Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 792 / 2014    (Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.




Περίληψη:
Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της αγωγής, ο ενάγων επιδιώκει την ικανοποίηση των αξιώσεών του, επικαλούμενος την κατάρτιση με την εναγομένη αυτοτελούς σύμβασης μίσθωσης εργασίας. Το Εφετείο, δεν έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό αυτό και υπέπεσε στην πλημμέλεια, από τον αρ. 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ.




Αριθμός 792/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο, Δημήτριο Κόμη και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 4 Μαρτίου 2014, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Γ. Δ. του Ε., κατοίκου ..., ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αναστάσιο Θεοδωράκη, που δεν κατέθεσε προτάσεις.
Της αναιρεσίβλητης: Εταιρείας με την επωνυμία "LOFT 12 ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ & ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΠΕ", που εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Γεωργία Βούλγαρη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 14-4-2009 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2420/2010 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 198/2013 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 29-7-2013 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε την από 21-2-2014 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, η πληρεξούσια της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117, πρέπει να περιέχει α) σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της, από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής αρκεί για το παραδεκτό της αγωγής να εκτίθενται στο δικόγραφό της τα πραγματικά περιστατικά που αποτελούν τις προϋποθέσεις εφαρμογής ορισμένης νομικής διάταξης, στην οποία και θεμελιώνεται το ασκούμενο με την αγωγή αίτημα. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 561 § 2 ΚΠολΔ, στον έλεγχο του Αρείου Πάγου υπόκειται και η εκτίμηση από το Δικαστήριο της ουσίας του περιεχομένου διαδικαστικών εγγράφων, στα οποία περιλαμβάνεται και η αγωγή, για την οποία η εσφαλμένη, ως προς τη νομιμότητα και την εν γένει θεμελίωσή της, κρίση, ιδρύει τον αναιρετικό λόγο του αριθ. 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, γιατί ανάγεται στη μη προσήκουσα εφαρμογή και ερμηνεία του κανόνα του ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόστηκε. Η νομική δε αοριστία της αγωγής, η συνδεόμενη με τη νομική εκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ελέγχεται αυτεπάγγελτα από το ουσιαστικό δικαστήριο, ελέγχεται αναιρετικά, ως παραβίαση από τον αριθ. 1 του άρθρ. 559 του ΚΠολΔ, εάν το δικαστήριο, για το σχηματισμό της κρίσης του για τη νομική επάρκεια και πληρότητα της αγωγής και τη νομική βασιμότητά της, σε αναφορά με συγκεκριμένο κανόνα ουσιαστικού δικαίου, αξίωσε περισσότερα στοιχεία από εκείνα που ορίζει ο κανόνας αυτός για τη θεμελίωση του αγωγικού δικαιώματος ή αντιθέτως αρκέστηκε σε λιγότερα στοιχεία ή διάφορα από αυτά, ενώ η περαιτέρω ενδεχόμενη αοριστία του δικογράφου της αγωγής, δηλαδή αυτή που ανάγεται στην ποσοτική ή ποιοτική αοριστία αυτής, που συνεπάγεται την αοριστία του ίδιου του δικογράφου της αγωγής και την, εξαιτίας τούτου, απόρριψη αυτής ως αόριστης, ελέγχεται ως παραβίαση από το άρθρο 559 αριθ. 8 ή 14 του ΚΠολΔ. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 648 ΑΚ, με τη σύμβαση εργασίας ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να παρέχει, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, την εργασία του στον εργοδότη και αυτός να καταβάλει το συμφωνημένο μισθό. Επί σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, ο μισθωτής της εργασίας (εργοδότης) είναι συνήθως, αλλά όχι πάντοτε, ο κύριος της επιχείρησης προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων της οποίας συνάπτεται η σύμβαση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την, παραδεκτή, επισκόπηση της, από 14-4-2009, αγωγής του ο ενάγων εκθέτει ότι την 1-1-2007 προσελήφθη από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ" και το διακριτικό τίτλο "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ", με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως υπάλληλος μάρκετινγκ, αντί μηνιαίου μισθού, αποτελούμενου από το σταθερό μηνιαίο ποσό των 1.204,05 ευρώ και από μηνιαία προμήθεια συνιστάμενη σε οριζόμενο κατά περίπτωση ποσοστό επί του ετησίου τζίρου που αυτός θα επετύγχανε, ετησίως, από τις πωλήσεις σε τρίτους διαφημιστικού χώρου στο ομώνυμο έντυπο της εργοδότιδας. Ότι στις 30.4.2008 έληξε η σχέση εργασίας του με την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΕΚΔΟTlΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ", κατόπιν της με την ίδια η΅εροχρονολογία έγγραφης καταγγελίας, προκειμένου στην πραγματικότητα να "μεταφερθεί" αυτός και άλλοι εργαζόμενοι στην εναγομένη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία "LOFT 12 ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΠΕ", "προφανώς" συγγενή εταιρεία της "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ". Ότι, προ της "μεταφοράς" του, προηγήθηκε συνάντησή του με τους εκπροσώπους της εναγομένης, κατά την οποία του ανακοινώθηκε η επικείμενη "μεταφορά" του στο εργατικό δυναμικό της, η οποία θα αναλάμβανε εφεξής την οργάνωση, επιμέλεια, διαχείριση και εμπορική εκμετάλλευση της εφημερίδας "METROPOLlS", βεβαιώθηκε ότι ουδεμία αλλαγή στις συνθήκες εργασίας του θα υφίστατο στην εναγομένη, ενώ ρητά επίσης συμφωνήθηκε ότι ο μισθός του θα αποτελείτο αφενός μεν από το σταθερό μηνιαίο ποσό των 1.465 ευρώ, αφ' ετέρου δε από μηνιαία προμήθεια, συνιστάμενη σε ποσοστό 5% επί του ετησίου τζίρου που αυτός θα επετύγχανε από διαφημιστικά συμβόλαια, που θα συνάπτονταν με τη μεσολάβησή του, κατά τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις που είχαν συμφωνηθεί με τη "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ". Ότι κατόπιν αυτής της συμφωνίας αποδέχθηκε τη μεταφορά του στην άνω ΕΠΕ, με ταυτόχρονη πρόσληψή του, από τις 1.5.2008. Ότι η εναγομένη, παραβιάζοντας τη μεταξύ τους συμφωνία, από τον Μάϊο 2008 δεν του κατέβαλε το ποσό των 1.164,05 ευρώ, ως πρόσθετη παροχή του μηνός Απριλίου 2008, για τον τζίρο που πέτυχε το μήνα αυτό, που απασχολείτο στη "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ" καθώς και το συνολικό ποσό των 4.645,29 ευρώ, ως πρόσθετη παροχή των μηνών Μαΐου 2008 έως Δεκεμβρίου 2008. Ότι στις 4.2.2009, η εναγομένη κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας του, απαγορεύοντας την είσοδό του στο χώρο εργασίας και καταβάλλοντάς του, αντί του ποσού που εδικαιούτο από 2.412,33 ευρώ, ελλιπή αποζημίωση από 1.709,16 ευρώ, καθόσον δεν συνυπολόγισε στις τακτικές αποδοχές του τη συμφωνηθείσα μηνιαία πρόσθετη παροχή. Με βάση τα παραπάνω ζήτησε να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της, από 4.2.2009, καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του από την εναγομένη και να υποχρεωθεί η τελευταία, ως υπερήμερη εργοδότιδα, να του καταβάλει το συνολικό ποσό των [1.465 ευρώ μηνιαίως Χ 14 μήνες (12 μήνες πλέον της αναλογίας επιδομάτων Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας του χρονικού διαστήματος των μηνών Φεβρουαρίου 2009 έως και Ιανουαρίου 2010) = ] 20.510 ευρώ, ως μισθούς υπερημερίας, το συνολικό ποσό των προσθέτων παροχών (5.809,35 ευρώ) και συνολικά το ποσό των 26.319,35 ευρώ. Επί της αγωγής εκδόθηκε, ερήμην της εναγομένης, η 2420/2010 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία αναγνώρισε την ακυρότητα της, από 4.2.2009, καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος και επιδίκασε σ' αυτόν το χρηματικό ποσό των 25.155,29 ευρώ, ως οφειλόμενη πρόσθετη παροχή των μηνών Μαΐου 2008 έως Δεκεμβρίου 2008 και μισθούς υπερημερίας των μηνών Φεβρουαρίου 2009 έως Ιανουαρίου 2010. Κατά της παραπάνω απόφασης η αναιρεσίβλητη άσκησε την, από 29.11.2010, έφεση και με αυτοτελές δικόγραφο πρόσθετο λόγο αυτής, ζητώντας την εξαφάνισή της και την απόρριψη της αγωγής. Το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι, δεδο΅ένου ότι οι συνέπειες από τη ΅εταβολή του προσώπου του εργοδότη και η επέλευσή τους προϋποθέτουν ενεργό, κατά το χρόνο της ΅εταβίβασης, σύ΅βαση εργασίας ΅ε τον αρχικό εργοδότη, η αγωγή δεν είναι νό΅ι΅η, διότι, σύ΅φωνα ΅ε τα εκτιθέμενα σ' αυτήν πραγματικά περιστατικά, η εργασιακή σχέση του ενάγοντος με τη φερομένη ως αρχική εργοδότιδά του, ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ", είχε λήξει με την, από 30.4.2008, καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, από την τελευταία (ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ), στη θέση της οποίας, κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς, υπεισήλθε αργότερα η εναγομένη εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία "LOFT 12 ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΠΕ", ως διάδοχη εργοδότιδα. Στην αγωγή δε δεν εκτίθεται ότι η, από 30.4.2008, καταγγελία υπήρξε άκυρη ή ότι είχε ήδη ακυρωθεί για κάποιο λόγο (μη καταβολής παντάπασιν αποζημίωσης ή μη καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης), ώστε ανεξαρτήτως του αν η εναγομένη συνέχισε ή όχι την επιχειρηματική δραστηριότητα της "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ", εφόσον στην αγωγή ρητώς διαλαμβάνεται ότι η τέως εργοδότιδα του ενάγοντος "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ" απέλυσε αυτόν προτού προβεί στη μεταβίβαση του τμήματος οικονομικής διαχείρισης (management) στην εναγομένη, η οποία ακολούθως τον προσέλαβε με νέα σύμβαση εργασίας, δεν νοείται στην προκειμένη περίπτωση, η επικαλούμενη στην αγωγή προς την εναγομένη μεταβίβαση των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που απορρέουν από την εργασιακή σύμβαση της "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ" με τον ενάγοντα, αφού η, από 1.1.2007, σύμβαση εργασίας του είχε, νομίμως, λήξει.
Συνεπώς, καταλήγει το Εφετείο, ο ενάγων μη νομίμως αιτείται την καταβολή των αιτουμένων χρηματικών ποσών από την εναγομένη, ως διάδοχο της αρχικής εργοδότιδας, που υποκατέστησε την "ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΣ ΑΕ" στην ασκούμενη από αυτήν επιχείρηση. Με τις παραδοχές αυτές δέχθηκε την έφεση της αναιρεσίβλητης, εξαφάνισε την εκκληθείσα απόφαση και απέρριψε την αγωγή. Όμως, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της αγωγής, ο ενάγων επιδιώκει την ικανοποίηση των ενδίκων αξιώσεών του, επικαλούμενος την κατάρτιση με την εναγομένη αυτοτελούς σύμβασης μίσθωσης εργασίας, με βάση την οποία, ενόψει της "μεταφοράς του", αυτός ανέλαβε την υποχρέωση να παρέχει την εργασία του σ' αυτήν, μετά την απόλυσή του από την αρχική εργοδότριά του, και η εναγομένη να του καταβάλει, ως μισθό για την παροχή αυτής, τα ποσά που προαναφέρθηκαν. Ο ισχυρισμός αυτός περιέχεται σαφώς στην αγωγή του και είναι ουσιώδης για την έκβαση της δίκης και ειδικότερα για την παθητική νομιμοποίηση της αναιρεσίβλητης. Το Εφετείο, αν και είχε υποχρέωση, δεν έλαβε υπόψη αυτόν, ενώ, αντίθετα έλαβε υπόψη του ισχυρισμό, που δεν προτάθηκε από τον ίδιο και αναφέρεται στην παθητική νομιμοποίηση της αναιρεσίβλητης, ως διαδόχου εργοδότριας της αρχικής. Αν, όμως, λάμβανε υπόψη του τον παραπάνω ισχυρισμό θα δεχόταν ότι η αγωγή διαλαμβάνει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται κατά το άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, για την ενεργητική νομιμοποίηση του αναιρεσείοντος, την παθητική νομιμοποίηση της αναιρεσίβλητης και τη θεμελίωση των διωκόμενων αξιώσεων, αφού, ο αναιρεσείων στηρίζει τις αξιώσεις του όχι στη διαδοχή του εργοδότη, όπως εσφαλμένα δέχεται το Εφετείο, αλλά στην αυτοτελή σύμβαση εργασίας, που καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων, προφορικά, την 1-4-2008, με βάση την οποία ανέλαβαν την υποχρέωση, αυτός μεν να παρέχει την εργασία του και η αναιρεσίβλητη να του καταβάλει, ως αμοιβή, τα αιτούμενα ποσά. Επομένως, το Εφετείο, υπέπεσε στην πλημμέλεια, από τον αρ. 8 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, και είναι βάσιμος ο μοναδικός λόγος της αναίρεσης. Μετά από αυτά, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλό΅ενη απόφαση, να παραπε΅φθεί δε η υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που εξέδωσαν την άνω απόφαση (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει ΅ετά την αντικατάστασή του ΅ε το άρθρο 65 παρ. 1 Ν. 4139/2013). Η αναιρεσίβλητη πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος (άρθ. 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί τη, ΅ε αριθ΅ό, 198/2013 απόφαση του Εφετείου Αθηνών.
Παραπέ΅πει την υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, τα οποία ορίζει σε χίλια πεντακόσια (1500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα την 1η Απριλίου 2014. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 8 Απριλίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή