Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Επίδοση, Εφέσεως απαράδεκτο.
Περίληψη:
Έφεση εκπρόθεσμη. Ο έλεγχος του Αρείου Πάγου περιορίζεται στην ορθότητα της κρίσης για την απορριπτική απόφαση. Η απορριπτική απόφαση αρκεί να διαλαμβάνει το χρόνο της νόμιμης επίδοσης της πρωτοβάθμιας απόφασης, εκείνον της άσκησης της έφεσης και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση χωρίς να απαιτείται ο ειδικότερος προσδιορισμός τούτου ή η μνεία των κατά το άρθρο 161 § 1 ΚΠΔ στοιχείων της εγκυρότητας της επίδοσης. Όταν προβάλλεται ακυρότητα της επίδοσης ή ότι η εκπρόθεσμη άσκηση της έφεσης οφείλεται σε ανώτερη βία ή άλλο ανυπέρβλητο κώλυμα τότε η αιτιολογία πρέπει να επεκτείνεται και στην απορριπτική κρίση του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου. Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης.
Αριθμός 1662/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια, Ανδρέα Δουλγεράκη και Γεώργιο Αδαμόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17 Μαρτίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (επειδή κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει τις αιτήσεις των αναιρεσειουσών - κατηγορουμένων: 1) Χ1, κατοίκου ..., 2) Χ2, κατοίκου ... και 3) Χ3, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Γιατράκο, περί αναιρέσεως της 5435/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείουσες - κατηγορούμενες ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 31 Ιουλίου 2008 (τρεις) αιτήσεις τους αναιρέσεως αντιστοίχως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1444/2008.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειουσών, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθούν οι προκείμενες αιτήσεις αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Εισάγονται ενώπιον του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου οι με αριθ. έκθ. 275, 276 και 277/31-7-2008 αιτήσεις των Χ3, Χ2 και Χ1 για αναίρεση της 5435/ 2008 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών και πρέπει να συνεκδικαστούν ως συναφείς.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 473 παρ. 1 του ΚΠΔ, όπου ειδική διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, η προθεσμία για την άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης, αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της απόφασης είναι δέκα ημέρες και αρχίζει από την επίδοση της απόφασης, η οποία πρέπει να γίνεται όπως ορίζουν τα άρθρα 155 επόμ. του ίδιου Κώδικα. Αν η έφεση ασκηθεί εκπρόθεσμα, κατά τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 του αυτού Κώδικα, απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Ο έλεγχος του Αρείου Πάγου περιορίζεται στην ορθότητα της κρίσης για την απόφαση αυτή (Ολ.ΑΠ 3/1995). Η απορριπτική αυτή απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου για να έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, αρκεί να διαλαμβάνει το χρόνο της νόμιμης επίδοσης της πρωτοβάθμιας απόφασης, εκείνον της άσκησης της έφεσης και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση χωρίς να απαιτείται ο ειδικότερος προσδιορισμός τούτου ή η μνεία των, κατά το άρθρο 161 παρ. 1 ΚΠΔ, στοιχείων της εγκυρότητας της επίδοσης (Ολ.ΑΠ 8/1995, 4/1995, 6, 7/1995). Αν η επίδοση είναι άκυρη δεν αρχίζει η σχετική προθεσμία. Εξάλλου, από τη γενική αρχή του δικαίου, κατά την οποία, κανείς δεν μπορεί να υποχρεωθεί στα αδύνατα, συνάγεται ότι είναι επιτρεπτή η άσκηση του ένδικου μέσου και μετά την πάροδο της προθεσμίας άσκησης αυτού, αν συνέτρεξε λόγος ανώτερης βίας ή ανυπέρβλητου κωλύματος. Έτσι όταν εκείνος που ασκεί το ένδικο μέσο της έφεσης προβάλλει ακυρότητα της επίδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης ή ότι η εκπρόθεσμη άσκηση αυτής οφείλεται σε ανώτερη βία ή άλλο ανυπέρβλητο κώλυμα, τότε η προαναφερθείσα αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στην απορριπτική των άνω λόγων κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (Ολ.ΑΠ 4/1995). Ανώτερη βία είναι κάθε απρόβλεπτο γεγονός είτε αντικειμενικό είτε σχετικό με το πρόσωπο του δικαιούχου, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να αποτραπεί ακόμα και με μέτρα άκρας σύνεσης και επιμέλειας ενώ ανυπέρβλητο κώλυμα είναι το γεγονός εκείνο, το οποίο δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα τους ασκούντος το ένδικο μέσο και δεν μπορούσε να υπερνικηθεί από αυτόν με κανένα τρόπο. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Τριμελές Εφετείο απέρριψε τις εφέσεις των αναιρεσειουσών ως απαράδεκτες λόγω εκπρόθεσμης άσκησης τους αφού δέχθηκε ότι "από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα στο ακροατήριο, τα έγγραφα που αναγνώστηκαν, όσα κατέθεσε η παρούσα εκκαλούσα (Χ3) και την εν γένει αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε ότι με την 38411/2005 απόφαση του ο" Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών οι εκκαλούσες καταδικάστηκαν ερήμην σε συνολική ποινή φυλακίσεως είκοσι (20) μηνών η κάθε μία ... . Όπως αποδεικνύεται 1) από το από 6-10-2006 αποδεικτικό επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών ..., η επίδοση της άνω αποφάσεως έγινε στις 6-10-2006 με θυροκόλληση στην επί της οδού ... στο ... κατοικία της Χ3, 2) από το από 6-10-2006 αποδεικτικό επίδοσης του αστυφύλακα ... του AT ..., η επίδοση της άνω αποφάσεως έγινε στις 6-10-2006 με θυροκόλληση στην επί της οδού ... στην ... κατοικία της Χ2 και 3) από το από 6-10-2006 αποδεικτικό του αστυφύλακα ... του AT ... η επίδοση της ως άνω αποφάσεως έγινε στις 6-10-2006 με θυροκόλληση στην επί της οδού ... στην ... κατοικία της Χ1, τις οποίες αυτές είχαν δηλώσεις στις από 31-10-2002, 12-11-2002 και 8-11-2002 προανακριτικές απολογίες τους. Οι εκκαλούσες άσκησαν τις εφέσεις τους στις 11-6-2008, δηλαδή πολύ χρόνο μετά την πάροδο της προβλεπομένης από τη διάταξη του άρθρου 473 ΚΠΔ δεκαήμερης προθεσμίας. Με τις εκθέσεις εφέσεων δήλωσε κάθε μία από αυτές ότι ασκούν εκπρόθεσμα τις εφέσεις διότι ουδέποτε έλαβαν γνώση της εκκαλούμενης απόφασης, που τους επιδόθηκε με θυροκόλληση γιατί η πρώτη έχει μετοικήσει από τις αρχές του 2003, η δεύτερη από το τέλος του έτους 2004 και η Τρίτη από τον Απρίλιο του έτους 2003 στις διευθύνσεις που κάθε μία αναφέρει στην έφεσή της. Όλες δε δηλώνουν ότι τυχαία πληροφορήθηκε την εκκαλούμενη απόφαση ο συνήγορός τους "προ ημερών" και τις ενημέρωσε. Ο ανωτέρω ισχυρισμός των εκκαλουσών ο οποίος στρέφεται κατά του κύρους της επιδόσεως είναι αόριστος, αφού δεν επικαλούνται με την έφεσή τους ότι η ως άνω, κατά τον κρίσιμο χρόνο, κατοικία τους ήταν γνωστή και στην Εισαγγελική Αρχή που παρήγγειλε την επίδοση. Άλλωστε αυτές είχαν δηλώσει στις από 31-10-2002, 12-11-2002 και 8-11-2002 προανακριτικές απολογίες τους ενώπιον του Πταισματοδίκη Αθηνών, ως διεύθυνση κατοικίας τους τον ως άνω τόπο που έγινε η επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως χωρίς να έχουν γνωστοποιήσει αρμοδίως, όπως είχαν υποχρέωση (ΚΠΔ 273 παρ. 1γ) τη μεταβολή του τόπου κατοικίας τους... Επομένως εγκύρως έγινε η επίδοση της εκκαλουμένης στις κατηγορούμενες με θυροκόλληση στις διευθύνσεις που οι ίδιες είχαν δηλώσει στις απολογίες τους. Με βάση τα παραπάνω πρέπει να απορριφθούν οι παραπάνω εφέσεις ως απαράδεκτες εξαιτίας της εκπρόθεσμης ασκήσεως τους". Η αιτιολογία αυτή καλύπτει τις άνω προϋποθέσεις, αφού περιέχει όλα τα προμνημονευόμενα στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι οι εφέσεις αυτές ασκήθηκαν εκπροθέσμως, δηλαδή μετά την πάροδο της, κατά το άρθρο 473 παρ. 1 του ΚΠΔ, προθεσμίας των δέκα ημερών και ειδικότερα αναφέρεται σε αυτή ότι η επίδοση της πρωτοβάθμιας απόφασης έγινε στις αναιρεσείουσες την 6-10-2006 με θυροκόλληση και συγκεκριμένα 1) στην επί της οδού ... στο ... κατοικία της Χ3, την οποία αυτή είχε δηλώσει στην από 31-10-2002 προανακριτική ενώπιον του Πταισματοδίκη Αθηνών απολογία της, 2) στην επί της οδού ... στην ... κατοικία της Χ2, την οποία αυτή είχε δηλώσει στην από 12- 11- 2002 προανακριτική ενώπιον του άνω Πταισματοδίκη απολογία της και 3) στην επί της οδού ... στην ... κατοικία της Χ1, την οποία αυτή είχε δηλώσει στην από 8-11-2002 προανακριτική ενώπιον του ιδίου Πταισματοδίκη απολογία της. Ότι οι κατά τα άνω επιδόσεις αποδεικνύονται από τα ευρισκόμενα στη δικογραφία και αναφερόμενα στην προσβαλλόμενη απόφαση αποδεικτικά επιδόσεως, ότι οι επιδόσεις έγιναν αφού οι αναιρεσείουσες δεν είχαν δηλώσει μεταβολή της κατοικίας τους στην Εισαγγελία Πλημ/κών Αθηνών, όπως όφειλαν κατά το άρθρο 273 παρ. 1γ ΚΠΔ και ότι τις εφέσεις τους οι αναιρεσείουσες άσκησαν στις 6-11-2008, δηλαδή πολύ χρόνο μετά την πάροδο της κατά το άρθρο 473 του ΚΠΔ δεκαήμερης προθεσμίας. Οι αναιρεσείουσες, με τις εφέσεις τους, δήλωσαν ότι τις ασκούν εκπρόθεσμα διότι ουδέποτε έλαβαν γνώση της εκκαλούμενης ως άνω απόφασης γιατί η πρώτη είχε μετοικήσει από την άνω κατοικία της από τις αρχές του 2003, η δεύτερη είχε μετοικήσει από την πιο πάνω κατοικίας της από το τέλος του 2004 και η τρίτη είχε μετοικήσει από την προαναφερθείσα κατοικία της από το μήνα Μάρτιο του 2003 στις διευθύνσεις, που κάθε μία αναφέρει στην έφεση της. Τον ισχυρισμό τους αυτό το Τριμελές Εφετείο εκτίμησε ως ισχυρισμό που βάλλει κατά του κύρους της επίδοσης της εκκαλούμενης απόφασης και τον απέρριψε με την αιτιολογία ότι οι εκκαλούσες δεν επικαλέσθηκαν ότι κατά τον άνω κρίσιμο της επίδοσης χρόνο οι νέες κατοικίες τους ήταν γνωστές και στην Εισαγγελική Αρχή που παρήγγειλε την επίδοση της εκκαλούμενης σε αυτές και επομένως εγκύρως έγινε η επίδοση της εκκαλουμένης στις αναιρεσείουσες με θυροκόλληση στις διευθύνσεις που οι ίδιες είχαν δηλώσει στις πιο πάνω απολογίες τους. Εξάλλου, το ότι οι αναιρεσείουσες διατείνονται ότι δεν έλαβαν γνώση της εκκαλούμενης απόφασης αφού είχαν μετοικήσει αλλού, δεν συνιστά λόγο ανώτερης βίας ή ανυπέρβλητου κωλύματος κατά την προεκτεθείσα έννοια, που να δικαιολογεί το εκπρόθεσμο της ασκήσεως των εφέσεων τούτων, εν όψει του ότι γνώριζαν την εκκρεμότητα των εις βάρος τους κατηγοριών και δεν φρόντισαν να δηλώσουν εγκαίρως στην Εισαγγελική Αρχή την μεταβολή της δηλωθείσας στις προανακριτικές τους απολογίες διεύθυνσής τους, οπότε η επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης θα γινόταν στη νέα τους κατοικία. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση διέλαβε την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ο περί του αντιθέτου από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος της αναίρεσης είναι αβάσιμος.
Απόλυτη ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1Α ΚΠΔ λόγο αναίρεσης συνεπάγεται η μη ανάγνωση στο ακροατήριο μόνο των εγγράφων που υποβλήθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία, τα οποία λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο για το σχηματισμό της κρίσης του περί της ενοχής ή της αθωότητας του κατηγορουμένου και όχι των οποιωνδήποτε άλλων διαδικαστικών εγγράφων που αφορούν άλλα ζητήματα μεταξύ των οποίων και την επίδοση.
Συνεπώς, δεν δημιουργεί απόλυτη ακυρότητα το ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη χωρίς προηγουμένως να αναγνωστεί το αποδεικτικό επίδοσης. Επομένως, η αποδιδόμενη αιτίαση στην προσβαλλόμενη απόφαση ότι τα ανωτέρω αποδεικτικά επιδόσεως ελήφθησαν υπόψη ενώ δεν ανεγνώσθησαν δεν δημιούργησε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας και ως εκ τούτου ο περί του αντιθέτου από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ λόγος της αναίρεσης είναι αβάσιμος.
Τέλος οι μερικότερες αιτιάσεις ότι 1) η απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου είναι παράνομη διότι από τις σχετικές διατάξεις του Εμπ.Ν. και του Πτωχευτικού Κώδικα προκύπτει ότι στα νομικά πρόσωπα ευθύνεται μόνο ο διαχειριστής και 2) ότι είναι αθώες των άνω πράξεων διότι από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε η ενοχή τους είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες διότι, αναφορικά με την πρώτη, επί αιτήσεως αναίρεσης κατά απόφασης δευτεροβαθμίου δικαστηρίου που απορρίπτει την έφεση ως απαράδεκτη, όπως εν προκειμένω, δεν μπορούν να προβληθούν λόγοι που αφορούν την ουσία της υπόθεσης ή πλημμέλειες της πρωτόδικης απόφασης. Για τον ίδιο λόγο είναι απορριπτέα και η δεύτερη αιτίαση, με την οποία άλλωστε απαραδέκτως πλήττεται η ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Κατ' ακολουθίαν πρέπει οι αιτήσεις αναίρεσης να απορριφθούν και καταδικαστεί η κάθε μία αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις με αριθ. έκθ. 275, 276 και 277/31-07-2008 αιτήσεις των Χ3, Χ2 και Χ1 για αναίρεση της 5435/2008 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και
Καταδικάζει κάθε μία αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Απριλίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 14 Ιουλίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ