Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 572 / 2015    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγωγή αναγνωριστική.




Περίληψη:
1069 και 1072 ΑΚ. Το έδαφος ου προέρχεται από πρόσχωση ανήκει στον κύριο του παραποτάμιου κτήματος. Η κτήση της κυριότητας είναι πρωτότυπη και επέρχεται αυτοδίκαια. Η εγκαταλειφθείσα κοίτη μη πλευσίμου ποταμού, ανήκει στους κυρίους των παραποταμίων κτημάτων Η εγκατάλειψη πρέπει να είναι οριστική και μόνιμη και μπορεί να έγινε είτε από φυσικά αίτια ή προ του ν. 116/1975 από τεχνικά. 560 παρ 1α. Οι λόγοι που υπό την επίφαση της παραβιάσεως κανόνα ουσιαστικού δικαίου πλήττουν την ανέλεγκτη αναιρετικώς περί την εκτίμηση πραγματικών περιστατικών ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου απορρίπτονται ως απαράδεκτοι.




Αριθμός 572/2015

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ’ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Μπιχάκη Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ιωάννη Σίδερη), Ελένη Διονυσοπούλου, Ευγενία Προγάκη, Μαρία Βαρελά και Ασπασία Μαγιάκου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 22 Απριλίου 2015, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπουμένου από τον Υπουργό Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Νικολέτα Παπαρούνη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου: Ε. Κ. του Η., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 7/3/2006 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Φιλιατών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 2/2008 του ίδιου Δικαστηρίου και 22/2011 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσπρωτίας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί το Ελληνικό Δημόσιο με την από 28/4/2014 αίτησή του. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκε μόνο το αναιρεσείον, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ευγενία Προγάκη ανέγνωσε την από 9/4/2015 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή από τις διατάξεις του άρθρου 576 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔικ, προκύπτει ότι αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εμφανισθεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ή εμφανισθεί και δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν ο διάδικος που επισπεύδει τη συζήτηση δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος συζητεί την υπόθεση ως να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι. Στην προκειμένη από το σχετικό πινάκιο, τα πρακτικά συνεδριάσεως του δικαστηρίου και τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Κατά τη σημερινή συζήτηση της υποθέσεως και κατά τη σειρά εγγραφής της στο οικείο πινάκιο ο αναιρεσίβλητος δεν παραστάθηκε, ούτε κατέθεσε δήλωση ότι δεν θα παραστεί κατά την εκφώνηση αυτής, σύμφωνα με τα άρθρα 242 παρ. 2 και 573 παρ. 1 ΚΠολΔικ, από δε την υπ’ αριθμ. ...26-1-2015 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Αθηνών Θ. Ρ., που αποτελεί στοιχείο της δικογραφίας, προκύπτει ότι επισπεύδων τη συζήτηση είναι αυτός (απολιπόμενος αναιρεσίβλητος), με επιμέλεια του οποίου επιδόθηκε στο παριστάμενο αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο κλήση για συζήτηση για την σημερινή δικάσιμο, μάλιστα δε ως εκ περισσού και αντίγραφο του δικογράφου της αναιρέσεως (άρθρ. 568 παρ. 4 εδ. 2 ΚΠολΔικ). Ενόψει τούτου, κατά τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη η συζήτηση θα προχωρήσει ως να ήταν και αυτός (αναιρεσίβλητος) παρών. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 1069 ΑΚ, το έδαφος που προστίθεται από τον ποταμό λίγο-λίγο και ανεπαίσθητα σε παραποτάμιο κτήμα (πρόσχωση), ανήκει στον κύριο του κτήματος. Η διάταξη αυτή ρυθμίζει την περίπτωση κτήσης κυριότητας από ιδιοκτήτη παραποτάμιου κτήματος, δηλαδή κτήματος που βρίσκεται σε επαφή με ποταμό, πλεύσιμο ή όχι, στις περιπτώσεις μεταβολής του ποταμού. Η προσθήκη του εδάφους πρέπει να γίνεται εξακολουθητικά, βαθμιαία και ανεπαίσθητα. Η κτήση της κυριότητας είναι πρωτότυπη και επέρχεται αυτοδίκαια, δηλαδή, με μόνη τη συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου, χωρίς να χρειάζεται κάποια πράξη της πολιτείας ή καταβολή αποζημίωσης από αυτόν που αποκτά την κυριότητα Δικαιολογητικός λόγος της ρυθμίσεως είναι η αντιστάθμιση της ζημιάς του παράχθιου ιδιοκτήτη από τη ροή του ποταμού δίπλα στο κτήμα του και το ότι, ούτως ή άλλως, δεν είναι δυνατό να εξακριβωθεί από ποιό κτήμα προέρχονται τα υλικά, με τα οποία γίνεται η πρόσχωση, με αποτέλεσμα να μην μπορεί αυτά, να τα διεκδικήσει συγκεκριμένος κύριος. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 1072 παρ. 1 του ΑΚ, η κοίτη ποταμού μη πλευσίμου που εγκαταλείφθηκε, ανήκει στους κυρίους των παραποταμίων κτημάτων. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι οι ιδιοκτήτες παραποτάμιων κτημάτων γίνονται κύριοι του εδάφους της κοίτης μη πλευσίμου ποταμού που εγκαταλείφθηκε οριστικά, είτε από φυσικά αίτια, είτε, προ του ν. 116/1975, ο οποίος με το άρθρο 1 αυτού τροποποίησε σιωπηρά την εν λόγω διάταξη του 1072 παρ. 1 ΑΚ, από τεχνικά έργα του Δημοσίου (Ολ. ΑΠ ...1990). Περαιτέρω από την προπαρατιθέμενη διάταξη (ΑΚ 1072 παρ. 1), σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 966, 967 και 968 του ίδιου κώδικα, σαφώς συνάγεται ότι ο μη πλεύσιμος ποταμός που ρέει με ελεύθερη και αέναη ροή και το καταλαμβανόμενο από την κοίτη του έδαφος είναι κοινής χρήσεως και εκτός συναλλαγής πράγματα που ανήκαν στο Δημόσιο, εφόσον δεν ανήκουν σε δήμο ή κοινότητα ή ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά και ότι προϋπόθεση της εφαρμογής της παραπάνω διατάξεως, είναι η ύπαρξη παραποτάμιου κτήματος ή κτημάτων, τα οποία βρίσκονται σε επαφή με τον ποταμό, του οποίου η κοίτη εγκαταλείφθηκε. Ως "εγκατάλειψη" της κοίτης του ποταμού, κατά την αληθινή έννοια της εν λόγω διατάξεως, νοείται η πλήρης και ολοκληρωτική εγκατάλειψη της παλαιάς κοίτης αυτού, με τον σχηματισμό νέας κοίτης, η οποία αποτελεί φυσικό φαινόμενο με προοπτική σταθερότητας και διάρκειας και όχι η μερική εγκατάλειψη ή ορθότερα ο περιορισμός της κοίτης του ποταμού, που συχνά δεν έχει διάρκεια.
Συνεπώς αν η κοίτη μη πλευσίμου ποταμού, η οποία ανήκει στο Δημόσιο, περιορίστηκε κατά τρόπο, ώστε μεταξύ της ιδιοκτησίας τρίτου και της περιορισθείσας κοίτης του ποταμού να παρεμβάλλεται έκταση, αυτή εξακολουθεί να ανήκει στο Δημόσιο και δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 1072 παρ. 1 ΑΚ (Ολ.ΑΠ 24/2001). Η απόκτηση της κυριότητας της εγκαταλειφθείσας κοίτης γίνεται όπως και στην περίπτωση του 1069 ΑΚ αυτοδίκαια και επομένως εσφαλμένα χρησιμοποιείται ο όρος "προσκύρωση" αφού η τελευταία προϋποθέτει πράξη της πολιτείας. Τέλος από τη διάταξη του αριθμού 1α του άρθρου 560 ΚΠολΔικ προκύπτει ότι κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των Πρωτοδικείων, που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, λόγος αναιρέσεως ιδρύεται αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου, η οποία ευθεία παράβαση υπάρχει αν αυτός εφαρμόσθηκε, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αν δεν εφαρμόσθηκε, ενώ θα έπρεπε, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα δικαίου έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ’ ουσίαν, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται, ενόψει των πραγματικών περιστατικών που, ανελέγκτως, δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναιρέσεως, αν οι πραγματικές παραδοχές καθιστούν φανερή την παραβίαση. Εξάλλου ο ίδιος λόγος αναίρεσης είναι δυνατό να φέρεται ότι πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση γιατί παραβίασε κανόνα δικαίου, αλλά στην πραγματικότητα, υπό το πρόσχημα ότι κατά την εκτίμηση των αποδείξεων παραβιάσθηκε κανόνας δικαίου, να πλήττει την απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, οπότε ο λόγος αναίρεσης θα απορριφθεί ως απαράδεκτος, σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔικ, γιατί πλήττει την ανέλεγκτη, περί την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως (άρθρ. 561 παρ. 2 ΚΠολΔικ), το ως Εφετείο δικάσαν Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσπρωτίας, μετά από συνεκτίμηση των ενώπιόν του, νομίμως επικληθέντων και προσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατ’ ανέλεγκτη κρίση, αναφορικά με την ένδικη αναγνωριστική κυριότητας ακινήτου αγωγή του αναιρεσιβλήτου λόγω προσχώσεως σε παρακείμενο παραποτάμιο κτήμα του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο ενάγων είναι κύριος ενός ακινήτου εμβαδού 5.320 τ.μ. που βρίσκεται στη θέση "...", της κτηματικής περιφέρειας του ΔΔ ... του Δήμου Φιλιατών και συνορεύει βόρεια με αγροτικό δρόμο και αρδευτικό αυλάκι, ανατολικά με ιδιοκτησία Β. Λ., δυτικά με ιδιοκτησία κληρονόμων Ι. Π. και νότια με το επίδικο ακίνητο. Το ακίνητο αυτό, όπως αποτυπώνεται στο από 24-6-1971 σχεδιάγραμμα της Δ/νσης Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπ. Γεωργίας με αριθμό…, παραχωρήθηκε ως κλήρος στον πατέρα του ενάγοντος, Η. Κ. ή Κ., δυνάμει του με αριθμό ...16-4-1981 τίτλου της: Δ/νσης: Γεωργίας Θεσπρωτίας, ύστερα από αναδασμό που πραγματοποιήθηκε στην εποικιστική περιοχή του αγροκτήματος ..., αντί του υπ’αριθμόν ... αγροτεμαχίου διανομής έτους 1957, εμβαδού 5.700 τ.μ., που του είχε παραχωρηθεί βάσει του με αριθμό ...1962 παραχωρητηρίου του Υπουργείου Γεωργίας, το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα Βιβλία Μεταγραφών του Ειρηνοδικείου Φιλιατών. Ο Η. Κ. ή Κ. απεβίωσε στις 8-3-1972 χωρίς να αφήσει διαθήκη και κατέλειπε ως μοναδικούς κληρονόμους του τα τέκνα του Ν., Μ., Ε. και τον ενάγοντα, οι οποίοι αποδέχθηκαν την επαχθείσα σ’αυτούς κληρονομιά δυνάμει της με αριθμό ...13-7-1989 πράξης της συμβ/φου Φιλιατών Χρυσάνθης Στάθη, οι 3 πρώτοι και δυνάμει της με αριθμό ...1996 πράξη της ίδιας συμβ/φου, ο ενάγων, η οποία πράξη μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Φιλιατών, στον τόμο … και με αυξ. Αριθμό…, με αποτέλεσμα να καταστούν κύριοι του ακινήτου σε ποσοστό 3/12 εξ αδιαιρέτου έκαστος. Στη συνέχεια οι Ν. Κ., Μ. Κ. και -Ε. Κ., δυνάμει του με αριθμό ...14-10-1996 συμβολαίου της προαναφερόμενης συμβ/φου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Φιλιατών στον τόμο … και με αριθμό … μεταβίβασαν στον ενάγοντα λόγω δωρεάς τα προαναφερόμενα ποσοστά τους, με αποτέλεσμα να καταστεί ο τελευταίος αποκλειστικός κύριος του ακινήτου. Το επίδικο ακίνητο εμβαδού 1035 τμ (1065 τμ κατά τον ενάγοντα) βρίσκεται, στην παραπάνω θέση και συνορεύει βόρεια με το προπεριγραφόμενο ακίνητο του ενάγοντος, νότια και δυτικά με τον μη πλεύσιμο ποταμό ... και ανατολικά με ιδιοκτησία Λ., όπως αυτό αποτυπώνεται στο από Δεκέμβριο 2002 τοπογραφικό διάγραμμα της τοπογράφου μηχανικού Α. Κ. με τα στοιχεία ΑΒΓΔΖΗΘΑ, που συνοδεύει την με ίδια ημερομηνία τεχνική έκθεση της ιδίας. Τμήμα του προπεριγραφόμενου επιδίκου, εμβαδού 835 τμ. με τα στοιχεία ΑΒΕΖΗΘΑ του ως άνω τοπογραφικού, το Γραφείο της Δ/νσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ν. Α Θεσπρωτίας χαρακτηρίζει ως χερσαία έκταση αγνώστου ιδιοκτήτη. Από το τμήμα αυτό, έκταση 534,60 τμ με τα στοιχεία ΑΒΕΖΑΜΑ ανήκει,, σύμφωνα με την προαναφερόμενη έκθεση, σε άγνωστο ιδιοκτήτη, και δημιουργήθηκε, όπως προκύπτει από τις καταθέσεις των μαρτύρων και το περιεχόμενο των προτάσεων του εναγόμενου, από προσχώσεις του προαναφερόμενου ποταμού και συνεπώς ανήκει στον ενάγοντα ο οποίος είναι ιδιοκτήτης του παρόχθιου ακινήτου (άρθρο 1069 ΑΚ). Η δε υπόλοιπη έκταση των 300,40 τ.μ. με τα στοιχεία ΛΗΘΜΑ, αποτελεί, σύμφωνα με την προαναφερόμενη τεχνική έκθεση, εγκαταληφθείσα κοίτη του μη πλεύσιμου ποταμού ..., ήτοι κοιλότητα της επιφάνειας του εδάφους στην οποία έρρεαν τα νερά του προαναφερόμενου ποταμού μέχρι το έτος 1964 όταν συνεπεία νομίμων τεχνικών έργων που έγιναν από το Ελληνικό Δημόσιο για μετατόπιση της κοίτης, τα νερά εγκατέλειψαν την μέχρι τότε κοίτη και βρήκαν άλλη με αποτέλεσμα σήμερα η νέα κοίτη να βρίσκεται μεταξύ της νέας κοίτης και του προαναφερόμενου παραποτάμιου κτήματος του ενάγοντος. Επομένως, αποδεικνύεται ότι εν προκειμένω, πρόκειται για πλήρη και ολοκληρωτική εγκατάλειψη της παλαιάς κοίτης που έχει προοπτική σταθερότητας και διάρκειας. Η παλαιά αυτή κοίτη αποτελεί το επίδικο τμήμα των 300,54 τ. μ. και κατά συνέπεια ανήκει στον ιδιοκτήτη του παρόχθιου κτήματος, ήτοι τον ενάγοντα (άρθρο 1072 ΑΚ) καθώς περιλαμβάνεται μεταξύ των γραμμών που αρχίζουν από κάθε άκρη της πλευράς του ως άνω παραποτάμιου ακινήτου του ενάγοντος και καταλήγουν στην ανωτέρω νέα κοίτη του μνησθέντος ποταμού ..., των φερομένων (γραμμών) όμως καθέτως προς τη νοητή γραμμή αγομένη κατά μήκος και στο μέσο της εγκαταληφθείσας παλαιάς κοίτης (επιδίκου) του διαληφθέντος ποταμού (βλ. Μπαλή, Εμπράγματο Δίκαιο, παρ. 84, σελ. 209). Η παραπάνω έκταση των 835 τ.μ. δεν υπήρξε ποτέ εγκαταλελειμμένη ή αδέσποτη, αλλά κατέχονταν από το έτος 1962 από το δικαιοπάροχο του ενάγοντος και στη συνέχεια, μετά το θάνατό του, από τον ενάγοντα, οι οποίοι ασκούσαν σ’ αυτή όλες τις προσιδιάζουσες στη φύση και τον προορισμό της πράξεις νομής και κατοχής με διάνοια κυρίου και καλή πίστη, προσμετρώντας στο χρόνο νομής τους το χρόνο νομής των δικαιοπαρόχων τους χωρίς ποτέ να ενοχληθούν από κανένα και συγκεκριμένα την καθάριζαν και την καλλιεργούσαν με καλαμπόκι και τριφύλλι. Εξάλλου, από το προσκομιζόμενο αποδεικτικό υλικό προκύπτει ότι τμήμα του επιδίκου, εμβαδού 130 τ.μ., με τα στοιχεία ΒΓΔΕΒ, είναι η απόληξη κοινοχρήστου αγροτικού δρόμου που κατασκευάστηκε με τον αναδασμό του 1968, ενώ ένα ακόμη τμήμα του εμβαδού 70 τ.μ., με τα στοιχεία ΔΕΖΔ και αριθμό τεμ. ... αποτελεί τμήμα ρέματος που ανήκει στην Κοινότητα ..., σύμφωνα με την ...6-3-1992 απόφαση Νομάρχη. Τα δύο (2) αυτά τμήματα, συνολικού εμβαδού 200 τ.μ., πέραν των 835 τμ που προαναφέρθηκαν και ανήκουν στον ενάγοντα, βρίσκονται εντός Αγροκτήματος ... και διαχειρίζονται από τη Δ/νση Αγροτικής Ανάπτυξης Ν.Α Θεσπρωτίας. Τα παραπάνω προκύπτουν από τη σαφή και πειστική κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης, όμορου ιδιοκτήτη του επιδίκου, που μετά βεβαιότητος καταθέτει για πράξεις νομής στο επίδικο και ενισχύονται από την κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης ο οποίος καταθέτει ότι: " Το επίδικο συνορεύει με το ποτάμι, η έκταση αυτή δημιουργήθηκε από προσχώσεις του ποταμού ... και ο Κ. κάθε πρόσχωση που γινόταν την καλλιεργούσε με καλαμπόκι..." αλλά και από την από Δεκεμβρίου 2002 τεχνική έκθεση, το σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα της Α. Κ. και τις με αριθμούς ...1982 και ...1983 αποφάσεις του Πολυμελούς και Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσπρωτίας, αντίστοιχα, που εν προκειμένω λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια. Εξάλλου, η διάταξη του άρθρου 1 ν. 116/75, που τροποποιεί σιωπηρά το άρθρο 1072 ΑΚ, κατά το οποίο η συνεπεία τεχνικών έργων αποκαληφθείσα ή εγκαταληφθείσα κοίτη ποταμού μη πλεύσιμου ανήκει στο Δημόσιο (βλ. Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, Αστικός Κώδικας, Κατ’άρθρο ερμηνεία, άρθρο 1072, σελ. 537) δεν μπορεί να εφαρμοσθεί εν προκειμένω καθώς μια τέτοια αναδρομική εφαρμογή θα επέφερε στέρηση ιδιοκτησίας ακινήτου άνευ αποζημιώσεως (Εφ.ΑΘ. 5617/1978 ΝοΒ 28, 304). Κατ’ακολουθία των ανωτέρω, ο ενάγων έχει καταστεί με πρωτότυπο τρόπο κύριος τμήματος του επιδίκου, εμβαδού 835 τ.μ.". Ακολούθως το Εφετείο, επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση, κατά το μέρος που είχε εκκληθεί, απορρίπτοντας, ως ουσιαστικά αβάσιμη, την έφεση του, εν μέρει ηττηθέντος πρωτοδίκως, εναγομένου αναιρεσείοντος Δημοσίου. Με αυτά που δέχθηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε τις προδιαληφθείσες περί πρωτοτύπου και αυτοδίκαιου τρόπου αποκτήσεως κυριότητας διατάξεις των άρθρων 1069 και 1072 παρ. 1 ΑΚ, αφού υπό τα ως άνω γενόμενα δεκτά πραγματικά περιστατικά συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις εφαρμογής τους. Ειδικότερα αναφέρεται στην απόφαση ότι ο ενάγων είναι κύριος παραποτάμιου κτήματος επιφανείας 5320 τμ του οποίου η δυτική και νότια πλευρά ήδη συνορεύει με το αποτελέσαν αντικείμενο της εφέσεως επίδικο επιφανείας 835 τμ, τμήμα του οποίου επιφανείας 534,60 τμ έχει προέλθει από προσχώσεις του ποταμού ... που ήταν το αρχικό όριο του μεγαλυτέρου ακινήτου και τμήμα 300,40 τμ από την εγκαταλειφθείσα κοίτη του ίδιου ποταμού που το 1964 λόγω τεχνικών έργων του Δημοσίου προγενέστερα της ισχύος του ν.116/1975 μετατοπίστηκε και δημιουργήθηκε νέα, η δε εγκατάλειψη αυτή (της παλαιάς κοίτης) είναι πλήρως και ολοκληρωτική, με προοπτική σταθερότητας και διάρκειας. Ενόψει τούτων οι υποστηρίζοντες τα αντίθετα και από τη διάταξη του αριθμού 1α του άρθρου 560 ΚΠολΔικ τρείς λόγοι της αναιρέσεως πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Περαιτέρω οι αιτιάσεις του πρώτου λόγου κατά τις οποίες το Εφετείο παραβίασε την ορίζουσα τα κοινόχρηστα πράγματα διάταξη του άρθρου 967 ΑΚ με το να δεχθεί ότι ο επίμαχος ποταμός είναι μη πλεύσιμος, ενώ στο σημείο που είναι το επίδικο αυτός είναι πλεύσιμος, όπως τούτο προκύπτει από το υπ’ αριθμ. ...29-5-2003 έγγραφο της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της ΝΑ Θεσπρωτίας, είναι απαράδεκτες γιατί υπό την επίφαση της παραβιάσεως της επικαλουμένης διατάξεων αποδίδουν στην προσβαλλομένη απόφαση εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ιδιαίτερα του περιεχομένου του επικαλουμένου εγγράφου και συνακόλουθα πλήττουν την ως προς την εκτίμηση πραγματικών περιστατικών κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, η οποία κατά την αναφερομένη στη νομική σκέψη διάταξη του άρθρου 561 παρ. 1 ΚΠολΔικ είναι αναιρετικά ανέλεγκτη. Το ίδιο ισχύει και ως προς τις αιτιάσεις του δεύτερου λόγου κατά τις οποίες το επίδικο, παρά τα αντιθέτως δεκτά γενόμενα, ήταν εγκαταλελειμμένο ή αδέσποτο, καθώς και του τρίτου κατά τις οποίες το προς βορράν του επιδίκου μεγαλύτερο ακίνητο του ενάγοντος δεν ήταν παραποτάμιο. Ενόψει τούτων και οι τρεις λόγοι, καθώς και η αναίρεση, στο σύνολό της, πρέπει να απορριφθούν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 28-4-2014 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου κατά του Ε. Κ. του Η., για αναίρεση της υπ’αριθμ. 22/2011 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσπρωτίας.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 30 Απριλίου 2015.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 6 Μαΐου 2015.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή