνεχίζει να ρυθμίζεται από τις κανονιστικές διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο κατά τον οποίο έγινε αυτή και δεν τροποποιείται από τις νέες ρυθμίσεις, οι οποίες ισχύουν από 1-7-1998 και εφεξής και δεν έχουν αναδρομική ισχύ. Και τούτο ανεξάρτητα αν με τις νέες ρυθμίσεις, που περιέχονται στην από 19-6-1998 ΕΣΣΕ, οι ως άνω μισθωτοί, που υπάγονται στη νέα κατηγορία Τ5 θα είχαν ενταχθεί με βάση αυτές, αν ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο της ένταξής τους, σε υψηλότερο μισθολογικό κλιμάκιο από εκείνο στο οποίο εντάχθηκαν με βάση τις προηγούμενες κανονιστικές ρυθμίσεις, που ίσχυαν κατά το χρόνο της έναρξής τους (άρθρο 9 του ν. 1876/1990, σύμφωνα με το οποίο οι διατάξεις συλλογικής σύμβασης εργασίας δεν έχουν αναδρομική ισχύ και ρυθμίζουν για το μέλλον). Στην προκειμένη περίπτωση οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσείοντες στην, από 17-6-2003, αγωγή τους εκθέτουν ότι ανήκουν στο τακτικό προσωπικό της ΔΕΗ, ότι εντάχθηκαν κατά τις αναφερόμενες, προ του έτους 1998, ημερομηνίες στην κατηγορία ΓΥ1 και μ.κ. 11 οι είκοσι πέντε (25) πρώτοι και στην κατηγορία ΓΥ5 και μ.κ. 12 οι εικοστός έκτος (26ος) και εικοστός έβδομος (27ος), σύμφωνα με τις ισχύουσες τότε κανονιστικές ρυθμίσεις του ΚΚΠ/ΔΕΗ και ότι μετά την ισχύ της από 19-6-1998 ΕΣΣΕ Προσωπικού της ΔΕΗ υπήχθησαν από 1-7-1998 στη νέα κατηγορία T5 και, συγκεκριμένα, στο κατεχόμενο από αυτούς στην καταργηθείσα άνω κατηγορία μ.κ. Ισχυρίζονται δε ότι η υπαγωγή τους στη νέα κατηγορία T5 στο κατεχόμενο από αυτούς μ.κ. είναι καταχρηστική και μη νόμιμη, γιατί, κατ' ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων της νέας από 19-6-1998 ΕΣΣΕ Προσωπικού της ΔΕΗ και των περί μετατάξεων διατάξεων του ΚΚΠ/ΔΕΗ έπρεπε να τους χορηγηθεί ένα επιπλέον μ.κ., δεδομένου ότι με βάση τα προσόντα τους και τις ρυθμίσεις της, από 19-6-1998 ΕΣΣΕ Προσωπικού της ΔΕΗ, εντάσσονται σε εισαγωγικό μ.κ. υψηλότερο από εκείνο που εντάχθηκαν με βάση τις προϊσχύουσες ρυθμίσεις. Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι η εναγομένη και ήδη αναιρεσίβλητη ΔΕΗ θα έπρεπε να τους χορηγήσει το αιτούμενο επιπλέον μ.κ. με βάση τη συνταγματική αρχή της ισότητας και της ίσης μεταχείρισης, αφού οι προσλαμβανόμενοι από 1-7-1998 και εφεξής με τα ίδια προσόντα και εντασσόμενοι στην ίδια με αυτούς κατηγορία Τ5 συνάδελφοί τους, θα εντάσσονται σε ένα μ.κ. υψηλότερο από εκείνο στο οποίο εντάχθηκαν. Με βάση αυτά ζήτησαν να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη οφείλει α) να τους κατατάξει από 1-7-1998 στα προσδιοριζόμενα στην αγωγή μ.κ. και β) να καταβάλει σε αυτούς τις προκύπτουσες εκ της αιτίας αυτής μισθολογικές διαφορές. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε ότι η αγωγή δεν είναι νόμιμη, ως προς μεν την αρχή της ίσης μεταχείρισης, διότι δεν πρόκειται για οικειοθελή εκ μέρους της εναγομένης ΔΕΗ παροχή προς τους προσλαμβανόμενους μετά την 1-7-1998 και ανήκοντες στην ίδια κατηγορία μισθωτούς της, σχετικά με την ένταξή τους σε μ.κ., αλλά περί εφαρμογής του αντίστοιχου, ως άνω, άρθρου 4 του έχοντος ισχύ νόμου ΚΚΠ/ΔΕΗ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την από 19-6-1998 ΕΣΣΕ Προσωπικού της ΔΕΗ, ως προς δε την αρχή της ισότητας, διότι το παραπάνω άρθρο 4 δεν εισάγει ανεπίτρεπτη άνιση μεταχείριση όμοιων κατηγοριών προσωπικού της ΔΕΗ με την καθιέρωση ευνοϊκότερων όρων ένταξης εισαγωγικών μ.κ. στη κατηγορία Τ5 για τους προσλαμβανόμενους από 1-7-1998 κι εφεξής σε σχέση με τους προερχόμενους από την καταργηθείσα κατηγορία ΓΥ1, όπως οι ενάγοντες, οι οποίοι κατά την υπαγωγή τους στη νέα κατηγορία Τ5 διατηρούν τα ήδη κατεχόμενα από την προηγούμενη κατηγορία μ.κ., αφού η εν λόγω διαφοροποίηση στην ένταξη σε μ.κ. ορίζεται από το αντικειμενικό γεγονός του χρόνου εισόδου στην υπηρεσία, αντιθέτως δε, προβλέπεται για αυτούς η δυνατότητα, με βάση τα τυχόν αυξημένα προσόντα τους, να εξελιχθούν εντός της νέας Τ5 κατηγορίας σε υψηλότερα μ.κ. από εκείνα που προβλέπονταν στην κατηγορία ΓΥ1. Εκτός τούτου, με το άρθρο 4 του ΚΚΠ/ΔΕΗ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την από 19-6-1998 ΕΣΣΕ, καταργήθηκαν οι κατηγορίες προσωπικού της ΔΕΗ και οι υπηρετούντες σε αυτή μισθωτοί υπάχθηκαν σε νέα κατηγορία και, συνεπώς, η εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου τούτου δεν συνιστά εκ μέρους της εναγομένης καταχρηστική, υπό την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ, άσκηση του δικαιώματός της. Κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ασκήθηκε έφεση από τους αναιρεσείοντες και το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι, κατ' ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 του ΚΚΠ/ΔΕΗ, όπως αντικαταστάθηκε από την από 19-6-1998 ΕΣΣΕ Προσωπικού της ΔΕΗ και του αναλόγως εφαρμοζομένου άρθρου 23 του ΚΚΠ/ΔΕΗ η, από 1-7-1998, υπαγωγή του υπηρετούντος στις καταργηθείσες κατηγορίες προσωπικού στη νέα κατηγορία Τ5 γίνεται στο κατεχόμενο μ.κ., διότι, οι εισαχθείσες με την από 19-6-1998 ΕΣΣΕ Προσωπικού της ΔΕΗ νέες ρυθμίσεις δεν έχουν αναδρομική ισχύ και, επομένως, δεν ανατρέπουν ούτε τροποποιούν την ένταξη αυτών που έγινε με βάση τις ισχύουσες, κατά τον κρίσιμο χρόνο της ένταξης, κανονιστικές ρυθμίσεις, πράγμα που συνάδει προς τις διατάξεις των άρθρων 2 ΑΚ, 24 και 25 ΕισΝΑΚ και 9 του Ν. 1876/1990 και προς τη συναγό΅ενη από αυτές γενική αρχή, ότι ο νό΅ος και οι κανονιστικές ρυθ΅ίσεις ορίζουν για το ΅έλλον και δεν έχουν αναδρο΅ική ισχύ. Εκτός τούτου, η παραπάνω ερμηνεία και εφαρ΅ογή των προαναφερθεισών διατάξεων που ακολούθησε η αναιρεσίβλητη ΔΕΗ κατά τη υπαγωγή των αναιρεσειόντων στη νέα κατηγορία Τ5 και στο κατεχόμενο κατά το χρόνο αυτό ΅.κ. δεν ΅πορεί να θεωρηθεί ως καταχρηστική και δεν θίγει την αρχή της ισότητας, αλλά και ούτε την αρχή της ίσης ΅εταχείρισης, για όσους λόγους αναφέρει και η εκκαλού΅ενη απόφαση. Με τις παραδοχές δε αυτές απέρριψε την έφεση των αναιρεσειόντων κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο, α) Κατά το μέρος που δέχτηκε ότι η εξαίρεση των αναιρεσειόντων από την ως άνω παροχή δεν είναι αντίθετη προς την, απορρέουσα από το άρθρο 22 παρ. 1 εδ. β' του Συντάγματος, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 288 ΑΚ και 119 της συνθήκης της ΕΟΚ, αρχή της ίσης μεταχείρισης, δεν παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία τις διατάξεις αυτές, αφού στη κρινόμενη περίπτωση δεν πρόκειται πράγματι, για οικειοθελή εκ μέρους της εναγομένης ΔΕΗ παροχή προς τους προσλαμβανόμενους μετά την 1-7-1998 και ανήκοντες στην ίδια κατηγορία μισθωτούς της, σχετικά με την ένταξή τους σε μ.κ., αλλά περί εφαρμογής του αντίστοιχου, ως άνω, άρθρου 4 του έχοντος ισχύ νόμου ΚΚΠ/ΔΕΗ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την, από 19-6-1998, ΕΣΣΕ Προσωπικού της ΔΕΗ. Και β) Κατά το μέρος που δέχθηκε τη μη παραβίαση της αρχής της ισότητας, δεν παραβίασε τις προαναφερθείσες, αντίστοιχες, διατάξεις, διότι η διάταξη του άρθρου 4 δεν εισάγει ανεπίτρεπτη άνιση μεταχείριση όμοιων κατηγοριών προσωπικού της ΔΕΗ, με την καθιέρωση ευνοϊκότερων όρων ένταξης εισαγωγικών μ.κ. στη κατηγορία Τ5, για τους προσλαμβανόμενους από 1-7-1998 κι εφεξής, σε σχέση με τους προερχόμενους από την καταργηθείσα Κατηγορία ΓΥ1, όπως οι ενάγοντες, αφού η εν λόγω διαφοροποίηση στην ένταξη σε μ.κ. ορίζεται από το αντικειμενικό γεγονός του χρόνου εισόδου στην υπηρεσία, ενόψει και του ότι εκείνοι, κατά την υπαγωγή τους στη νέα Κατηγορία Τ5, διατηρούν τα ήδη κατεχόμενα από την προηγούμενη κατηγορία μ.κ., προβλέπεται δε για αυτούς και η δυνατότητα, με βάση τα τυχόν αυξημένα προσόντα τους, να εξελιχθούν εντός της νέας Τ5 κατηγορίας σε υψηλότερα μ.κ. από εκείνα που προβλέπονταν στην κατηγορία ΓΥ1. Εξάλλου, με το άρθρο 4 του ΚΚΠ/ΔΕΗ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την από 19-6-1998 ΕΣΣΕ, καταργήθηκαν οι κατηγορίες προσωπικού της ΔΕΗ και οι υπηρετούντες σε αυτή μισθωτοί υπάχθηκαν σε νέα κατηγορία και, συνεπώς, η εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου τούτου δεν συνιστά εκ μέρους της εναγομένης καταχρηστική, υπό την έννοια του άρθρου 281 ΑΚ, άσκηση του δικαιώματός της. Επομένως, οι πρώτος (στο σύνολό του) και δεύτερος (κατά το πρώτο μέρος του), από τον αρ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγοι της αίτησης αναίρεσης, με τους οποίους προβάλλεται η αιτίαση, ότι παραβιάστηκαν οι ως άνω διατάξεις είναι αβάσιμοι. Περαιτέρω, ο δεύτερος λόγος αναίρεσης, κατά το υπόλοιπο μέρος του, με το οποίο, κατ' εκτίμηση του περιεχομένου του, πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση, για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, είναι απαράδεκτος, ενόψει του ότι δεν εκδόθηκε αποδεικτικό πόρισμα. Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης, να καταδικαστούν δε οι παραστάντες αναιρεσείοντες, ως ηττώμενοι, στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, σύμφωνα με τα άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ, όπως, ειδικότερα, ορίζονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση της, από 28-6-2012, αίτησης για την αναίρεση της 6360/2009 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, ως προς τους αναιρεσείοντες 11β' και 11γ'.
Απορρίπτει την παραπάνω αίτηση, ως προς τους λοιπούς αναιρεσείοντες. Και
Καταδικάζει τους παραστάντες αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων (1800) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Δεκεμβρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 18 Δεκεμβρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ