Αριθμός 382/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ' Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Γιαννούλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Κουτσόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή, Δημητρούλα Υφαντή και Ιωάννα Πετροπούλου, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 23 Νοεμβρίου 2012, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Νομικού Προσώπου Ιδιωτικού Δικαίου με την επωνυμία "Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (Ο.Α.Σ.Θ.)", που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) Χ. Π. του Η., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Διονύσιο Καραλή, που κατέθεσε προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Σ. Μ. χήρας Ν., κατοίκου ..., ατομικώς και ως ασκούσα τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Μ., 2) Ν. Μ. συζύγου Μ., κατοίκου ..., οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Βασιλειάδη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δικ., που κατέθεσε προτάσεις, 3) Ρ. Μ. του Σ., κατοίκου ..., 4) Μ. Μ. του Σ., κατοίκου ..., 5) Ζ. σύζυγος R. H., το γένος Μ. Ρ., κατοίκου ..., 6) Ά. Μ. του Ρ., κατοίκου ..., 7) Μ. Μ. του Ρ., κατοίκου ..., οι οποίοι παραστάθηκαν με τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Κωλέττη, και κατέθεσαν προτάσεις και 8) Γ. Λ. του Μ., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 20/1/2008, 5/8/2008 και 19/9/2008 αγωγές των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 24568/2009 του ίδιου Δικαστηρίου και 1639/2010 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 23/12/2010 αίτησή τους και με τις από 21/11/2012 προτάσεις τους, με τις οποίες ζητούν την επαναφορά των πραγμάτων.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης, Ιωάννα Πετροπούλου, ανέγνωσε την από 4/1/2012 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του τέταρτου λόγου της αιτήσεως αναιρέσεως και την απόρριψη των λοιπών.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος των παραστάντων αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή από τις διατάξεις του άρθρου 576 παρ. 1, 2 και 3 ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν κάποιος από τους διαδίκους δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης ή εμφανιστεί και δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως ποιος επισπεύδει τη συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο απολειπόμενος διάδικος, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, αν όμως την επισπεύδει ο αντίδικός του, τότε ερευνάται αν ο απολειπόμενος ή ο μη παριστάμενος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκε ή επιδόθηκε αλλά όχι νόμιμα και εμπρόθεσμα, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται με νέα κλήση. Εξ άλλου, κατά τη γενική διάταξη του άρθρου 226 παρ.4 εδ.2 και 3 ΚΠολΔ που εφαρμόζεται και στην αναιρετική δίκη κατά το άρθρο 575 του ΚΠολΔ, αν η συζήτηση αναβληθεί, ο γραμματέας, είναι υποχρεωμένος αμέσως μετά το τέλος της συνεδρίασης να μεταφέρει την υπόθεση στη σειρά των υποθέσεων που πρέπει να συζητηθούν κατά τη δικάσιμο που ορίστηκε. Κλήση του διαδίκου για εμφάνιση στη δικάσιμο αυτή δεν χρειάζεται και η αναγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης η αναβολή της συζήτησης και η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο του δικαστηρίου για τη μετ' αναβολή δικάσιμο ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων για τη δικάσιμο αυτή και επομένως, δεν χρειάζεται νέα κλήση του διαδίκου, όταν ο απολειπόμενος κατά την μετ' αναβολή δικάσιμο διάδικος, είχε νομίμως κλητευθεί για να παραστεί κατά την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο, οπότε αναβλήθηκε η συζήτηση για τη νέα (μετ' αναβολή) τοιαύτη.
Στην προκειμένη περίπτωση όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά του δικαστηρίου τούτου κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσης δικάσιμο (23.11.2012) που έγινε με την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της από το πινάκιο, δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, έστω και με δήλωση κατά το άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ, ο όγδοος των αναιρεσιβλήτων Γ. Λ.. Από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτει, ότι ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως με την κάτω από αυτή πράξη ορισμού δικασίμου για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο (13.1.2012) επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον ως άνω αναιρεσίβλητο (βλ. το υπ' αρ. 8524Β/20.5.2012 αποδεικτικό επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Θεσ/νίκης ...). Κατά τη δικάσιμο αυτή όπως προκύπτει από την οικεία εγγραφή στο πινάκιο ο εν λόγω αναιρεσίβλητος δεν εμφανίστηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο και η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε κατόπιν αιτήσεως των λοιπών διαδίκων για την παρούσα δικάσιμο. Επομένως, εφ' οσον η αναβολή της υπόθεσης και η αναγραφή της στο πινάκιο για τη νέα δικάσιμο ισχύει ως κλήτευση του απολειπόμενου αναιρεσίβλητου, πρέπει σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 576 παρ.1 και 3 ΚΠολΔ, να προχωρήσει η συζήτηση που επισπεύδεται από τους αναιρεσείοντες, παρά την απουσία του ανωτέρω αναιρεσιβλήτου.
Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 26 ΑΚ "οι ενοχές από αδίκημα διέπονται από το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκημα". Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι η κύρια σχέση η οποία δημιουργείται με τη διάπραξη αδικήματος στην Ελλάδα από το οποίο επήλθε ο θάνατος αλλοδαπού και η αντίστοιχη αδικοπρακτική ενοχή διέπονται από το ελληνικό δίκαιο με την έννοια της Lex causee. Επομένως, κατά το δίκαιο αυτό, κρίνεται μεταξύ άλλων, ο παράνομος χαρακτήρας της πράξης, η υπαιτιότητα, το τυχόν οικείο πταίσμα του παθόντος, το ζήτημα της πρόσφορης αιτιώδους συνάφειας, αν η ευθύνη είναι αντικειμενική ή υποκειμενική και οι προϋποθέσεις της θεμελίωσης αυτής, η ικανότητα προς καταλογισμό, ο κύκλος των προστατευόμενων έννομων αγαθών ή των υποκειμενικών δικαιωμάτων, ο υπόχρεος προς αποζημίωση, το πρόσωπο του δικαιούχου της αποζημίωσης, καθώς και οι έννομες συνέπειες της αδικοπραξίας, ήτοι η μορφή και η έκταση της αποζημίωσης, αν η αποζημίωση παρέχεται σε κεφάλαιο εφάπαξ ή σε περιοδικές παροχές, αν παρέχεται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης (αρθρ. 932 ΑΚ) ή αποζημίωση από το αρθ.931 ΑΚ, τα θέματα της αναγωγής των πλειόνων συνυποχρέων, καθώς και των οφειλόμενων τόκων από την επίδοση της αγωγής αποζημίωσης. Στην προαναφερθείσα έννοια του "κύκλου των προστατευομένων αγαθών ή των υποκειμενικών δικαιωμάτων" περιλαμβάνονται και προσδιορίζονται απευθείας, κατά την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 26 Α.Κ, και όλα εκείνα τα πρόσωπα που δικαιούνται και νομιμοποιούνται ενεργητικώς στο να προβάλλουν, κατά περίπτωση, αντίστοιχες αξιώσεις, συνδεόμενες με την ένδικη αδικοπρακτική συμπεριφορά είτε με ορισμένη ιδιότητα, είτε εξ ιδίου δικαίου. Επομένως, στην περίπτωση θανάτωσης, σε τροχαίο ατύχημα στην Ελλάδα αλλοδαπού, για να κριθεί η νομιμοποίηση εκείνων που ζητούν με αγωγή την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ψυχικής οδύνης, με την έννοια "των ανηκόντων στον κύκλο των προσώπων, που είναι φορείς εννόμων αγαθών ή υποκειμενικών δικαιωμάτων", τα οποία προσβλήθηκαν από τις επαχθείς συνέπειες της αδικοπρακτικής θανάτωσης, θα εφαρμοσθεί, με βάση τη διάταξη του άρθρου 26 του Α.Κ. αμέσως το Ελληνικό Δίκαιο, χωρίς την παρεμβολή άλλης έρευνας, στο πλαίσιο εφαρμογής των αρχών του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, που έχει σχέση με την έννοια του προκρίματος και του προδικαστικού ζητήματος, και ειδικά η διάταξη του άρθρου 932 Α.Κ. με την οποία θα προσδιορισθεί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, το εάν ο συγκεκριμένος ενάγων ανήκει στο κύκλο των δικαιουμένων προσώπων, με την προαναφερθείσα έννοια, ανεξαρτήτως του εάν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, με βάση το (μη εφαρμοστέο όμως) ουσιαστικό δίκαιο της ιθαγενείας του θανόντος και εκείνων που ζητούν την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης, προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση, ως προς τα πρόσωπα που ανήκουν στον κύκλο εκείνων που δικαιούνται να επιδιώξουν την αντίστοιχη αξίωση ή δεν προβλέπεται καμμία ρύθμιση, Ειδικότερα, κατά το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός της έννοιας του όρου "οικογένεια του θύματος", προφανώς γιατί ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει δεσμευτικώς τα όρια ενός θεσμού, ο οποίος, ως εκ της φύσης του, υφίσταται αναγκαίως τις επιδράσεις από τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις, κατά τη διαδρομή του χρόνου. Κατά την αληθή, όμως, έννοια της εν λόγω διάταξης, που απορρέει από τον σκοπό της θέσπισης της, στην οικογένεια του θύματος ως αόριστης νομικής έννοιας περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλεια του και για την ανακούφιση του ηθικού πόνου των οποίων στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμεναν χωριστά. Υπό την έννοια αυτή, μεταξύ των προσώπων τούτων περιλαμβάνονται ο σύζυγος οι κατιόντες, οι ανιόντες, οι αδελφοί του θανόντος καθώς και οι αγχιστείς πρώτου βαθμού (πεθερός, πεθερά, γαμπρός, νύφη), ενώ οι αγχιστείς πέραν του πρώτου βαθμού όπως είναι ο από αδελφή γαμπρός και ανηψιός του, δεν περιλαμβάνονται. Η επιδίκαση πάντως, της από το άρθρο 932 εδ.3 ΑΚ προβλεπόμενης χρηματικής ικανοποίησης στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα της ύπαρξης, κατ' εκτίμηση του δικαστή της ουσίας μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς, από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης. Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 του ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου (ημεδαπού ή αλλοδαπού) στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοστεί ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Με το λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ (παραβίαση κανόνα του ουσιαστικού δικαίου) ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου κατά την εκτίμηση του νόμω βασίμου της αγωγής ή των ισχυρισμών των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Ελέγχεται δηλαδή, αν η αγωγή ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή έγινε δεκτή κατ' ουσίαν.
Τέλος, κατά το άρθρο 578 ΚΠολΔ, αν το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης κρίνεται εσφαλμένο αλλά το διατακτικό της ορθό, ο Άρειος Πάγος απορρίπτει την αναίρεση, εκτός αν υπάρχει έννομο συμφέρον να αποτραπεί δεδικασμένο, οπότε αναιρείται η απόφαση μόνο ως προς την εσφαλμένη αιτιολογία της. Η αντικατάσταση του αιτιολογικού της προσβαλλόμενης απόφασης από το αναιρετικό δικαστήριο συνίσταται στην με την απόφαση του υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που δέχεται η προσβαλλόμενη απόφαση σε άλλο κανόνα δικαίου, εφ' όσον η υπαγωγή αυτή απολήγει σε πόρισμα με περιεχόμενο όμοιο προς το διατακτικό της απόφασης. Ως αιτιολογικό δηλαδή νοείται η νομική αιτία, ήτοι η διάταξη νόμου, που αποτελεί τη μείζονα πρόταση του νομικού συλλογισμού (Ολ.ΑΠ 30/1998).
Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, δικάζοντας επί των με αρ.κατάθεσης 33501/5.8.2008 και 2598/22.1.2009 αγωγών των με αριθμούς 1 έως και 7 αναιρεσιβλήτων, υπηκόων Αλβανίας, με την οποία ζητούσαν χρηματική ικανοποίηση για την ψυχική οδύνη που υπέστησαν από το θάνατο σε τροχαίο ατύχημα του συγγενούς τους Ν. Μ. (συζύγου, πατέρα, τέκνου, αδελφών και πενθεράς), που έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη, στο ύψος του 5,8 χιλιομέτρου της παράπλευρης οδού της Ε.Ο.Θεσσαλονίκης - Καβάλας από συγκλίνουσα υπαιτιότητα του ιδίου κατά ποσοστό 25% και του οδηγού του ... ΔΧ λεωφορείου κατά ποσοστό 75%, επιδίκασε για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, στη σύζυγο και την ανήλικη θυγατέρα του θανόντος 70.000 ευρώ για κάθε μία, στους γονείς αυτού (πατέρα, μητέρα) 60.000 ευρώ για καθένα στους αδελφούς 20.000 ευρώ για καθένα και στην πενθερά το ποσό των 10.000 ευρώ, περιλαμβάνοντας αυτούς στην "οικογένεια του θύματος" σύμφωνα με το Αλβανικό δίκαιο. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το μεν αποδεικτικό πόρισμα που συνδέεται αιτιωδώς με το διατακτικό είναι ορθό, διότι περιέχει όλα τα περιστατικά που είναι νομικώς αναγκαία για την υπαγωγή στις ανωτέρω διατάξεις του Ελληνικού δικαίου που το Εφετείο έπρεπε να εφαρμόσει, το δε αιτιολογικό (μείζονα πρόταση του νομικού συλλογισμού) είναι εσφαλμένο, και πρέπει επομένως να αντικατασταθεί με τις ως ανωτέρω διατάξεις του Ελληνικού Αστικού δικαίου κατά το άρθρο 578 ΚΠολΔ. Συνακόλουθα, ο τέταρτος της αιτήσεως αναιρέσεως λόγος με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ διότι το Εφετείο, εσφαλμένα δέχθηκε ότι κατά το εφαρμοστέο Αλβανικό αστικό δίκαιο στα μέλη της οικογένειας περιλαμβάνονται οι αδελφοί και η πεθερά, καίτοι δεν συνέτρεχαν οι απαιτούμενες προς τούτο προϋποθέσεις κατά το αλβανικό δίκαιο, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Επειδή στην περίπτωση θανάτωσης σε τροχαίο ατύχημα στην Ελλάδα αλλοδαπού, για να κριθεί η νομιμοποίηση εκείνων που ζητούν με αγωγή την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης με την έννοια "των ανηκόντων στον κύκλο των προσώπων που είναι φορείς εννόμων αγαθών ή υποκειμενικών δικαιωμάτων" τα οποία προσβλήθηκαν από τις επαχθείς συνέπειες της αδικοπρακτικής θανάτωσης, θα εφαρμοσθεί, με βάση τη διάταξη του άρθρου 26 του ΑΚ το Ελληνικό δίκαιο. Επομένως, ο προσδιορισμός τελικώς από το δικαστήριο, των συγκεκριμένων εναγόντων ως ανηκόντων στον κύκλο των προστατευομένων αγαθών ή υποκειμενικών δικαιωμάτων και η αντίστοιχη νομιμοποίησή τους, θα κριθεί με βάση τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ και ειδικώς, με βάση την προαναφερθείσα στην αμέσως προηγούμενη μείζονα σκέψη έννοια της "οικογένειας" όπως προσδιορίζεται αποκλειστικώς από το Ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, κατά την αντίστοιχη ερμηνεία της ίδιας διάταξης. Μόνο δε στην περίπτωση εκείνη που αμφισβητηθεί στη συνέχεια, μία από τις πιο πάνω συγγενικές ιδιότητες, όσο έχει σχέση με την ύπαρξη ή την εγκυρότητα της σχέσης εκείνης, από την οποία προέρχεται η ιδιότητα αυτή (π.χ. η ύπαρξη ή όχι γάμου ή συγγενικής σχέσης γονέα και τέκνου), τότε πλέον, καθίσταται αναγκαία η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 13, 14, 17-24 του ΑΚ (κατά περίπτωση για να κριθεί αναλόγως το αν ο ενάγων έχει τελικώς την ιδιότητα του συζύγου ή του τέκνου, του πατέρα ή του αδελφού του θανατωθέντος). Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.19 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και ιδίως, αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζητήματα που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Από την υπόψη διάταξη προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος απ' αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή του (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία).
Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε ανελέγκτως αναφορικά με την συζυγική ιδιότητα της πρώτης των αναιρεσιβλήτων ατομικά και τη συγγενική, πλην του ογδόου, των λοιπών αναιρεσιβλήτων σχέση με το θανατηφόρα τραυματισθέντα τ' ακόλουθα: Το ότι η πρώτη ενάγουσα της πρώτης αγωγής ήταν σύζυγος του θανόντος, η Μ. Μ. τέκνο του, η δεύτερη ενάγουσα της ίδιας αγωγής πεθερά του και οι πρώτος και δεύτερη ενάγουσα της τρίτης αγωγής ήταν γονείς του, οι δε τρίτη έως πέμπτος τούτων ήταν αδέλφια του, προκύπτει από το σε νόμιμη μετάφραση από την αλβανική γλώσσα στην ελληνική προσαγόμενο από την πρώτη με ημερομηνία 3.3.2008 πιστοποιητικό οικογένειας, σε συνδυασμό με τις καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης, απορριπτόμενου του ισχυρισμού των εναγομένων, καθώς και του τρίτου λόγου (α' σκέλος) της έφεσης αυτών για μη απόδειξη της σχέσεως καθενός από τους προαναφερόμενους με τον θανόντα ως αβάσιμων κατ' ουσίαν. Έτσι που έκρινε το Εφετείο, διέλαβε στην απόφασή του ανεπαρκείς αιτιολογίες αναφορικά με το ουσιώδες ζήτημα της συνδρομής των πραγματικών περιστατικών που θεμελιώνουν κατά το εφαρμοστέο αλβανικό δίκαιο τη συζυγική (για την πρώτη των αναιρεσιβλήτων ατομικά) και τη συγγενική (για την πρώτη των αναιρεσιβλήτων υπό την ιδιότητα που παρίσταται και τους λοιπούς αναιρεσίβλητους) σχέση τους με το θανατηφόρα τραυματισθέντα Ν. Μ., λόγω της αλβανικής αυτών ιθαγένειας, ώστε να υφίσταται αξίωσή τους για χρηματική ικανοποίηση, αφού τέτοιας δικαιούνται κατ' άρθρο 932 ΑΚ μόνο τα μέλη της οικογένειας του σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην αμέσως προηγούμενη σκέψη, καθ' οσον ειδικότερα, δεν προκύπτει η σύναψη νόμιμου κατά το αλβανικό δίκαιο γάμου της πρώτης αναιρεσίβλητης Σ. Μ. χήρας Ν. με το θανατηφόρα τραυματισθέντα, η ιδιότητα κατά το ίδιο δίκαιο της Μ. Μ. ως γνήσιο αυτών τέκνο, η εξ αγχιστείας σχέση της δεύτερης αναιρεσιβλήτου (πεθεράς) με τον θανατηφόρα τραυματισθέντα, καθώς και η ιδιότητα των τρίτου και τετάρτης των αναιρεσιβλήτων ως γονέων του τελευταίου και των πέμπτης, έκτου και εβδόμου των αναιρεσιβλήτων ως αδελφών αυτού. Πρέπει επομένως, ο πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια αληθώς από το αρθρ.559 αρ.1 (και όχι από τον αριθ.19) ΚΠολΔ, για τον προεκτεθέντα λόγο να γίνει δεκτός ως βάσιμος.
Επειδή, από τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ προκύπτει ότι με αυτή παρέχεται η δυνατότητα στο δικαστήριο της ουσίας να επιδικάσει στον παθόντα εξ αδικοπραξίας εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη. Η επιδίκαση της ικανοποιήσεως αυτής αφέθηκε στην κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο προσδιορίζει το ποσόν αυτής μετ' εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών ως προς το βαθμό του πταίσματος του δράστη, το είδος της προσβολής, της έκτασης του άλγους του παθόντος, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του, την ηλικία και το φύλο αυτού, την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών. Εξάλλου, έλλειψη νόμιμης βάσης της αποφάσεως, κατά την έννοια της διατάξεως του αριθμού 19 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, υπάρχει και όταν στο αιτιολογικό της αποφάσεως, που αποτελεί την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά εκείνα, τα οποία είναι αναγκαία για να κριθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν ή όχι οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που εφαρμόστηκε, όχι όμως και όταν πρόκειται για αντιφάσεις ή ελλείψεις, που ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση και αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αρκεί τούτο να εκτίθεται με σαφήνεια στην απόφαση.
Στην προκειμένη περίπτωση, η προσβαλλόμενη απόφαση, δέχθηκε ανελέγκτως τ' ακόλουθα: Περαιτέρω, μετά το ατύχημα ο ενάγων της δεύτερης αγωγής διακομίστηκε στο ίδιο Νοσοκομείο Θεσ/νίκης "Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ", όπου διαγνώστηκε, ότι είχε υποστεί κάκωση κεφαλής, εκδορές δεξιού οφρύος και δεξιού ζυγωματικού, κάκωση θώρακα και λεκάνης, αιμάτωμα δεξιού ψοϊτου μυός και δεξιού γλουτού και εκδορά δεξιού καρπού και άκρας χειρός και για το λόγο τούτο νοσηλεύτηκε από 27-2-2008 έως 5-3-2008. Εξαιτίας του τραυματισμού του ο εν λόγω ενάγων, εκτός του ότι αναγκάστηκε να απέχει από την εργασία του για διάστημα 27 ημερών, υπέστη σωματική και ψυχική ταλαιπωρία και γι' αυτό ηθική βλάβη, δικαιούμενος χρηματική ικανοποίηση. Το ύψος αυτής, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, ανέρχεται, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών του ατυχήματος, του βαθμού συγκλίνουσας υπαιτιότητος οδηγού και πεζών τούτου στην πρόκληση του ατυχήματος, του είδους των τραυμάτων του τελευταίου και την κοινωνική και περιουσιακή κατάσταση των διαδίκων, σε 8.000 ευρώ.
Με τον τρίτο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ διότι το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στην κρίση περί του επιδικαστέου στον όγδοο αναιρεσίβλητο Γ. Λ. ως ανωτέρω ποσού για χρηματική ικανοποίηση που υπέστη συνεπεία του τραυματισμού του από το ένδικο ατύχημα, ουδέν πραγματικό περιστατικό διαλαμβάνει αναφορικά με την οικονομική και κοινωνική κατάσταση του ως ανωτέρω αναιρεσίβλητου καθώς και του δεύτερου των αναιρεσειόντων - οδηγού του ζημιογόνου υπ' αρ. ... ΔΧ λεωφορείου. Ο αναιρετικός αυτός λόγος είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι με την επίφαση της σχετικής πλημμέλειας, πλήττεται η ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Εφετείου, δηλ.πρόκειται για ελλείψεις που ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα, στην ανάλυση και αιτιολόγηση του συναχθέντος εξ αυτών σαφούς αποδεικτικού πορίσματος, αναφορικά με το επιδικαστέο στον ως άνω αναιρεσίβλητο ποσό για την εν λόγω αιτία.
Επομένως, με βάση τα προεκτιθέμενα πρέπει να απορριφθεί η από 23.12.2010 αίτηση για αναίρεση της 1139/2010 αποφάσεως του Εφετείου Θεσσαλονίκης αναφορικά με τον όγδοο των αναιρεσιβλήτων Γ. Λ. και αναφορικά ως προς τους λοιπούς αναιρεσίβλητους να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το ως άνω μέρος κατά παραδοχή του πρώτου λόγου της αιτήσεως αναιρέσεως παρελκούσης εντεύθεν της έρευνας του δεύτερου λόγου αυτής με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, διότι δεν προσδιορίζει ποια συγκεκριμένη ημερολογιακή περίοδο αφορά το χρονικό διάστημα των πέντε ετών για το οποίο επιδίκασε στην πρώτη αναιρεσίβλητη ατομικά και υπό την ιδιότητα που παρίσταται τα διαλαμβανόμενα σ' αυτή χρηματικά ποσά ως αποζημίωση λόγω στέρησης διατροφής συνεπεία του θανατηφόρου τραυματισμού του Ν. Μ. (συζύγου και πατρός αντίστοιχα), καθώς και του τρίτου λόγου της αιτήσεως αναιρέσεως με τον οποίο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, διότι το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στην κρίση περί του επιδικαστέου στους λοιπούς, πλην του όγδοου, αναιρεσιβλήτους χρηματικού ποσού προς αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν συνεπεία του θανατηφόρου τραυματισμού του ως ανωτέρω, ουδέν πραγματικό περιστατικό διαλαμβάνει αναφορικά με την οικονομική και κοινωνική κατάστασή τους καθώς και του δεύτερου των αναρεσειόντων - οδηγού του ζημιογόνου υπ' αρ. ... ΔΧ λεωφορείου. Συνακόλουθα, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση κατά το μέρος αυτό στο ίδιο Εφετείο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές κατά διορθωτική, με συμπλήρωση, ερμηνεία του άρθρου 580 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 παρ.4 ν. 4055/2012 και να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητοι αυτοί (με αρ.1 έως και 7) στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ) όπως στο διατακτικό.
Σύμφωνα με το άρθρο 579 παρ.2 ΚΠολΔ, αν αποδεικνύεται προαποδεικτικά εκούσια ή αναγκαστική εκτέλεση της απόφασης που αναιρέθηκε, ο Άρειος Πάγος, αν υποβλήθηκε αίτηση με το αναιρετήριο ή με τις προτάσεις ή με αυτοτελές δικόγραφο, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Αρείου Πάγου ως την παραμονή της συζήτησης, διατάζει με την αναιρετική απόφαση, την επαναφορά των πραγμάτων στην κατάσταση που υπήρχε πριν την εκτέλεση.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τον αναιρεσείοντα Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης σε εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφαση, η οποία αναιρείται κατά τα άνω, καταβλήθηκε στην πρώτη αναιρεσίβλητη ατομικά το ποσό των 108.355,75 ετρώ και υπό την ιδιότητά της ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Μ. Μ. το ποσό των 95.300,30 ευρώ (βλ. από 25.11.2010 αποδείξεις αυτού), στη δεύτερη αναιρεσίβλητη που την εκπροσωπούσε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Θεόδωρος Τσιάτσιος το ποσό των 14.724,45 ευρώ (βλ. από 11.3.2011 απόδειξη αυτού), στον τρίτο αναιρεσίβλητο που τον εκπροσωπούσε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Ιωάννης Κωλέττης, το ποσό των 70.712,48 ευρώ (βλ. από Οκτώβριο 2010 απόδειξη αυτού), στην τέταρτη αναιρεσίβλητη που την εκπροσωπούσε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Ιωάννης Κωλέττης, το ποσό των 70.712,48 ευρώ (βλ. από Οκτώβριο 2010 απόδειξη αυτού), στην πέμπτη αναιρεσίβλητη, το ποσό των 24.815,49 ευρώ (βλ. από Οκτώβριο 2010 απόδειξη αυτού), στον έκτο αναιρεσίβλητο που τον εκπροσωπούσε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Ιωάννης Κωλέττης, το ποσό των 24.815,49 ευρώ (βλ. από 25.11.2010 απόδειξη αυτού) και στον έβδομο αναιρεσίβλητο που τον εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Ιωάννης Κωλέττης το ποσό των 24.815,49 ευρώ. Τα ποσά αυτά επομένως, πρέπει να αποδοθούν από τους ως ανωτέρω αναιρεσίβλητους στον αναιρεσείοντα ως άνω Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ), κατά παραδοχή του υποβληθέντος με τις από 21.11.2012 προτάσεις του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου σχετικού αιτήματός του.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 23.12.2010 αίτηση για αναίρεση της υπ' αρ. 1639/2010 απόφασης του Εφετείου Θεσσαλονίκης ως προς τον όγδοο των αναιρεσιβλήτων Γ. Λ..
Αναιρεί την υπ' αρ. 1639/2010 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης ως προς τους λοιπούς, πλην του όγδοου, αναιρεσιβλήτους κατά το όπως στο σκεπτικό μέρος.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση κατά το μέρος αυτό, στο ίδιο Εφετείο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές.
Διατάζει την επαναφορά των πραγμάτων στην προ της εκτέλεσης της αναιρεθείσας απόφασης κατάσταση.
Υποχρεώνει τους ως κατωτέρω αναιρεσιβλήτους να καταβάλουν στον πρώτο αναιρεσείοντα νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία "Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (Ο.Α.Σ.Θ.)" τα ως κατωτέρω ο καθένας ποσά, με το νόμιμο τόκο από την έκδοση της παρούσας απόφασης και ειδικότερα, η πρώτη των αναιρεσιβλήτων ατομικά το ποσό των εκατό οκτώ χιλιάδων τριακοσίων πενήντα πέντε ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών (108.355,75) και ως ασκούσα τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Μ. το ποσό των ενενήντα πέντε χιλιάδων τριακοσίων ευρώ και τριάντα λεπτών (95.300,30), η δεύτερη των αναιρεσιβλήτων το ποσό των δέκα τεσσάρων χιλιάδων επτακοσίων είκοσι τεσσάρων ευρώ και σαράντα πέντε λεπτών (14.724,45), ο τρίτος και η τέταρτη των αναιρεσιβλήτων το ποσό των εβδομήντα χιλιάδων επτακοσίων δώδεκα ευρώ και σαράντα οκτώ λεπτών (70.712,48) ο καθένας και οι πέμπτη, έκτος και έβδομος των αναιρεσιβλήτων το ποσό των είκοσι τεσσάρων χιλιάδων οκτακοσίων δέκα πέντε ευρώ και σαράντα εννέα λεπτών (24.815,49) ο καθένας. Και
Καταδικάζει τους λοιπούς, πλην του ογδόου, αναιρεσιβλήτους στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσειόντων, την οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 14 Δεκεμβρίου 2012. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Μαρτίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ